Τετάρτη, 4 Ιουνίου 2025
(Βοζόλας Ι., Ηλιόπουλος Πολ., Σαραντάκος Γ.)
«Αινείτε το όνομα Κυρίου, αινείτε, δούλοι, Κύριον, οι εστώτες εν οίκω Κυρίου, εν αυλαίς οίκου Θεού ημών. αινείτε τον Κύριον, ότι αγαθός Κύριος? ψάλατε τω ονόματι αυτού, ότι καλόν». (Ψαλμ. 134, 1-3) Θέλω να
γράψω δυο λόγια της καρδιάς για τρία δυναμάρια της ψαλτικής στην παλαιότερη
Σπάρτη: Τον Γιάννη Βοζόλα του Α. Σπυρίδωνος, τον
Πολυζώη Ηλιόπουλο του Α. Νικολάου και τον Γεώργιο Σαραντάκο του Α. Νίκωνος. Τρεις κορυφαίοι Πρωτοψάλτες, ο καθένας με τη
δική του φωνή και προσέγγιση στην Ψαλτική αλλά ΚΑΙ οι τρεις με ένα κοινό
χαρακτηριστικό: Την άμετρη αγάπη τους και την απόλυτη αφοσίωσή
τους στη Θεία αυτή Τέχνη, τη «Μουσική των
Αγγέλων» όπως της είχε αποκαλέσει ο Αλεξ. Παπαδιαμάντης. Και οι τρεις αυτοί μεγάλοι Ψάλτες της Σπάρτης
στην καθημερινή τους ζωή ήταν άνθρωποι απλοί,
βιοπαλαιστές, που εργάζονταν τίμια και σκληρά, για να ζήσουν τις
οικογένειές τους. Όταν όμως ντύνονταν το ράσο και ανέβαιναν στο
ψαλτήρι, μετουσιώνονταν: Αποκτούσαν μπόι πνευματικό και με το ψαλτικό τάλαντο
που τους είχε προικίσει ο Θεός, με τις υπέροχες, μελωδικές, βυζαντινές φωνές
τους και με τη υψηλή γνώση της βυζαντινής μουσικής που είχαν κατακτήσει με
πολύμοχθη μελέτη, θυσίες προσωπικές και αγώνα, μεταλαμπάδευαν στις ψυχές των
πιστών τον Θεϊκό Λόγο και τα Θεία Μηνύματα και, συγχρόνως, παραλάμβαναν από τις καρδιές του εκκλησιάσματος τις
προσευχές, για να τις ανεβάσουν στον Ουρανό. Παιδιά ευσεβών οικογενειών, και οι τρεις, από
μικροί έκαναν τον Ναό δεύτερο σπίτι τους, αγάπησαν την ψαλτική έτσι όπως την
άκουγαν από τους παλαιότερους ψαλτάδες, ένιωσαν τον κάλεσμα του Θεού, ανέβηκαν
κάποια στιγμή, δειλά-δειλά, στο ψαλτήρι, είδαν, άκουσαν, έμαθαν, συνέχισαν τη
σπουδή τους κοντά σε μεγάλους Δασκάλους της Βυζαντινής Μουσικής και έφτασαν να
γίνουν κορυφαίοι Πρωτοψάλτες της Σπάρτης, με τη φήμη τους να ξεπερνά τα στενά
τοπικά όρια. ΚΑΙ οι τρεις, παρά την υψηλή γνώση και σπουδή
της Βυζαντινής Μουσικής, ποτέ δε θεώρησαν πως είχαν φθάσει στο τέρμα. Πάντα
πάσχιζαν να κάνουν ένα ακόμα βήμα προς τα εμπρός, με διαρκή μελέτη, εξάσκηση
και αγώνα. Θυμάμαι, η σύζυγος του Πολυζώη Ηλιόπουλου, η
κ. Αγγελική, μου έλεγε πως στο κομοδίνο, δίπλα στο κρεβάτι του, είχε πάντα τα
βιβλία της Βυζαντινής Μουσικής και τη νύχτα, την ώρα που οι άλλοι κοιμούνταν,
διάβαζε τα «μαθήματα» και έψελνε … μεγαλοφώνως!!! Είμαι σίγουρος πως το ίδιο
έκαναν και οι άλλοι δυο Πρωτοψάλτες, ο
Γ. Σαραντάκος και ο Ι. Βοζόλας,
αφού ΟΛΟΙ τους είχαν αυτήν την απεριόριστη αγάπη για τη Βυζαντινή
Μουσική και την έφεση να ανακαλύπτουν διαρκώς τα κρυμμένα ποιοτικά μυστικά της.
Η άσκηση, η γνώση και η επάρκειά τους στη
Βυζαντινή Μουσική ήταν τέτοιου επιπέδου, ώστε σε εποχές που δεν υπήρχαν οι
σημερινοί ηλεκτρονικοί ισοκράτες οι οποίοι βοηθούν τον Ψάλτη να βρίσκει, κάθε
στιγμή, τις βάσεις, να συνοδεύει το
ψάλσιμό του και να ελέγχει την εκτέλεση
του μέλους, εκείνοι, με ένα απλό διαπασών που παρήγαγε ΜΟΝΟ μια νότα, μπορούσαν
να βρουν και να δημιουργήσουν ΟΛΟΥΣ τους ήχους της Βυζαντινής Μουσικής, ακόμα
και τις διέσεις και τις υφέσεις!!! Συνήθως, όταν κάποιος έχει ένα χάρισμα, είναι
ευεπίφορος στο να μετατρέψει το χάρισμα αυτό σε όργανο αυτοπροβολής,
αλαζονείας, καύχησης και περηφάνιας. Τα τρία, όμως, αυτά, δυναμάρια της Ψαλτικής
στη Σπάρτη, Ο Γιώργης Σαραντάκος, ο Γιάννης Βοζόλας και ο Πολυζώης
Ηλιόπουλος, μετέτρεψαν το χάρισμα που
τους είχε δώσει ο Θεός σε άσκηση ταπείνωσης και υπηρεσίας του Θείου. ΚΑΙ οι
τρεις ανέβαιναν στο αναλόγιο, όχι για να φανούν και να ξεχωρίσουν, αλλά για να
κάνουν υπακοή στη βαριά ευθύνη του Ψάλτη. Το Ψαλτήρι τους ΔΕΝ ήταν ένας περίκλειστος
ατομικός χώρος, προορισμένος για μια θεαματική προσωπική παράσταση αλλά ένας
ζεστός, φιλικός και εγκάρδιος χώρος υποδοχής για όποιον αγαπούσε την ψαλτική
και ήθελε να αποτελέσει μονάδα του χορού γύρω από τον Πρωτοψάλτη. Θυμάμαι με συγκίνηση τους τρεις μεγάλους
Πρωτοψάλτες της Σπάρτης με πόση χαρά υποδέχονταν κάθε έναν (μικρό ή μεγάλο) που
ανέβαινε στο Ψαλτήρι και πώς άδραχναν την ευκαιρία να μετατρέψουν τον μικρό
αυτό χώρο σ’ ένα «Κρυφό Σχολειό» της Ψαλτικής Τέχνης, βρίσκοντας τον χρόνο,
ανάμεσα στους Ψαλμούς, να διδάσκουν τα μυστικά και τη θεωρία της Ψαλτικής στους
συμψάλτες τους. Γίνονταν, με τον τρόπο αυτό, τα αναλόγιά τους, ένα φυτώριο από
το οποίο έβγαιναν διαρκώς ψάλτες που υπηρέτησαν τους Ναούς των χωριών μας αλλά
και της Σπάρτης, διαχρονικά. Θυμάμαι τον αείμνηστο Γιώργο Σαραντάκο,
πανευτυχή, να δηλώνει για όσους τον ισοκρατούσαμε στις ανεπανάληπτες ερμηνείες
του: «Τι να κάνουν μόνα τους τα βιολιά, αν δεν
έχουν πλάι τους τα σαντούρια και τα λαούτα;» Θυμάμαι, ακόμα, τον Πολυζώη Ηλιόπουλο, που μια
Μεγάλη Εβδομάδα λιγοθύμησε στο στασίδι από την
κούραση και την ένταση, τον
πήγαμε στο Ιερό, συνήλθε, και αρνιόταν πεισματικά να μπει στο ασθενοφόρο
που ήρθε να τον πάρει. Είπε «Είμαι καλά, δεν θ’ αφήσω το ψαλτήρι αδειανό, Πάσχα που είναι» και
γύρισε στο Ψαλτήρι του και έψαλε μέχρι τέλους. Θυμάμαι, ακόμα, τον κυρ Πολυζώη (ο οποίος
έψαλε μέχρι μεγάλη ηλικία) να μας λέει: «Το πρωί που έρχομαι ανάβω το κερί μου,
προσκυνάω τον Α. Νικόλαο και τον Α. Εφραίμ και γίνομαι άλλος άνθρωπος. Παίρνω
δύναμη και αντέχω». Κι ήταν τόση η αγάπη του για την Ψαλτική και
τον Α. Νικόλαο, που ενώ όταν ερχόταν στο ψαλτήρι δεν τον υπάκουαν τα πόδια του
και χρειαζόταν βοήθεια για να ανέβει επάνω, όταν έπαιρνε θέση και άρχιζε να ψέλνει, δεν καθόταν
ούτε μια στιγμή. Εμείς, αν και κατά πολύ νεότεροι, ξεκουραζόμαστε στο στασίδι
με κάθε ευκαιρία. Ο κυρ Πολυζώης όρθιος και στητός μέχρι το «Δι’ ευχών»!!! Η
αφοσίωσή του στην Ψαλτική και η αγάπη του για τον Θεό έκανε τα βαριά, από την
ηλικία, πόδια του να γίνονται ρίζες ακλόνητες αιωνόβιας βελανιδιάς, να τον
κρατάνε όρθιο και να ενώνει, με την
Τέχνη του, τα επίγεια με τα Επουράνια. Είναι σίγουρο πως και οι άλλοι δυο
Πρωτοψάλτες, ο Ι. Βοζόλας και ο Γ. Σαραντάκος, πολλές φορές θα έβαλαν την υγεία
τους πιο κάτω από την ανάγκη να υπηρετήσουν το Ψαλτήρι. Και ο Γιάννης Βοζόλας χαιρόταν κι αυτός να
έχει κόσμο στο αναλόγιο και η ψυχική του ευγένεια και η ταπείνωση τον ωθούσε να
χαμηλώνει την ένταση της στεντόρειας βυζαντινής φωνής του, που έκανε ακόμα και
τα τζάμια να τρίζουν, προκειμένου να ακούγεται και ο χορός. Ακόμα, έδινε
«κομμάτια» να τα ψάλλουν οι συμψάλτες του και γύριζε τα δικά του μικρόφωνα προς
αυτούς, για ν’ ακούγονται καλύτερα. Και πάντα, μετά τη Λειτουργία, με τη μεγάλη
του καρδιά, έπαιρνε όλον τον Χορό, για να κεράσει έναν καφέ ή ένα ποτηράκι με
μεζέ και να κουβεντιάσουν τα απλά, τα καθημερινά και τα ανθρώπινα. Οι τρεις αείμνηστοι Πρωτοψάλτες της Σπάρτης, ο
Γιάννης Βοζόλας του Α. Σπυρίδωνος, ο Πολυζώης Ηλιόπουλος του Α. Νικολάου και ο
Γεώργιος Σαραντάκος του Α. Νίκωνος άφησαν παρακαταθήκες ΚΑΙ ως Ψάλτες ΚΑΙ ως
άνθρωποι και λάμπρυναν την Ψαλτική αλλά και την Εκκλησία μας με το ιεροπρεπές,
σοβαρό, εκκλησιαστικό ύφος της ψαλμωδίας τους, με το εκκλησιαστικό τους
φρόνημα, το ήθος, την ευγένεια και την καλοσύνη του χαρακτήρα τους. Οι τρεις αυτοί κορυφαίοι Πρωτοψάλτες της
Σπάρτης, είχαν και αναλάμβαναν την υψηλή
τιμή να προσφέρουν, εκ μέρους του Χριστιανικού πληρώματος, λατρεία προς τον
Άγιον Θεόν, έχοντας πάντα κατά νου τον λόγο του σοφού Σειράχ: «ουχ ωραίος αίνος εν στόματι αμαρτωλού...» Κορυφαίοι Πρωτοψάλτες, υπέροχοι, τίμιοι και
ταπεινοί άνθρωποι, καλοί και εξαίρετοι
οικογενειάρχες, έντιμοι εργάτες της ζωής, σεβάσμια και διακριτικά πρόσωπα της
κοινωνίας μας, με τις χαρακτηριστικές μελωδικές, βυζαντινές φωνές τους
λάμπρυναν τους ιερούς Ναούς, τους οποίους υπηρέτησαν, και άφησαν πνευματικές
μνήμες που δεν θα σβήσουν ποτέ. Υπήρξαν άνθρωποι με
πλούσιες κοινωνικές αρετές, που με περισσή διάκριση τις μοίραζαν
απλόχερα προς τον συνάνθρωπό τους. Με το Θείο Χάρισμά τους, εκτός άλλων,
πλήθαιναν διαρκώς το εκκλησίασμα των Ναών τους, αφού πολλοί πιστοί πήγαιναν
στην Εκκλησία όχι μόνο για να προσευχηθούν, αλλά και για να απολαύσουν τις
ψαλτικές ερμηνείες των τριών αυτών μεγάλων Πρωτοψαλτών και Διδασκάλων της
Βυζαντινής Μουσικής. Κάθε φορά, πριν ψάλλουν, είτε Κυριακή ήταν,
είτε γιορτή, είτε Εσπερινός, προετοιμάζονταν αρκούντως, επιλέγοντας «μαθήματα»
μεγάλων Διδασκάλων (Λαμπαδάριου, Πρίγκου, Στανίτσα, Καραμάνη, Ταλιαδώρου κ.α.)
χωρίς να παραβλέπουν και τα «μαθήματα»
της «Ζωής», τα οποία, ναι με ήταν πιο απλά και εύκολα, αλλά ήταν πιο εύληπτα από το εκκλησίασμα και δημοφιλή. ΚΑΙ οι τρεις αείμνηστοι Πρωτοψάλτες της
Σπάρτης αντιλαμβάνονταν με ευκολία ποιο ήταν το σωστό και το ευχάριστο, ποιο
ήταν το εσφαλμένο και δυσάρεστο, ποια ήταν τα αρμόζοντα για την ιερότητα του
χώρου και της στιγμής, και πώς θα έπρεπε να οικονομούν την ψαλμωδία, ανάλογα με
τα προβλήματα που συναντούσαν ένεκα της ασυμμετρίας των ύμνων ή του ακανόνιστου
τονισμού και στίξεως, έτσι ώστε να κάνουν την εκτέλεση όσο πιο καλαίσθητη
γίνεται. Σε κάθε
εκκλησιαστική στιγμή είχαν υψηλή συναίσθηση του ρόλου του Ιεροψάλτου και πάντα
έλεγχαν τη συνείδησή τους μήπως καταπατήσουν την εμπνευσμένη ρήση του Ιερού Χρυσοστόμου: «...Τι δε εστί το ζητούμενον και ό παρ ημών
απαιτείται; Το τους θείους αναπέμποντας ύμνους
φόβω πολλώ συνεσταλμένους και ευλαβεία κεκοσμημένους , ούτω προσφέρειν
τούτους ...» Η προσωπική τους δημιουργική πορεία και
μέριμνα για την προώθηση της Βυζαντινής μουσικής ήταν πάντοτε συνυφασμένη με
την συμμετοχή τους στις συλλογικές προσπάθειες για την ανάδειξη της ψαλτικής
τέχνης, της αξίας του ιεροψαλτικού διακονήματος και όχι για αυτοπροβολή ή ίδιον
όφελος. Τους διακατείχε το φρόνημα ότι ο ιεροψάλτης πρέπει να συνεισφέρει το
προσωπικό του τάλαντο σε κάθε συλλογική δράση, με ταπείνωση και απλότητα, εις
δόξαν Θεού και καλό της τοπική μας Εκκλησίας. Για το λόγο αυτό ήταν πάντα
πρόθυμοι να συμμετάσχουν σε συλλογικές εκδηλώσεις (συναυλίες κλπ), σαν απλοί
και ισότιμοι Ψάλτες, χωρίς ποτέ να διαπραγματεύονται ΠΟΙΟΣ θα κάτσει ΠΟΥ, ΠΟΙΟΣ
θα πει ΤΙ κλπ. Ίσοι μεταξύ ίσων νοιάζονταν ΜΟΝΟ να υπηρετήσουν τη Βυζαντινή
Μουσική και τα πνευματικά της μηνύματα. Ας τους αναπαύει ο Κύριος εκεί όπου επισκοπεί
το φως του Προσώπου Του. Η Μνήμη τους θα είναι αιωνία και το παράδειγμά τους φάρος που δεν θα
σβήσει ποτέ. «Θεέ μου σε παρακαλώ, όταν θε να πεθάνω, να ξαναγίνω ψάλτης σου, στον κόσμο τον απάνω. Γιατί οι ψάλτες ειν΄ τ΄
αηδόνια που σε υμνολογούνε απ΄ τη γη τους διάλεξες, να σε δοξολογούνε.» Ψαλτοτράγουδο Σπάρτη 2-6-2025 *Οι τρεις Πρωτοψάλτες, σε φωτογραφία του 1995: Εξ αριστερών: Βοζόλας Γιάννης, Σαραντάκος Γιώργος,
Ηλιόπουλος Πολυζώης. *Η φωτογραφία προέρχεται από βίντεο Συναυλίας
που δόθηκε στον Α. Νικόλαο Σπάρτης, τη Μ. Εβδομάδα του 1995, σε παραγωγή του
«Σπάρτη TV». Έψαλαν οι Βυζαντινές Χορωδίες Σπάρτης «Πέτρος ο Πελοποννήσιος» και «Θρασύβουλος
Στανίτσας» υπό την διεύθυνση του Πρωτοψάλτη Κωνσταντίνου Τσαγκαρούλη.
Ερμηνευτικά σχόλια επί των ύμνων έκανε ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Χρήστος
Τσαγκαρούλης. *Ευχαριστίες θερμές στον σημερινό Πρωτοψάλτη
του Α. Νίκωνος Σπάρτης, Τσαγκαρούλη Θεόδωρο, για την ανάρτηση του βίντεο στην
ιστοσελίδα Notospress.
Βαγγέλης Μητράκος