Vekrakos
Spartorama | «Τα Παλαιά Σχολεία», από τον Βαγγέλη Μητράκο

«Τα Παλαιά Σχολεία», από τον Βαγγέλη Μητράκο

Ευάγγελος Μητράκος 18/10/2020 Εκτύπωση Άρθρα Ιστορία Κοινωνία
«Τα Παλαιά Σχολεία», από τον Βαγγέλη Μητράκο
«Με τον μαυροπίνακα εικόνισμα κάτω απ’ την εικόνα του Χριστού. Με μια ξυλόσομπα στη μέση. Με τα βαριά ξύλινα θρανία στην αράδα. Με την πλάκα και το κοντύλι. Μ’ ένα αλφαβητάρι.»
Οδός Εμπόρων

Τα παλαιά σχολεία! Τα παλαιά διδακτήρια! Χτισμένα σε καιρούς χαλεπούς. Με τις δωρεές των ομογενών. Των ξενιτεμένων κάθε χωριού. Με προσωπική εργασία των κατοίκων. Πέτρα την πέτρα, μυστριά τη μυστριά, για να πυργωθεί η ελπίδα. Ο φάρος που θα σκόρπιζε τα σκοτάδια του νου. Για ένα μέλλον καλύτερο των παιδιών τους. Για μια κοινωνία  καλύτερη. Που να ’χει θέση  ΚΑΙ για κείνους που μια ζωή (πολλές ζωές), «έφαγαν» αγκώνες και γόνατα στον ανήφορο, για μια φέτα ψωμί, για ένα κεραμίδι, για ένα ρούχο ντρίλινο.

Τα παλαιά σχολεία! Τα παλαιά διδακτήρια! Σαν τα ‘φτιαξαν οι χωριανοί γιόμισαν αμέσως παιδιά! Βλέπεις, τότε, σε εποχές πιο δύσκολες και πιο σκληρές από τις σημερινές, τα ’βλεπαν τα παιδιά για ευλογία οι ανθρώποι, για τη μόνη δικαιολογία που ’βρισκαν για την παρουσία τους πάνω στη γη κι όχι «εμπόδιο καριέρας και κοινωνικο - οικονομικής ανέλιξης», «εμπόδιο χειραφέτησης», «εμφανισιακή υποβάθμιση της γυναίκας», «σπατάλη ελεύθερου χρόνου» κι «ανάχωμα δικαιώματος στη διασκέδαση και στα «όπα».

Τα παλαιά σχολεία! Ένας δάσκαλος … 50 … 80… 100 μαθητές! Με μια ξυλόσομπα στη μέση. Με τα βαριά ξύλινα θρανία στην αράδα. Με την πλάκα και το κοντύλι. Μ’ ένα αλφαβητάρι. Παιδιά νηστικά, ξυπόλητα, ξεπαγιασμένα, κουρασμένα απ’ τις δουλειές που βόηθαγαν τους γονείς τους. Με τον μαυροπίνακα εικόνισμα κάτω απ’ την εικόνα του Χριστού. Με μάτια όμως φλογερά. Να ρουφάνε ατέλειωτα τη γνώση. Να σπουδάζουν το ήθος. Και να πελεκάνε, ψηφίδα - ψηφίδα, τον γρανίτη του αύριο, για πάρει σχήμα και μορφή. Ένα καμίνι τρομερό που κατεργαζόταν τα μεγάλα σφυριά που θα ’σπαγαν γλήγορα - γλήγορα (έτσι πίστευαν) τα σίδερα της σκλαβιάς.

Τα χρόνια πέρασαν. Πολιτικοί στα μπαλκόνια φώναζαν πως πάμε μπροστά … «πρόοδος - πρόοδος»! Μα φαίνεται πως κοίταζαν πίσω και πήραν το πισωγύρισμα για πορεία προς τα εμπρός! Άδειασαν τα χωριά. Γιόμισαν οι ξενιτιές  και οι πόλεις οι τρανές. Μαράζωσαν και τα σχολειά. Έκλεισαν. Ζουν πια μέσα στις ιστορίες που λένε οι γερόντοι ή μέσα απ’ τα μάτια  μιας γιαγιάς που τ’ αγναντεύει απέναντι, απ’ το ξύλινο μπαλκόνι του σπιτιού της, και βλέπει τον εαυτό της, κοριτσάκι με τις ξανθιές πλεξούδες και αλατζένιο γαλάζιο φόρεμα, μ’ ένα σακούλι γεμάτο όνειρα περασμένο παραμάσχαλα, να κατηφορίζει τρέχοντας τη στράτα για το σχολειό.

Καμιά φορά κάποιος περαστικός καθαρίζει λίγο το θολωμένο τζάμι του έρημου σχολειού και ρίχνει μια κλεφτή ματιά στις παλιές αίθουσες. Όλα είναι ακόμα στη θέση τους! Σαν ο χρόνος να μαρμάρωσε τότες που ο τελευταίος δάσκαλος κλείδωσε τη βαριά εξώπορτα για ύστερη φορά. Ο πίνακας, η εικόνα του Χριστού, τα θρανία, ένας χάρτης της Ελλάδας, δυο – τρεις ήρωες του ’21, δυο φύλλα σκισμένα από παλιό τετράδιο, μια ξύστρα, μια γόμα, τρεις  ξυλομπογιές, η έδρα, οι πινακίδες με τα ρητά («η γνώση είναι δύναμη», «αγαπάτε την καθαριότητα»), μερικές γλάστρες με ξεραμένα κλαδάκια, κάμποσα κεντήματα μαθητριών σε κορνίζες στον τοίχο …! Πιο κει το Γραφείο κι από δίπλα το καμαράκι που ο δάσκαλος στέγασε τα πρώτα του φτερουγίσματα παρέα με τη μοναξιά του! Όλα είναι ακόμα εκεί. Και η βρύση στο προαύλιο και το σκάμμα και ο σχολικός κήπος που οι μυγδαλιές του έχουν πια θρασέψει και τα πευκάκια που κάποτε φύτεψαν τα παιδιά  μαζί με το δάσκαλό τους  για ίσκιο του καλοκαιριού κι έχουν γίνει τώρα πια δέντρα θεόρατα, που σαν ο αέρας περνά μέσα από τις βελόνες τους σαλαγά (καθώς ο τσοπάνος στην απέναντι πλαγιά τα πρόβατα) τις αναμνήσεις!

Σε πολλά χωριά «αξιοποίησαν», λένε, τα διδακτήρια των παλιών σχολείων. Τα μετέτρεψαν σε πολιτιστικά κέντρα, Μουσεία Λαογραφικά και άλλα, ιατρεία, ξενώνες, κοινοτικά - δημοτικά γραφεία…. Νομίζω ότι τα αδίκησαν. Ότι διέγραψαν ένα μεγάλο και σημαντικό κεφάλαιο από τη ζωή και την ιστορία του τόπου. Τα παλαιά σχολεία θα ’πρεπε να τ’ αφήσουν καθώς τα βρήκαν. Να τα συντηρούν και να τα ’χουν ανοιχτά.  Για να διδάσκονται μαθήματα ζωής οι επόμενες γενιές, για να ’χουν ένα σημείο αναφοράς όσοι ακόμα επιμένουν να φυλάνε τα «Στενά» εκεί στα χωριά μας για να μείνει ζωντανή η Ελλάδα και να μη διαβούν οι βάρβαροι. Αλλά και για να ’χουν οι ψυχές δυο αίθουσες κι ένα προαύλιο, ώστε όταν αφήνονται λεύτερες καμιά φορά στον απάνου κόσμο, ν’ απαγκιάζουν εκεί που κάποτε η παιδική ανάσα τους  χνώτιζε τα τζάμια ενός σχολείου, όταν ο χειμώνας είχε στρώσει το κάτασπρο σεντόνι του στα βουνά, στις στέγες, στις δεντροκορφές και στα νιόσκαφτα χωράφια!

 

16-10-2020
Βαγγέλης Μητράκος



  



Οδός Εμπόρων