Δευτέρα, 30 Δεκεμβρίου 2024
Επί τέλους, για ποιο Διαφωτισμό μιλάμε;
Διαφωτίσαμε τα πάντα, αλλά στο βάθος υπάρχουν φαντάσματα Στον κόσμο αυτό ποτέ δεν θα καταλάβουμε γιατί τόσα απαίσια
γεγονότα και καταστάσεις φορούν το πιο λαμπερό κάλυμμα. Η προοδευτικότητά μας,
αιώνες τώρα, παραμένει επίπεδη, ανεπαρκής. Όλοι οι δρόμοι που ανοίχθηκαν είναι τελικά δρόμοι
θαμποί, παρά τους ενθουσιασμούς με τους οποίους ανοίχθηκαν και την συνακόλουθη
προσμονή ενός μέλλοντος. Φτάσαμε να έχουμε μια κουλτούρα με σταχτιά χρώματα,
κουλτούρα αναπόφευκτα τεχνική, άψυχη. Τα δίκτυα πληροφόρησης κατακυριεύουν πλέον
τα πάντα γύρω μας, ενώ μας απειλούν καινούργιες, πρωτοφανείς περιπλοκές και
νέοι κίνδυνοι σ’ ολόκληρη την ανθρωπότητα. Όλα αυτά διαμορφώνουν το πεδίο χωρίς
να αναφαίνεται στον ορίζοντα κάποια μεγαλοφυΐα, ενώ ταυτόχρονα όλοι είμαστε
«κριτές», καχύποπτοι ο ένας προς τον άλλο. Αναμένουμε ένα μελλοντικό άνοιγμα,
ένα μέλλον φωτεινό, μια νέα αυγή. Αλλά δεν φαίνεται πουθενά στον αιώνα μας,
όπου εισβάλλουν στη ζωή συλλογικές δυνάμεις με εκπληκτική ταχύτητα. Δεν
φαίνεται πουθενά μια αποσύνδεση της λογικής από την πίστη, διότι άλλο η λογική
και άλλο η πίστη. Αν η πίστη έχει ανάγκη της λογικής, τότε δεν είναι αληθινή
πίστη. Θα βρεθεί άραγε μια μέρα ο άνθρωπος στο γαλήνιο δρόμο της σκέψης; Θα
μπορούσε μήπως η ένοχη συνείδηση, το δώρο αυτό που δόθηκε στον άνθρωπο, να κάμει
μια βαθύτερη-ανώτερη αυτοκριτική; Για την ώρα, υπό την επίδραση του λεγόμενου επιστημονικού
διαφωτισμού, ο άνθρωπος γλιστράει στο μηδενισμό, στον αθεϊσμό. Η ψυχοπαθολογία
των νευρώσεων, η ανασφάλεια των ψυχικών λειτουργιών είναι συνέπεια ενός
ακατανίκητου παραλογισμού μας, της λογικής δηλαδή εξήγησης των πάντων. Γίνεται
αποδεκτό ότι όλες οι δυνάμεις, φυσικές και μεταφυσικές, μπορούν να δαμαστούν με
λογικά-επιστημονικά μέσα. Ύστερα από τις φοβερές εμπειρίες της εποχής,
προβάλλει με απειλητική ένταση το πρόβλημα του ανθρώπου. Αλήθεια, πώς φτάσαμε σ’ αυτήν την κατάσταση της πρωτοφανούς
βίας, του αβυσσαλέου μίσους; Είναι πολλά τα αίτια. Θα ξεχωρίσουμε εδώ την
περίοδο του Διαφωτισμού με την απόλυτη πίστη του στον ορθολογισμό, ο οποίος με
τη σειρά του οδήγησε «στο να στερέψουν οι πηγές της πίστεως, δηλαδή
αποκλείστηκε το ανορθολογικό, το άλογο, το οποίο απαρχής του Κόσμου είναι
συστατικό του, συστατικό της ανθρώπινης μοίρας» (Κάρλ Γιάσπερς). Λοιπόν: ο Διαφωτισμός είναι αισιόδοξος. Αποδίδει ιδιάζουσα
σημασία στα θέματα αγωγής, προάγει τις ζωντανές γλώσσες, και ιδιαίτερα τα
εθνικά ιδιώματα σε βάρος των νεκρών γλωσσών, καλλιεργεί την ελεύθερη κριτική
έρευνα, τη γνώση του φυσικού κόσμου, κηρύσσει την ανεξιθρησκεία, διδάσκει την
αξία του προσώπου, του κάθε ανθρώπου. Για το Διαφωτισμό ο ορθός λόγος είναι ο ισχυρότερος από
οποιαδήποτε παράδοση και αυθεντία. Το πείραμα νικά την παράδοση και εξασφαλίζει
τη γνώση του φυσικού κόσμου (Κ. Δημαράς). Ορθολογισμός, λοιπόν, φιλελευθερισμός
και επιστημονικός πειραματισμός του 18ου αιώνα είναι κατακτήσεις ήδη του 17ου
αιώνα, εποχή που είχαν αρχίσει στην Αγγλία με τον Τζών Λόκ κ.ά. Ας σημειωθεί
ότι οι κατακτήσεις εκείνες ήταν συνέπεια μιας βαθύτερης οικονομικής-κοινωνικής
αλλαγής στη Δυτική Ευρώπη. Και μια και μιλάμε για το παρελθόν, δεν πρέπει να
ξεχνάμε τους Ίωνες φιλοσόφους, τους πρώτους «θεωρητικούς» φυσικούς, τους
σοφιστές έπειτα, τους επικούρειους, που εργάστηκαν στον καιρό τους ως
διαφωτιστές. Ας κρατήσουμε ακόμη στο νου, ότι από τον 17ο αιώνα έχουμε αστικές
επαναστάσεις στην Αγγλία και ριζοσπαστικότερες στη Γαλλία, στον 18ο αιώνα με
τους προεπαναστατικούς λογίους, όπως ήταν ο Βολταίρος, ο Μοντεσκιέ, ο Ρουσσώ, ο
Ντιντερό και οι Εγκυκλοπαιδιστές. Και βέβαια δεν έλειπαν και οι ιδεολογικοί
διωγμοί, ενώ όλοι αυτοί οι λόγιοι-φιλόσοφοι παρουσιάζουν μεταξύ τους και πολλές
διαφορές. Ένα πνευματικό κίνημα, λοιπόν, είναι ο Διαφωτισμός της
Δυτικής Ευρώπης. Πολύ συνοπτικά, αυτά είναι τα λεγόμενα «Φώτα» της Λογικής.
Στην πλειοψηφία τους είναι ορθολογιστές και επιχειρούν να καταλύσουν την ιδεαλιστική
μεταφυσική και το θρησκευτικό δόγμα. Ας σημειωθεί δε ότι στη Γερμανία, με το
πλήθος αυταρχικών ηγεμόνων, χώρα οικονομικά καθυστερημένη, ο Διαφωτισμός δεν
έφτασε ως ζωντανή εκδήλωση. Η μεγάλη αντίδραση κατά της λογικής-υλιστικής
αντίληψης του Διαφωτισμού προήλθε από τον Εμμανουήλ Κάντ (1724-1804). Συμφωνεί
με τους εμπειριστές (Locke) πως οι γνώσεις μας έχουν πηγή την εμπειρία που
βάζει τους νόμους στην πραγματικότητα που μας δίνουν οι αισθήσεις. Αλλά
υπάρχουν και από πριν (a priori) αρχές. Στο κίνημα λοιπόν του Διαφωτισμού
αντιτάσσεται η πνευματοκρατία του κινήματος «Θύελλα και Ορμή» (Sturm und
Drang). Ο Ρενέ Ντεκάρτ (Καρτέσιος) π,χ. είναι ο πρώτος που μετρίασε
την βεβαιότητα του εμπειρισμού, την αξία της γνώσεως που μας δίνει ο
εμπειρισμός. Εμπειρισμός και ορθολογισμός γι’ αυτόν είναι δύο αμοιβαία όρια
μιας σχέσης επιστημονικής. Ούτε μόνη η εμπειρία (οι αισθήσεις, το πείραμα),
ούτε μόνη η λογική, είναι ο δρόμος για τη γνώση της πραγματικότητας, αλλά
συνυπάρχουν στον ψυχοσωματικό οργανισμό, στο πνεύμα του ανθρώπου. Ας δούμε το
πράγμα κάπως αναλυτικότερα, έτσι θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε τους διάφορους
δρόμους που ακολούθησε ο άνθρωπος για να γνωρίσει τον κόσμο, τον μικρόσμο και
τον μακρόκοσμο. Ο Ντεκάρτ λοιπόν έδειξε πρώτος ότι οι αισθήσεις από μόνες τους
δεν μπορούν να εννοήσουν τα γύρω αντικείμενα, αλλά το πνεύμα, δηλαδή ο νους, το
λογικό, είναι αυτό που μπορεί να συλλάβει τα αντικείμενα, να τα εννοήσει. Στο
έμψυχο σώμα υπάρχει λογικός πυρήνας, ένας βαθμός δηλαδή συνείδησης,
αυτοσυνειδησίας. Έτσι με τις βιολογικές μας λειτουργίες, τις αισθήσεις,
συνυπάρχει η σκέψη, η συνείδηση. Από κανέναν άνθρωπο δεν απουσιάζει αυτή η
πρωταρχή της σκέψης. Δεν έχει σημασία σε ποιό βαθμό έχει φτάσει το πνεύμα του,
η αυτογνωσία του. Το γνωστό «σκέπτομαι άρα υπάρχω», για τον Καρτέσιο είναι η
άμεση αυτοβεβαίωση του ανθρώπου για την ύπαρξή του. Με απλά λόγια ο Ντεκάρτ
αμφιβάλλει για τις «αλήθειες» των αισθήσεων, της εμπειρίας γενικά. Η αμφιβολία
του εδώ είναι φιλοσοφική μέθοδος. Δηλαδή αμφιβάλλει για όλα που βλέπει, που ακούει,
που σκέπτεται. Ζητάει να βρει μια λογική
βάση για να φθάσει σε κάτι για το οποίο δεν αμφιβάλλει. Ιδού πρόχειρα ο
συλλογισμός του: «Για όλα αμφιβάλλω, για ένα δεν αμφιβάλλω, για το ότι
αμφιβάλλω. Σκέπτομαι άρα υπάρχω» (Cogito ergo sum). Μόνον έτσι, με την
αμφιβολία φτάνει τελικά στην καθαρότητα της συνείδησης, η οποία είναι παράγωγο
της ενάργειας του θεού. Αποδεικνύει έτσι την ύπαρξη της ύλης, του χώρου, της
κίνησης, του σωματικού κ.λπ. με την αναφορά του στις δημιουργικές ενέργειες του
θεού (Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, Φιλοσοφία τ. Α΄, σ. 97). Αυτά μόνο σαν μια πολύ
γενική φιλοσοφική θεώρηση. ------- Ας περάσουμε τώρα σε κάποιες γενικότερες παρατηρήσεις για το
Διαφωτισμό. Ο Διαφωτισμός είναι ευρωπαϊκό φαινόμενο, μπορεί να θεωρηθεί ως
ολοκλήρωση του ανθρωπιστικού κινήματος, της πεποίθησης δηλαδή ότι ο άνθρωπος
νοείται ως πρώτη αξία, όπως και η παιδεία, η μόρφωση, πεποίθηση που
διαμορφώθηκε στη μεγάλη Αναγέννηση. Ας σημειωθεί εδώ, ότι ο ελληνισμός δεν είχε
την τύχη να ζήσει την μεγάλη Αναγέννηση, η οποία είχε αρχίσει να διαφαίνεται
και στο ύστερο Βυζάντιο. Ας σημειωθεί επίσης ότι, κατά τους χρόνους της
δουλείας του ελληνισμού, η Ευρώπη αντίθετα πρωτογνωρίζει μια ραγδαία οικονομική
άνοδο. Είναι δε σημαντικό ότι στην περίοδο του Διαφωτισμού και ο ελληνισμός
γνωρίζει μια οικονομική άνοδο με τους εμπόρους στη Μεσόγειο και τους έλληνες
λογίους στην Ευρώπη. Ο ελληνισμός, στους δύο πρώτους αιώνες της δουλείας
στηρίχτηκε κυρίως στην Εκκλησία και στο κοινοτικό σύστημα. Η Εκκλησία ποτέ εδώ
δεν έχασε το οργανικό της, πολιτιστικό της πρόσωπο, όπως άλλωστε και η
κοινοτική αυτοδιοίκηση, με συνέπεια τη διατήρηση της συλλογικής συνείδησης του
έθνους. Πλήθος είναι οι λόγιοι, Φαναριώτες οι περισσότεροι, από τον Κοσμά τον
Αιτωλό ή τον Ευγένιο Βούλγαρη, κυρίως με τον Ρήγα Βελεστινλή και τελευταίο τον
Αδαμάντιο Κοραή. Και βέβαια ο Διαφωτισμός της Ευρώπης επέδρασε στον ελληνισμό,
αλλά πάντοτε μετριασμένος από την αρχαία ελληνική παιδεία και την ορθόδοξη
παράδοση. Νύξεις κάνω εδώ. Από τα χαρακτηριστικά του 17ου και 18ου αιώνα σε ένα
πράγμα καταλήγουμε: ότι ο ορθολογισμός και το πείραμα είναι τα θεμέλια της
επιστημονικής προόδου. Μετά την Αναγέννηση ακολουθεί ο αιώνας του ορθολογισμού,
του φιλελευθερισμού, των επιστημών και του εμπειρισμού. Το προβάδισμα είναι η
κριτική σκέψη, η ελεύθερη έρευνα όλων των αξιών, των πολιτικών, οικονομικών,
κοινωνικών, θρησκευτικών. Ένα κλίμα ενθουσιασμού επικρατεί για την καλυτέρευση
της κοινωνίας. Το όργανο τώρα είναι ο ορθός λόγος, η ανθρώπινη λογική. Έκτοτε,
από το επιστημονικό εργαστήριο η επιστήμη οδηγήθηκε στο εργοστάσιο. Δεν είχε
όμως ακόμη η επιστήμη υποδουλωθεί στην τεχνική, πράγμα όμως που γίνεται
ιδιαίτερα εδώ και έναν αιώνα και μάλιστα στις ημέρες μας. Λέω υποδουλώθηκε,
γιατί η επιστήμη είναι αυτή που πρώτη θέτει τις βάσεις. Ο κόσμος τότε
ονειρεύτηκε έναν κόσμο καινούργιο, τα θεμέλια της παλαιάς τάξεως πραγμάτων, η
ιεραρχία των αξιών κ.λπ. κλονίστηκαν. Πολιτικές ιδέες, οικονομικές θεωρίες, η
δημιουργία της αστικής τάξης, οι νέες τάσεις επιτάχυνσης στην εξέλιξη των
πολιτικών πραγμάτων στην Ευρώπη και στην Αμερική, είναι τα χαρακτηριστικά της
εποχής εκείνης που προηγείται χρονικά της σύγχρονης εποχής μας. Ας σημειωθεί
όμως, ότι οι νέες ιδέες ευαισθητοποίησαν ένα μέρος μόνο της κοινής γνώμης. Η
μεγάλη μάζα των λαών παρέμενε αρχικά αμέτοχη. Όπως και να ’χει, η Γαλλική
Επανάσταση (1789-1815) με τους ναπολεόντειους πολέμους, απότοκος του
Διαφωτισμού, αποτελεί το σπουδαιότερο γεγονός του οποίου η επαναστατική
ιδεολογία συνταράζει τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα. Το σύνθημα που
κυριαρχεί είναι: Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη. Αυτά όλα βέβαια ανήκουν πια
στην ιστορία, όλα, με κάποιο τρόπο, μας επηρεάζουν και στις σημερινές
εξελίξεις. Οι αξίες π.χ. της ελευθερίας, της αξιοπρέπειας, της ηθικής
ευθύνης και του αμοιβαίου σεβασμού, άρα και της ανοχής, είναι ακριβώς εκείνες
που επικαλούνται σήμερα οι εκπρόσωποι σχεδόν όλων των λεγομένων Ενωμένων Εθνών.
Όμως είναι φανερό, ότι σε πολλές περιπτώσεις οι αρχές αυτές λέγονται εικονικά,
ενώ την ίδια ώρα βασιλεύουν η βία, η αδιαλλαξία και η διαφθορά. «Αναμφισβήτητα,
λέει ο γάλλος Roland Mortier, η προσφυγή στον ορθό λόγο ως γενική ρυθμιστική
αρχή και κανόνα δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει όλες τις πνευματικές ανάγκες και
όλες τις συναισθηματικές προσμονές. Ο 18ος αιώνας όμως δεν προσδιορίζεται με
αποκλειστικό γνώμονα την κυριαρχία του ορθού λόγου. Ο στοχαστής των Φώτων είναι
ένα όν από σάρκα και αίμα, ένα ευαίσθητο όν». Είναι λάθος, λέει, να
διαχωρίζουμε το συναίσθημα από τη λογική, τον Ρουσσώ που εκπροσωπεί το
συναίσθημα, και από την άλλη τον Βολταίρο που εκπροσωπεί τη λογική (Φώτα του
Ευρωπαϊκού 18ου αιώνα, Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών,
Αθήνα 2003, σ. 31). Αυτός ο μονόπλευρα ακραίος Διαφωτισμός κατηγορήθηκε ότι
προκάλεσε τις φρικαλεότητες της Γαλλικής Επανάστασης, την Τρομοκρατία. Ο Σατωβριάνδος
και άλλοι στην Ευρώπη θα κάνουν λόγο για «ψεύτικα Φώτα». Θα καταλογήσουν
μάλιστα στους εκπροσώπους του Διαφωτισμού το κακό που ακολούθησε και, πρόσφατα,
θα προσάψουν στα Φώτα την ευθύνη για την φρίκη του Ολοκαυτώματος, την ευθύνη
για το Άουσβιτς (ό.π., σ. 55). Είναι βέβαια γεγονός, ότι ο ακραίος, ο ψευδής
Διαφωτισμός, καταστρέφει την παράδοση, οδηγεί στο μηδενισμό, στον αθεϊσμό.
Είναι όμως επίσης αληθινό ότι η έννοια του Διαφωτισμού παρανοείται εύκολα. Ο
ψευδής και ο αληθής Διαφωτισμός συγχέονται και οι δύο σε έναν. Αίτημα, ωστόσο,
παραμένει η ολοκλήρωση του αληθινού Διαφωτισμού ο οποίος, όπως είπαμε, δεν
νοείται χωρίς την καλλιέργεια όλων των
δυνάμεων των ψυχικών λειτουργιών, όλων των αξιών. Να ειπούμε τελικά, ότι για όλη τη σημερινή «κακοδαιμονία»
του δυτικού πολιτισμού φταίει ο Διαφωτισμός; Υπάρχουν εν τούτοις κεντρικές
ιδέες του, που δεν είναι λάθος. Όσο αναγκαία κι αν είναι η λογική γνώση,
αποτελεί πάντοτε ένα μικρό μέρος του απειροδύναμου όλου, του συνόλου ψυχισμού.
Η επιστήμη, ας το επαναλάβουμε, αρχίζει με όρους, με προϋποθέσεις, με λογικά
μέτρα. «Τί εστί αλήθεια;», ερωτά π.χ. ο Πιλάτος, ο ορθολογιστής-πραγματιστής
Ρωμαίος, τον αυτοταπεινούμενο Χριστό. Εκείνον που ανοίγει έναν άλλο δρόμο για
τον άνθρωπο, το φωτισμό της πίστης με την παραδοχή: «γενηθήτω το θέλημά σου»,
που σημαίνει ότι διακινδυνεύεις και τη ζωή σου από αγάπη για τον θεό και τον
άνθρωπο. Η πορεία του «γνήσιου χριστιανισμού», της ευαγγελικής αλήθειας, αυτό
αποδεικνύει. Πρόκειται για την πίστη όπου καμιά λογική δεν μπορεί να ξεριζώσει
τούτο το παντοδύναμο συναίσθημα. Λέω του γνήσιου γιατί, στην ιστορική πορεία,
οι άνθρωποι αλλάζουν, με συνέπεια να αλλάζουν, να παραμορφώνουν και την αιώνια
αρχετυπική παρουσία του Χριστού. Και αυτά τα λέω παραμένοντας στην περιοχή της
φιλοσοφίας, χωρίς να αγνοώ και τις άλλες μεγάλες θρησκείες. Θέλω εδώ να τονίσω
την ανάγκη του σύγχρονου ανθρώπου να κοιτάξει την εσωτερικότητά του, τον μέσα
του ωκεανό που είναι η ψυχή του. Από τον Διαφωτισμό λείπει αυτή η
εσωτερικότητα, η ψυχική ζωή του ανθρώπου. Είναι αργά, τάχα, να προβληματιστούμε
για την σύγχρονη ευρωπαϊκή παιδεία, για την ανέλιξη των ιδεών του Διαφωτισμού;
Στους καιρούς μας είναι πολλές και θλιβερές οι εκπλήξεις. Επί τέλους, για ποιο
Διαφωτισμό μιλάμε;