Vekrakos
Spartorama | Το νέο πόνημα του Δημήτρη Κατσαφάνα σε συνέχειες, στο spartorama.gr (Μέρος Ι΄)

Το νέο πόνημα του Δημήτρη Κατσαφάνα σε συνέχειες, στο spartorama.gr (Μέρος Ι΄)

Δημήτριος Κατσαφάνας 05/05/2024 Εκτύπωση Άρθρα Κοινωνία Παιδεία Πολιτισμός
Το νέο πόνημα του Δημήτρη Κατσαφάνα σε συνέχειες, στο spartorama.gr (Μέρος Ι΄)
Το καλλιεργημένο κοινό, ο καλλιεργημένος άνθρωπος, το άνθος του πολιτισμού μας, όπως συχνά λέγαμε μέχρι χθες, αλλά και σήμερα, αποχωρίσθηκε από τις ρίζες του και χάνει την επαφή του με τη γη.

Μέρος Θ΄



Όταν ένας κόσμος λησμονεί τον εαυτό του, ριγμένος στον κατακλυσμό των προκλήσεων

    

Ας αρχίσω εδώ κάπως απότομα, και ας αρχίσω με μια εικόνα. Γιατί στην εικόνα, γενικά στην τέχνη, η ιδέα, το νόημα παίρνει μορφή, αντικειμενικοποιείται.

Λοιπόν, ο Δανός Σαίρεν Κίρκεγκααρντ, «φιλοσόφος της υπάρξεως» τον 19ο αιώνα, μας μιλάει με μια συμβολική εικόνα. Παραθέτω το λόγο του σε μετάφραση Γρηγ. Κωσταρά:

«Σκέψου, λέει, ένα πολύ μεγάλο πλοίο. αν θέλεις ακόμη πιο μεγάλο από τα πιο πελώρια που κατασκευάζονται σήμερα με θέσεις για 1.000 ταξιδιώτες, εφωδιασμένο με όλα τα σύγχρονα μέσα, αναπαυτικό πολυτελέστατο. Είναι απόβραδο. Εύθυμη ατμόσφαιρα γεμίζει την καμπίνα. Όλα μεγαλόπρεπα φωτισμένα, όλα απαστράπτοντα, ακούγεται μεθυστική μουσική κοντσέρτου. Με μια λέξη: πλήμμυρα χαράς, ευθυμίας, απολαύσεως κι ο αέρας να κουβαλά τον θόρυβο και την πολύβουη κίνηση μέσα στη σιγαλιά του απόβραδου. Πάνω στο κατάστρωμα στημένος ο καπετάνιος. Δίπλα του ο πρώτος βαθμοφόρος. Αρπάζει το τηλεσκόπιο και το φέρνει μπροστά στα μάτια του Καπετάνιου, ο οποίος ψυχρός απαντά. Δεν μου χρειάζεται, το βλέπω καθαρά το μικρό άσπρο σημάδι στον ορίζοντα – θα έχωμε φοβερή νύχτα απόψε.

Και μοιράζει, με την ευγενή θαρραλέα ηρεμία του πολύπειρου ναυτικού τις διαταγές του: - Το πλήρωμα να μείνει άγρυπνο, ο ίδιος θ’ αναλάβω την κυβέρνηση του πλοίου. Χάνεται ύστερα στην καμπίνα του. Δεν έχει κουβαλήσει μαζί καμμιά μεγάλη βιβλιοθήκη, όμως έχει μαζί του ένα αντίτυπο της Βίβλου. Την ανοίγει και όλως περιέργως βρίσκει το χωρίον: “Ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σού”. Υπέροχα. Τότε κάνει τον σταυρόν του, ενδύεται με την βραδυνήν ενδυμασία υπηρεσίας και είναι έτοιμος, υγιής και ακέραιος, ο πεπειραμένος ναυτικός. Αλλά στην αίθουσα γίνεται διασκέδασις. Ακούγεται το τραγούδι και η μουσική και η φλύαρη συζήτησις και ο θόρυβος και το κροτάλισμα του πιάτου και της γαβάθας και το σπίθισμα της σαμπάνιας και οι προπόσεις εις υγείαν του καπετάνιου κ.λ.π. κ.λ.π. – Τρομερή θα είναι η νύχτα που έρχεται και ίσως “εν ταύτη τη νυκτί” την ψυχή σου θα απαιτήσουν. Δεν είναι αλήθεια φοβερό; Και όμως υπάρχει κάτι φοβερώτερο. Όλοι είναι ίδιοι. Ο καπετάνιος διαφέρει. Στην καμπίνα πέφτει γλέντι και διασκέδαση και ο διασκεδαστικώτερος όλων είναι ο Καπετάνιος. Το άσπρο σημάδι στον ορίζοντα παραμένει. Θα έχωμε φοβερή νύχτα απόψε. Αλλά κανένας δεν βλέπει το άσπρο σημάδι, ούτε έχει ιδέα τί σημαίνει. Και όμως όχι (κι αυτό θα ήτο το φοβερώτερο), όχι, εκεί στέκεται ένας που βλέπει το άσπρο σημάδι και γνωρίζει τί προμηνύει, αλλά, αλλοίμονον! Αυτός είναι ένας επιβάτης, χωρίς καμμιά εξουσία πάνω στο πλοίο. καμμιά δράση δεν ημπορεί ν’ αναλάβει, ε? μή μόνον να ζητήσει τον καπετάνιο. Τέλος αυτός έρχεται, αλλά δεν θέλει τίποτε ν’ ακούσει και γλιστράει γελώντας και αυτός μέσα στην αίθουσα και χάνεται κάτω από τους αλαλαγμούς και τον θόρυβο ανθρώπων και ποτηριών και των εις υγείαν του καπετάνιου, που υποκλινόμενος ευχαριστεί. Μέσα στην αγωνία του ο δύστυχος ταξιδιώτης τολμά πάλι να βρεί τον καπετάνιο. Αλλά αυτή την φορά τον μεταχειρίζεται αγενώς ο καπετάνιος. Και όμως το άσπρο σημάδι είναι εκεί στον ορίζοντα – φοβερή θα είναι η νύχτα που έρχεται. Αλλά φοβερώτερο είναι ότι ο μοναδικός, ο οποίος βλέπει και ξέρει τί επίκειται, είναι ένας επιβάτης».

Ο επιβάτης, το έδειξαν τα γεγονότα, είχε δίκαιον. Η Ευρώπη εισήλθεν εις την βαθείαν νύκτα, αφού κάηκε στις φλόγες των δύο παγκοσμίων πολέμων (Κωσταρά Γρηγ., Soeren Kierkegaard Ο Φιλόσοφος της Εσωτερικότητας, Αθήναι 1992, Στ΄ Έκδοσις, σσ. 238-240).

Τί σημαίνουν όλα αυτά; Είναι απλό. Τον άνθρωπο τον βαραίνουν οι αισθήσεις. Τον κουράζει η εγρήγορση της συνείδησης, ρέπει προς τον ευδαιμονισμό. Κανείς δεν «γρηγορούσε» εκείνη την τρομερή νύχτα, εκτός από τον επιβάτη στο κατάστρωμα, τον άνθρωπο δηλαδή που κρατούσε άγρυπνη τη συνείδησή του. Και το ερώτημα σήμερα είναι: έπειτα από τόσες απρόβλεπτες παλινδρομήσεις, τόσες ταλαντεύσεις της ιστορίας, μπορεί ο άνθρωπος, στα χείλη της αβύσσου όπου έφθασε, να συνειδητοποιήσει τον έσχατο κίνδυνο και μάλιστα σε πλανητικό επίπεδο, να εγερθεί και να πάρει τη μοίρα στα χέρια του; Ποιος θα απαντήσει; Μήπως ξόφλησε ο άνθρωπος, όπως υποστήριξαν κάποιοι; Να δεχτούμε ότι έπαιξε όλους τους ρόλους; «κουράστηκε να σπάει είδωλα;». Εφιαλτική ακούγεται η φωνή του Ρεμπώ από το β΄ μισό του 19ου αιώνα. «Ναί, ο άνθρωπος είναι θλιμμένος και άσχημος. Θλιμμένος κάτω από τον απέραντο ουρανό» (Ήλιος και Σάρκα). Η σκεπτόμενη ποίηση του νεαρού Γάλλου Αρθούρου Ρεμπώ, απευθύνει σκληρά ερωτήματα στον πλανητικό κόσμο μας, ένα κόσμο που ακροβατεί πάνω στο κενό. Συγκεκριμένα θα ειπεί: άρχοντες και βιομήχανοι, υπάλληλοι και επαναστάτες, αφεντικά και εργάτες, αυτοκρατορίες και δημοκρατίες, στρατοί, λαοί και αποικίες, όλοι είναι μπλεγμένοι στα γρανάζια της συνεχούς εκδίκησης, μέσα στο εμπόλεμο και έντρομο γίγνεσθαι, μές στην πλανητική τροχιά που συνθλίβει τη γερασμένη γη, προκειμένου να εξασφαλισθεί η προγραμματισμένη οικοδόμηση αυτού του μικρού ξεθωριασμένου και επίπεδου κόσμου» (Η Εποχή στην κόλαση. Βλέπε πρόχειρα Κ. Αξελού, «Προς την πλανητική σκέψη», σ. 202). Δυστυχώς, η προοπτική μιας μεγέθυνσης της δυσαρμονίας μεταξύ των πληθυσμών στον πλανήτη επιταχύνεται στον καιρό μας. Αυξάνονται οι εντάσεις, η απελπισία σε πλήθη κόσμου, ενώ αντίθετα στη ζωή άλλων υπάρχει ένας κατακλυσμός προκλήσεων και ανευθυνότητας χωρίς να μπορούν να ιδούν το πρόβλημα. Αλλά υπάρχει και το αντίθετο της διάλυσης, υπάρχει και η Ζωή, η ζωϊκή ορμή κατά της δύναμης του θανάτου. Κατά κάποιο μέτρο, είμαστε ελεύθεροι, έχουμε χρέος να διαμορφώσουμε τη ζωή μας. Ούτε η αλήθεια του Ευαγγελίου ξεπεράστηκε, όπως θέλει ο Ρεμπώ. Ναι, είναι αλήθεια ότι ο άνθρωπος στις αναζητήσεις του εμπλέκεται σε τραγικές αντινομίες, που απορρέουν από την ελευθερία μας να επιλέξουμε. Αυτή είναι η φύση του, αλλά δεν είναι μόνο αυτό η φύση του ανθρώπου. Ο άνθρωπος πράττει συνήθως από ένα κοινωνικό αυτοματισμό, από εθισμό, μηχανικά. Η ζωή όμως γεννάει τη χαρά της δημιουργίας. Στη χαρά υπάρχει μια ακτινοβολία, όλα επικοινωνούν μεταξύ τους, ενώ αντίθετα στο μίσος, στο φανατισμό, όλα είναι κλειστά. Δεν ακτινοβολεί ο φανατισμός. Ακτινοβολεί σε τελική ανάλυση η θεία Χάρη. Για την τραγική συνείδηση το κακό ποτέ δεν καταργείται. Ο άνθρωπος αγωνιά, γρηγορεί, αλλά τελεί και σε φυσικό ύπνο, συχνά ύπνο της συνείδησης. Ποιο, λοιπόν, είναι το επόμενο βήμα μας στην  εποχή που οι τεχνοεπιστήμες επιβάλλουν τους ρυθμούς τους; Η τεχνική πλέον τοποθετείται στο κέντρο της σχέσης άνθρωπος-κόσμος, με τη συνέπεια η ζωή να κινείται στο κενό και η άβυσσος να μεγαλώνει. Και το ερώτημα: Αγρυπνεί κανείς, κάποιος σοφός, στις κρίσιμες σκοπιές της σύγχρονης ιστορίας;

 

-------

 

Ποιους λόγους έχουμε να κάνουμε αυτές τις σκέψεις, αυτά τα συνεχή ερωτήματα; Μα τί ήταν εκείνη «η … ενοχλητική και επικίνδυνη μυίγα», το διαλεκτικό δαιμόνιο του Σωκράτη; Και βέβαια είναι επικίνδυνο να παίζει κανείς με τη λογική και την ηθική. Κανένας δεν μπορεί να ειπεί πού βρίσκονται τα όρια του ανθρώπου. Γιατί τα πάντα στη ζωή δεν είναι μόνο συνείδηση. Είναι και το ασυνείδητο, η άγραφη ιστορία της ανθρωπότητας από αδιανόητους χρόνους, μια ανεξάντλητη δυναμική.  

Εδώ και δισεκατομμύρια χρόνια, η γη τραβά το δικό της δρόμο, εξακολουθεί να γυρίζει. Συμπερασματικά, όλα επαναλαμβάνονται και φαίνεται πως δεν είμαστε τόσο ελεύθεροι για να αποφύγουμε τούτη την επανάληψη. Τραγικό στοιχείο της ζωής είναι η αναζήτηση μιας ανύπαρκτης ευτυχίας. Χρειάζεται τόλμη και σύνεση για να μάθουμε πως η ζωή χτίζεται με την πεζή καθημερινότητα, αλλά και από υψηλές στιγμές. Ναί, υπάρχει πολύς πόνος στην ιστορία. «Πίσω από τη χαρά και το γέλιο», λέει ο Όσκαρ Ουάϊλντ, «μπορεί να υπάρχει μια ιδιοσυγκρασία άξεστη, σκληρή και αναίσθητη. Αλλά πίσω από τη θλίψη υπάρχει πάντοτε θλίψη. Ο πόνος, αντίθετα από τη χαρά, δεν φοράει μάσκα. Ο πόνος μας στρέφει προς τα μέσα μας, είναι ο μεγάλος παιδαγωγός, «μορφώνει για την αιωνιότητα». Κανείς βέβαια δεν διαλέγει τον πόνο, του οποίου η παρουσία στη ζωή είναι μεγάλο μυστήριο. Χωρίς πόνο δεν υπάρχει γέννηση, δημιουργία, ελευθερία. Δεν υπάρχει αλήθεια, ομορφιά. Η ομορφιά της τέχνης, για παράδειγμα, δεν κατοικεί στην καθαρή ιδέα, εκεί δηλαδή που δεν υπάρχει πόνος, πόνος ηθικός και σωματικός, αλλά ριζώνει πρώτα στο χώμα της γης, στα παθήματα, στην ιστορία των βασανισμένων ανθρώπων. «Η ομορφιά», για να μιλήσω με τη γλώσσα του Κ. Τσάτσου, «δεν είναι ωραία, γιατί είναι ιδέα, αλλά γιατί είναι ιδέα της ενσάρκωσης». Με αυτά θέλουμε να δείξουμε, ότι πόνος και αγάπη στη ζωή είναι στενά συνυφασμένα. Ότι τα πάντα στη ζωή δεν είναι μια τεχνικοοικονομική-επιστημονική οργάνωση. Σε ένα κόσμο που αποσυντίθεται ο πολιτισμός του, τα προβλήματα του ανθρώπου αποκτούν ένταση και έκταση πρωτόγνωρη.

Ξαναπιάνοντας τώρα το νήμα των συλλογισμών μας για τη σκοτεινή πλευρά της ψυχής, ας θυμίσουμε και το εξής, ότι δηλαδή η πραγματικότητα, κοινωνική και ψυχική, είναι δύσκολο να αποκρυπτογραφηθεί. Κάτω από την τάξη, κρύβεται η αταξία, πολλή ψυχική ταραχή, από την οποία οι δυνατοί κατορθώνουν να είναι απαλλαγμένοι. Και υπήρξαν ανέκαθεν ακόμη και ανώτατοι πολιτικοί ηγέτες που ήταν ή και είναι φορείς αυτής της ψυχικής ταραχής, το πιο συχνό φαινόμενο στην εποχή μας. Δεν θα μιλήσω για τους πολέμους, τις σφαγές που γίνονται γύρω μας -Ουκρανία και κυρίως Μέση Ανατολή-. Και να σκεφθεί κανείς ότι στις κρίσιμες ώρες της ζωής, η αυθεντική πολιτική πράξη είναι η κατ’ εξοχήν ηθική πράξη, αφού από την απόφαση περί του πρακτέου, θα κριθεί η ζωή μας, θα γίνει η μοίρα μας, πεπρωμένο μας. Αυτό τουλάχιστον, η επίγνωση δηλαδή, ότι η ηθική συνείδηση που πηγάζει από την βαθύτερη ρίζα της προσωπικότητας, από τα βαθύτερα στρώματα της ψυχής, μένει σαν η μεγαλύτερη ανθρώπινη ελπίδα. Το «εύ φρονείν», δηλαδή η σωφροσύνη, η φρονιμάδα οφείλει να είναι το ζητούμενο και σήμερα. Γιατί αυτή είναι η εξισορρόπηση των παθών υπό το φως του Νου. Χρειάζεται θάρρος και όταν μάλιστα είσαι δημόσιος άνδρας, πολιτικός. Θυμίζω πρόχειρα εδώ κάτι που θυμάμαι. Ο Πρόεδρος της Τσεχοσλοβακίας στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του προς τον λαό, το 1990, είχε το στοιχειώδες θάρρος να ειπεί: «Η χώρα μας δεν ευημερεί. Το τεράστιο δημιουργικό και πνευματικό δυναμικό του έθνους μας δεν χρησιμοποιείται αποτελεσματικά… Το χειρότερο είναι ότι ζούμε σε ένα μολυσμένο ηθικά περιβάλλον. Αρρωστήσαμε ηθικά, επειδή συνηθίσαμε να λέμε κάτι διαφορετικό από αυτό που σκεφτόμαστε. Μάθαμε να μη πιστεύουμε σε τίποτε, να αδιαφορούμε ο ένας για τον άλλον, να ενδιαφερόμαστε μόνον για τον εαυτό μας».

Ποιος θα διαφωνήσει ότι σήμερα είναι «μολυσμένο ηθικά το περιβάλλον», ότι η ψυχική ταραχή, η ψυχική αρρώστια, μεταδίδεται ταχύτερα από οιαδήποτε σωματική; Η λογική αποδείχνεται ανίσχυρη να επηρεάσει τις αβυσσαλέες παρορμήσεις των παθών που απορρέουν από το ασυνείδητο του ανθρώπου. Τί άλλο μπορούμε να ειπούμε εμείς, αφού η σύγχρονη εποχή μας τραβά τον δρόμο της για να φτάσει στις ανέσεις, την ευμάρεια, σε μια ανύπαρκτη, υλιστική ευτυχία; Λέω ανύπαρκτη, γιατί αυτό διδάσκει και από την αρχαιότητα η αναζήτησή της. Ο θετικισμός-η τεχνικοεπιστημονική οργάνωση της ζωής μας, όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε, είναι πλέον ο υπέρτατος τύραννος που δεν διστάζει να επικαλείται ακόμη και το «πνεύμα». Μπορεί εμείς να υποβάλλουμε τα πάντα στον άκαμπτο νόμο της λογικής, αλλά, όπως λέει ο Γιούνγκ, με κάποιο τρόπο η φύση ξεφεύγει από αυτόν τον κλοιό του παραλογισμού μας και μας εκδικείται με ψυχικές διαταραχές, με νευρώσεις, με αρρώστιες ψυχικές και σωματικές.

«Η τροποποίηση του χαρακτήρα μας», εξηγεί ο ίδιος, «που προκύπτει από την εισβολή των ομαδικών δυνάμεων είναι εκπληκτική. Ένα πράο και λογικό πλάσμα μπορεί να γίνει παράφρον ή άγριο θηρίο. Συνηθίζουμε να αποδίδουμε τα παραπτώματά μας σε εξωτερικές συνθήκες, αλλά τίποτε δεν θα μπορούσε να εκραγεί μέσα μας, αν αυτό δεν βρισκόταν εκεί. Πραγματικά, ζούμε αδιάκοπα πάνω σ’ ένα ηφαίστειο και, όσο τουλάχιστον γνωρίζουμε, δεν υπάρχει κανένα ανθρώπινο προληπτικό μέτρο έναντι της πιθανής εκρήξεως, που θα καταστρέψει ό,τι θα βρεθεί κοντά του. Βεβαίως είναι κάτι το σπουδαίο να διακηρύττουμε τη λογική και την ανθρώπινη ευθυκρισία, αλλά τί θα κάμουμε όταν το ακροατήριό μας είναι ένα ολόκληρο φρενοκομείο ή ένα πλήθος κορεσμένο από το ομαδικό πάθος; Και δεν υπάρχει καμμιά διαφορά ανάμεσα σ’ αυτά τα δυό, γιατί ο τρελλός, όπως και η μάζα, κατευθύνεται από συνταρακτικές και απρόσωπες δυνάμεις. Στην πραγματικότητα αρκεί και μόνο η νεύρωση, για να ανακύψει μια δύναμη που δεν μπορεί να δαμασθεί με λογικά μέσα» (Ψυχολογία και Θρησκεία, 1975, σ. 30). Το καλλιεργημένο κοινό, ο καλλιεργημένος άνθρωπος, το άνθος του πολιτισμού μας, όπως συχνά λέγαμε μέχρι χθες, αλλά και σήμερα, αποχωρίσθηκε από τις ρίζες του και χάνει την επαφή του με τη γη. Φυσικό επόμενο ήταν να εισβάλουν ανατρεπτικές δυνάμεις στην ηθική ζωή, δυνάμεις που αλλοιώνουν ριζικά τον άνθρωπο μέσα στα βάθη του εαυτού του, όπως ήδη έχουμε υπογραμμίσει. Πώς, λοιπόν, μπορεί να πραγματοποιηθεί η μεταστροφή του ανθρώπου; Ο Γιούνγκ στα ερωτήματα αυτά δίνει την εξής απάντηση: «Παρόμοια προβλήματα ποτέ δεν επιλύονται από την νομοθεσία ή με διάφορα τεχνάσματα. Μόνον με την γενική αλλαγή στη στάση του ανθρώπου μπορούν να επιλυθούν. Και η αλλαγή αυτή δεν μπορεί να αρχίσει ούτε με την προπαγάνδα, ούτε με τη βία. Αρχίζει με μια μεταβολή στα άτομα. Και θα εκδηλωθεί με τη μεταμόρφωση των ροπών τους, των προτιμήσεών τους και των αποστροφών τους, από την αντίληψή τους για τη ζωή και τις αξίες της και μόνον μια τέτοια συσσώρευση παρόμοιων μεταμορφώσεων ατομικών θα επιφέρει και την ομαδική λύση» (ό.π., σ. 118). Συνετές οι προτάσεις του Γιούνγκ και θα έλεγα μαζί του, ότι οι μεγάλες αλλαγές δεν έρχονται με τύμπανα, αλλά με τα πόδια περιστεριών. Όμως η διαφορά εδώ είναι, ότι για πρώτη φορά στην ιστορία του κόσμου κλονίζεται ο άνθρωπος μέσα στον ίδιο τον εαυτό του, «για πρώτη φορά γίνεται ο άνθρωπος απόλυτος εχθρός και αρνητής του εαυτού του», για να επαναλάβω εδώ την εύστοχη διατύπωση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Σήμερα δεν βρισκόμαστε στην ώρα του πνεύματος, του καλλιτέχνη, του σοφού, αλλά σε ένα κρύο φως της κυρίαρχης τεχνολογίας. «Οι άριστες προσωπικότητες της εποχής μας», έλεγε με δραματική φωνή ο Νίτσε, «είναι εντελώς ανίκανες να γίνουν οδηγοί και συγχρόνως τιμωροί άλλων. Θα ευχόμουν να βρώ παιδαγωγό έναν αληθινό φιλόσοφο, ο οποίος θα είχε την δύναμη να ανυψώνει τους άλλους πάνω από την ψυχική φτώχεια και ο οποίος θα δίδασκε πάλι, ότι οφείλει ο καθένας να είναι στις σκέψεις του και στη ζωή του απλός και έντιμος. Επομένως α- συγχρόνιστος, με την βαθύτερη σημασία της λέξης. Γιατί οι άνθρωποι σήμερα είναι τόσο πολλαπλοί και πολύπλοκοι ώστε κατ’ ανάγκη στερούνται τιμής, όταν θέλουν να ομιλούν, να εκφράζουν γνώμες και να πράττουν σύμφωνα με αυτές». Διευκρινίζω εδώ, ότι «ασυγχρόνιστος» είναι αυτός που δεν είναι φορέας ψυχικής διαταραχής, διαταραχής που παραλύει το αγωνιστικό του πνεύμα. Είναι ο άνθρωπος που συνειδητοποιεί τα προβλήματα της κοινωνίας του, είναι μοντέρνος, αλλά δεν παγιδεύεται, δεν εκμοντερνίζεται.


-------

 

Δοκιμάζεται, λοιπόν, το ανθρώπινο πνεύμα για να γίνει ανθρωπινότερη η ζωή, συγκρούονται οι υποσυνείδητοι πόθοι του με τους συνειδητούς σκοπούς του. 

Το ερώτημα λοιπόν, «τί να κάνουμε», παραπέμπει στο πρωταρχικό ερώτημα: ποιοί είμαστε, ποιά είναι η φύση μας ως ανθρώπων; Και ακόμη, όχι μόνο τί είναι ο άνθρωπος, ποιοί είμαστε, αλλά και το καίριο τί δύναται να κάμει ο άνθρωπος; Το ερώτημα τούτο είναι τόσο κρίσιμο, όσο ήταν πάντοτε. Είναι τόσο νέο, όσο και αρχαίο. Πώς, λοιπόν, εννοούμε την ύπαρξή μας μέσα στον κόσμο; Πώς μπορούμε να αλλάξουμε τη ζωή, όταν, πέρα από την αυταπάτη της Προόδου, αγνοούμε την ίδια την ανθρώπινη φύση μας, τις δυνατότητές μας δηλαδή και τα όριά μας; Πώς, τέλος, μπορούμε, όπως διακηρύσσουν, να αλλάξουμε τον κόσμο, όταν αγνοούμε τον έσω άνθρωπο, το άρρητο; Μια επιγραφή στους Δελφούς που την διάβαζαν όλοι ήταν: «Γνώθι σαυτόν» (γνώρισε τον εαυτό σου). Τονιζόταν το κύριο, η αυτοσυνειδησία. Και δεν είναι τυχαίο ότι στην αρχαία Αίγυπτο και στην Ελλάδα στήθηκαν δύο σφίγγες, η σφίγγα της Γκίζας και η σφίγγα της Ελλάδας, όπως εύστοχα γράφει ο Χρήστος Μαλεβίτσης για να υπογραμμίσει, ότι ο Οιδίποδας έλυσε το αίνιγμα με τη σκέψη του και η σφίγγα κατακρημνίστηκε. Ναί, το έλυσε «ίσαμε ένα όριο». Η σκέψη του όμως, η λογική που έλυσε το αίνιγμα «δεν προσδιορίζει το σύνολο της ανθρώπινης ύπαρξης. Η Σφίγγα ήξερε μόνο τα εξωτερικά χαρακτηριστικά. Δεν ήξερε τα εσωτερικά γνωρίσματα του ανθρώπου. Τα ήξερε όμως το Μαντείο των Δελφών» (Περί του Τραγικού, Αστρολάβος, Ευθύνη 27, σ. 24).

Η Σφίγγα, λοιπόν, των Θηβών ήξερε μόνο τα εξωτερικά, τα οποία όμως βρήκε με το λογικό του ο Οιδίποδας. Το Μαντείο των Δελφών όμως ήξερε και τα εσωτερικά του, τα άλογα στοιχεία του ανθρώπου. Το Μαντείο υποδεικνύει τα βαθύτερα στρώματα της ψυχής του ανθρώπου. Η γλώσσα του πάει βαθύτερα από τη λογική σκέψη. Απορεί κανείς μπροστά στο μυστήριο, στο άγνωστο. Τούτο ακριβώς είναι γόνιμη γνώση, γνώση αρχέγονη. Το «Γνώθι σαυτόν» πάει πολύ μακριά, στο βαθύτερο, το απώτατο παρελθόν της ανθρωπότητας, στο σύνολο των ανθρώπων επί της Γης. Η ανθρώπινη μοίρα έχει θεμελιωθεί πολύ βαθιά. Υπήρξαν πανάρχαιοι, προϊστορικοί πολιτισμοί. Υπάρχει ένας κοινός άξονας της παγκόσμιας ιστορίας που αρχίζει με την προσωπική-πρακτική οργάνωση στο Νείλο, στη Μεσοποταμία, στις Ινδίες, την Κίνα. Για μας τους χριστιανούς, όπως είπε ο Έγελος, είναι η εμφάνιση του Χριστού. Ο άξονας αυτός έπρεπε να νοείται όχι μόνο από τους χριστιανούς, αλλά να είναι άξονας αδιακρίτως για όλους τους ανθρώπους. «Πράγματι», λέει ο Έγελος, «ανάμεσα στο 800 έως το 200 π.Χ. παρουσιάστηκαν στην Ελλάδα, στο Ισραήλ, στην Περσία, στις Ινδίες και στην Κίνα, μεγάλα πνευματικά μνημεία, τα οποία διαμόρφωσαν τη συνείδηση και την οποία, κατά ένα τρόπο, διατηρούμε ακόμη έως σήμερα». Άπειρα γεγονότα και δυνάμεις εμπλέκονται και ερμηνεύονται μόνο με το μύθο, ο οποίος μύθος δεν τα αφήνει στη συγκροτημένη ποικιλία τους, ποικιλία άγνωστη και «δαιμονική», αλλά την ανάγει σε βασικές μυθικές πραγματικότητες που δρουν αγνοημένες στο υποσυνείδητο της ανθρωπότητας. Πρώτοι όμως στην πανανθρώπινη ιστορία υπήρξαν οι Έλληνες, γιατί μέσα τους ωρίμασε ο νους. Οι Ίωνες φιλόσοφοι είναι οι πρώτοι θεωρητικοί της Φύσης, οι πρώτοι «φυσικοί». Έτσι άρχισε η λογική, η φιλοσοφική σκέψη, ώστε να φθάσουμε έως εδώ σήμερα.  

Το κύριο, λοιπόν, για εμάς σήμερα είναι να ξανασκεφθούμε το μονόδρομο του στεγνού ορθολογισμού. Να συνειδητοποιήσουμε ότι τα πράγματα του κόσμου, η «αλήθεια» τελικά είναι σύνθετη. Η επιστήμη και η τεχνολογία φυσικά ακολουθεί τον δρόμο της και από μόνη της δεν είναι εσφαλμένη. Εσφαλμένη είναι η ιδέα του ανθρώπου που είναι πίσω από τις εξελίξεις. Το πρόβλημα τελικά είναι πρώτα πρόβλημα του ανθρώπου σε συνάρτηση με την τεχνική.

Προβλήματα του ανθρώπου σήμερα γίνονται η δημογραφική ανισορροπία ανάμεσα στις φτωχές και τις πλούσιες χώρες του πλανήτη, η κλιματική μετανάστευση, οι εθνοφυλετικές ταραχές, οι οικονομικές δραστηριότητες στον αναπτυσσόμενο κόσμο, τα δισεκατομμύρια των χειμαζομένων αγροτών, η ανταγωνιστική δημιουργία νέων εργοστασίων, η καταστροφή τέλος του παγκόσμιου οικοσυστήματος. Ένα λεπτό στρώμα της βιόσφαιρας καταστρέφεται, το οποίο είναι ενιαίο και αναλλοίωτο. Όλος ο πλανήτης υπερθερμαίνεται σε πρωτοφανές σημείο, με συνέπεια πρωτόγνωρες πλημμύρες. Η Μεσόγειος κυριολεκτικά φλέγεται, στην Ευρώπη η θερμοκρασία αυξάνεται σε διπλάσιο ρυθμό απ’ ό,τι στον άλλο κόσμο. Οι καύσωνες και οι πυρκαγιές έχουν μεγάλο αντίκτυπο στην υγεία του ανθρώπου, στη γεωργία, στα αποθέματα νερού. Η σιτοδεία και ο λιμός των πληθυσμών έρχονται απειλητικά. Έπειτα, οι αποθηκευμένοι πυρηνικοί και άλλοι εξοπλισμοί δισεκατομμυρίων θα μπορούσαν να καταστρέψουν τη ζωή σε ολόκληρο τον πλανήτη. Διδάσκει λοιπόν η ιστορία; Ναί, διδάσκει, αλλά όχι πάντα. Και μου έρχεται στο νου τώρα μια σκηνή από το έργο του Εμίλ Ζολά, «Το ανθρώπινο κτήνος». Το τραίνο πλήρες επιβατών τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα μέσα στη νύχτα σφυρίζοντας αγωνιωδώς. Οι δύο μηχανοδηγοί έχουν πιαστεί στα χέρια με άσπονδο μίσος και το τραίνο τρέχει ακαθοδήγητο σε βέβαιη καταστροφή. Έπειτα από όλα αυτά, πώς μπορείς να ξεχνάς τον Πλάτωνα που ήδη στην εποχή του είπε ότι ο άνθρωπος γίνεται το χαριέστερο πλάσμα όταν τύχει να έχει ορθή παιδεία, αλλά που σε αντίθετη περίπτωση γίνεται το αγριότερο θηρίο από όσα γεννάει η φύση; Αναφερόμαστε ενδεικτικά σε προβλήματα για να δείξουμε ότι ο ανθρώπινος νους δεν βολεύεται, δεν εφησυχάζει. Πώς να γαληνέψει η καρδιά, πώς να σμίξουν οι καρδιές των ανθρώπων με το μονόδρομο που έχει πάρει ο μονόπλευρος πολιτισμός μας; Η ανασφάλεια όσο πάει και μεγαλώνει, τα προβλήματα και οι αμφισβητήσεις σχετικά με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, για αυτό δηλαδή που είναι η εποχή μας, για τον εκμοντερνισμό μας, είναι πολλές. Εύκολα καταδικάζουμε την απομυθοποίηση, την αποϊεροποίηση της φύσης. Όμως τίποτε δεν θα ήταν έξω από εμάς, αν πρώτα αυτό δεν ήταν από πριν μέσα μας. Μέσα μας πρέπει να κοιτάξουμε. Όλο το έξω είναι και «μέσα», είπε ο Γκαίτε. Αυτό το «μέσα», που ο σύγχρονος ορθολογισμός το εξάγει τόσο πρόθυμα προς τα έξω, «με εξισώσεις του τύπου 2+2=4, έχει τη δική του δομή που προηγείται από κάθε συνειδητή…», επεξηγεί πάλι ο Γιούνγκ, για να προσθέσει: «Αν αυτή η ψυχική δομή και τα στοιχεία της, τα αρχετυπικά, δημιουργήθηκαν γενικά ποτέ, τούτο είναι υπόθεση μεταφυσικής και γι’ αυτό δεν μπορούμε να δώσουμε απάντηση» (Άνθρωπος και Ψυχή, «Επίκουρος», Αθήνα 1974, σ. 7).

Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι μόνο πολιτικό-οικονομικό, δεν λύνεται μόνο με την εγκεφαλική -την αφηρημένη- σκέψη, αλλά με τη γόνιμη σύνθεσή της με την εσωτερικότητα, με τις δυνάμεις της πανάρχαιης ανθρώπινης ψυχής, χάσμα βέβαια αγεφύρωτο ανάμεσα σε αντίθετες δυνάμεις. Βλέπετε; Δεν προλάβαμε να συγχρονιστούμε με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και ήδη «μας καλωσορίζουν στην συνθετική εποχή, στη νέα εποχή, την εποχή της τεχνητής νοημοσύνης. Δεν προλαβαίνουμε να σκεφθούμε, να αφομοιώσουμε τη μια βιομηχανική-τεχνολογική ανακάλυψη και μας προλαβαίνει μια νέα. Συνέπεια τούτου, το άγχος, οι ψυχικές διαταραχές, η αμηχανία, την ώρα του αναμφισβήτητου θριάμβου της επινοητικής δύναμης, της τεχνικής δεξιότητας του ανθρώπου. Ραγδαίες οι εξελίξεις.


Μέρος ΙΑ΄


Οδός Εμπόρων