Τετάρτη, 30 Οκτωβρίου 2024
«Γενοκτονία σημαίνει την προσπάθεια θανάτωσης ανθρώπων όχι για κάτι που οι άνθρωποι αυτοί έπραξαν αλλά για αυτό που είναι»
Η 19η Μαΐου έχει οριστεί ως ημέρα μνήμης της γενοκτονίας των
Ποντίων. Καθώς βαδίζουμε προς την ημερομηνία αυτή τιμώντας τη μνήμη 353.000
αθώων ψυχών τα μονοπάτια της ιστορίας θα προσπαθήσουν και με τη σημερινή και με
επόμενες αναφορές να φωτίσουν αθέατες πλευρές του ζητήματος αυτού. Σήμερα θα σταθούμε στο ποντιακό αντάρτικο που γεννήθηκε μέσα
από την ανάγκη της αντίδρασης εξαιτίας του σχεδιασμού και της εφαρμογής μέτρων
από την τουρκική πλευρά που απέβλεπαν στην φυσική εξόντωση του συνόλου του
ποντιακού πληθυσμού. Οι διωγμοί από τις εστίες των Ποντίων με τις ατελείωτες
πορείες στην τουρκική ενδοχώρα, τα τάγματα εργασίας (αμελέ ταμπουρού) που ήταν
στην ουσία διαβατήριο για το θάνατο, οι ληστείες, οι βιασμοί και οι εν ψυχρώ
δολοφονίες, οι δημεύσεις των περιουσιών, ήταν μια ζοφερή πραγματικότητα που
οδήγησαν στη δημιουργία του ποντιακού αντάρτικου. Τα παραπάνω ήταν το
αποτέλεσμα σχεδίου της τουρκικής κυβέρνησης με τη βοήθεια Γερμανών αξιωματούχων
(Φον Γκολτς και Λίμαν Φον Σάντερς) το οποίο έλαβε χώρα μετά την πανομοιότυπη
εξόντωση των Αρμενίων. Το κίνημα των Νεοτούρκων βασικός εκπρόσωπος του οποίου ήταν
ο Κεμάλ Ατατούρκ είχε ως βασική μέριμνα τον αφανισμό κάθε μη μουσουλμανικής
πληθυσμιακής οντότητας που κατοικούσε στην Τουρκία. Το γεγονός αυτό είναι από
μόνο του ο ορισμός της λέξης γενοκτονία αφού η λέξη αυτή σημαίνει την
προσπάθεια θανάτωσης ανθρώπων όχι για κάτι που οι άνθρωποι αυτοί έπραξαν αλλά
για αυτό που είναι. Η γενοκτονία άρχισε το 1915 με την εκπόνηση του σχεδίου
εξόντωσης των Ποντίων, φτανοντας στο τραγικό τέλος τον Αύγουστο του 1922. Στην ηρωική Σάντα που επί δεκαετίες δεν πάτησε Τούρκος το
πόδι του εμφανίστηκε στις 20 Απριλίου 1915 ο λιποτάκτης του οθωμανικού στρατού
Ομέρ Τσαούς με βαριά οπλισμένους στρατιώτες και απαίτησε από τους μουχτάρηδες των
χωριών να του παραδώσουν λιποτάκτες και φυγόδικους ενώ παράλληλα έκαιγε και
λεηλατούσε σπίτια. Τα γεγονότα αυτά ανάγκασαν τους κατοίκους της Σάντας να
πάρουν τα όπλα αφού η προσπάθειά τους για τιμωρία των ληστοσυμμοριτών μέσω της
Μητρόπολης ήταν άκαρπη. Ο Μητροπολίτης Αμάσειας Γερμανός Καραβαγγέλης προσπάθησε κι
αρχικά κατάφερε με διπλωματικούς χειρισμούς να σώσει από τις γερμανικές
βιαιότητες κατοίκους της Μητροπόλεως όπως έγινε στην Αμισό. Η συνέχεια όμως δεν ήταν ανάλογη αφού ο Ραφέτ Πασάς, όργανο
του Εμβέρ και ο Βαχαδεδίν (πολιτικός υπάλληλος με επίσης αιμοβόρα ένστικτα)
απαγχόνισαν 45 φυγόστρατους. Επειδή μάλιστα η γυναίκα του Βαχαδεδίν δεν είχε
προλάβει να δει τους απαγχονισμούς όταν έφτασε στον τόπο της εκτέλεσης μαζί με
άλλες Τουρκάλες, διετάχθησαν οι χωροφύλακες να ξανακρεμάσουν τους
απαγχονισμένους Έλληνες για να «απολαύσουν» το φρικτό θέαμα οι γυναίκες αυτές.
Μετά από τέτοια γεγονότα ο Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης ήταν μεταξύ άλλων
από τους οργανωτές των αντάρτικων σωμάτων. Όταν τα ρωσικά στρατεύματα κατέλαβαν τον Ανατολικό Πόντο τον
Απρίλιο του 1916 και παρέμειναν εκεί εως τον Φεβρουάριο του 1918 (Ερζερούμ,
Αργυρούπολη, Ματσούκα, Μπαϊπούρτ, Ερζιγγιάν, Κεμάχ, Τραπεζούντα) για δυο χρόνια
ησύχασε ο ποντιακός πληθυσμός από τις διώξεις. Στο ρωσικό στρατό υπήρχαν
αρμενικής καταγωγής στρατιώτες που ζητούσαν αντεκδίκηση για τη σφαγή των
συμπατριωτών τους που είχε προηγηθεί. Όταν οι Ρώσοι στρατηγοί Γιουντένιτς και
Λιάχωβ ανέθεσαν την προσωρινή διοίκηση της περιοχής στο Μητροπολίτη Χρύσανθο αυτός
φρόντισε να εξασφαλίσει τη ζωή, την τιμή και τις περιουσίες των Τούρκων έναντι
των διαθέσεων των αρμενικής καταγωγής στρατιωτών παρόλα τα δεινά που είχαν
υποστεί μέχρι τότε οι πόντιοι της Μητροπόλεως του. Αυτό είναι το μεγαλείο της
ορθόδοξης, ελληνικής ψυχής!!! Όσοι Τούρκοι όμως εγκατέλειψαν τις εστίες τους
λόγω της παρουσίας του ρωσικού στρατού στην πορεία τους προς Τουρκοκρατούμενα
μέρη, όταν συναντούσαν ποντιακά χωριά σκότωναν τους κατοίκους τους, λεηλατούσαν
και βίαζαν τις γυναίκες. Στο Δυτικό Πόντο συνεχίζονταν οι βιαιοπραγίες των
Νεότουρκων. Εξαίρεση ήταν ο Βεχήπ πασάς που τήρησε για μικρό διάστημα
ανθρωπιστική στάση εξαιτίας των φιλικών σχέσεων που είχε με τους μητροπολίτες
Τραπεζούντας Χρύσανθο και Αμάσειας Γερμανό Καραβαγγέλη, καθώς επίσης και με τη
σύζυγο του δικηγόρου Κερασούντας Νεόφυτου η οποία ήταν εγγονή του ήρωα της
ελληνικής επανάστασης Γεωργίου Καραϊσκάκη και κόρη του στρατηγού Σπυρίδωνα
Καραϊσκάκη. Οι Πόντιοι αντάρτες κατέφυγαν στα βουνά σχηματίζοντας κατ’
αρχήν ολιγομελείς ομάδες. Στην αρχή τα αμυντικά κι επιθετικά όπλα τους ήταν
λιγοστά. Με τη δράση και τις επιτυχίες που σημείωσαν όμως εναντίον των Τούρκων
εμπλούτισαν το πολεμικό τους υλικό. Με τον καιρό οι ολιγομελείς ομάδες αφού
στελεχώθηκαν και με άλλους Πόντιους μετασχηματίστηκαν σε ολόκληρα τμήματα. Κάθε ομάδα - τμήμα ανταρτών είχε αρχηγό και υπαρχηγούς. Από
διηγήσεις οπλαρχηγών προκύπτει ότι όλοι οι οπλαρχηγοί συνδέονταν μεταξύ τους με
γρήγορους συνδέσμους και στις δύσκολες ώρες συγκέντρωναν δυνάμεις και χτυπούσαν
τον εχθρό κατά μέτωπο και από τα πλάγια. Απαράβατες αρχές ήταν ο συνωμοτισμός,
το απόρρητο και η μυστικότητα. Υπήρχε ο θεσμός των συμβουλίων των αρχηγών για
τη λήψη σπουδαίων αποφάσεων. Άοπλοι αντάρτες οι λεγόμενοι σελεκτσήδες (σελέκ =
δέμα) κουβαλούσαν τρόφιμα και πυρομαχικά. Μια από τις πιο σπουδαίες μάχες που αποτελεί δείγμα
αυτοθυσίας και ηρωισμού είναι αυτή που δόθηκε στο Νεμπιέν-Νταγ στη νότια
περιοχή της Πάφρας και κοντά στο χωριό Ότκαγια εκεί όπου βρισκόταν το σπήλαιο
Παπαδζάκ Πανάγιασι (σπήλαιο της Παναγιάς οοφθαλμοθεραπεύτριας) που δίκαια
αποκλήθηκε το «Αρκάδι του Πόντου». Στο σπήλαιο αυτό οχυρώθηκαν με λίγους άνδρες
οι οπλαρχηγοί Καραβασίλογλου Χατζή-Γιώργης με τους τρεις γιους του, ο Ταγκάλ
Γιώργης με τους δυο του γιους, ο Δεληγιαννίογλου Κωνσταντής, ο Ατές Κωνσταντής
και ο Παπάζογλου υπερασπίζοντας 600 γυναικόπαιδα. Στα τέλη του 1917 τουρκικό
σύνταγμα με επικεφαλής τον χιλίαρχο της Πάφρας Μεμέτ Αλή επί δυο 24ωρα
βομβάρδιζε το σπήλαιο! Όταν τα πυρομαχικά των Ποντίων ελαχιστοποιήθηκαν οι
πολεμιστές αποφάσισαν να σκοτωθούν μόνοι τους παρά να παραδοθούν! Ο τραγικός
επίλογος ήταν να συλληφθούν τα γυναικόπαιδα, να ατιμασθούν οι γυναίκες και να
γλιτώσουν μόνο 83 άτομα τα οποία διέφυγαν προς την Κασταμονή. Να σημειωθεί ότι
οι Πόντιοι αντάρτες ήταν οι τελευταίοι που εγκατέλειψαν τα βουνά του Πόντου
μετά τη μικρασιατική καταστροφή. Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός της αποτύπωσης της δύναμης
των ποντιακών ένοπλων τμημάτων όπως αυτή απεικονίζεται σε επιστολή της
Επιτροπείας των Ποντίων προς το Β’ γραφείο του Γενικού Επιτελείου Στρατού της
Ελλάδος: 1ον: Περιφέρεια Αμάσειας: 4.000 οπλισμένοι άνδρες. Η επιστολή των Ποντίων είχε σταλεί λίγο πριν την ανασύνταξη
των τουρκικών δυνάμεων του Κεμάλ Ατατούρκ. Σκοπός της ήταν η υπεράσπιση του
γεωγραφικού χώρου του Πόντου. Αν το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα των 23.000
αξιόμαχων στρατιωτών δεν αποβιβαζόταν στην Οδησσό για να προστατεύσει τις
αγγλογαλλικές επενδύσεις στη Νότια Ρωσία, αλλά αποβιβαζόταν στον Πόντο τον
Απρίλιο του 1919 αντί να επιστρέψει στην Ελλάδα, δεν θα υπήρχε κεμαλικό ζήτημα. Ο όρκος των Ποντίων ανταρτών ήταν ο εξής: Στην ποντιακή
διάλεκτο: Για τη Ρωμανία, για την πατρίδα, για την πίστη’ νε μουν, τα
χωρία και τα τόπε μουν, τα ταφία και τα ιερά των πατεράδων ναι μουν, ομνύω
κανείναν να μην αφήνω ν’ ατιμάζατα και να πέρατα. Μετάφραση: Για τη Ρωμανία, (Βυζάντιο), για την πατρίδα, για
την πίστη μας, τα χωριά και τους τόπους μας, τους τάφους και τα ιερά των
πατεράδων μας δίνω όρκο κανέναν να μην αφήσω να τ’ ατιμάσει και να τα πάρω
πίσω. Τελειώνοντας αναφέρουμε ονόματα Πόντιων οπλαρχηγών τιμώντας
τη μνήμη τους αλλά τιμώντας μαζί με αυτούς κι όλους όσους συμμετείχαν στις
αντάρτικες ομάδες μη δεχόμενοι τις τουρκικές εκκαθαρίσεις προσπαθώντας
παράλληλα να προσφέρουν την πολύτιμη βοήθειά τους σε όλους όσους έμειναν στα
χωριά και τις πόλεις του Πόντου. Ευκλείδης Κουρτίδης (αρχηγός αντάρτικου Σάντας, φωτο άρθρου), Βασίλ Αγάς,
Ιστύλ Αγάς (Στέλιος Κοσμίδης), Κοτζά Αναστάς (Αναστάσιος Παπαδόπουλος) Γιώργη
Αγάς, Θεόφιλος Κουλετσενίδης (Φιλός Αγάς), Μιχαήλ Κουρτσόγλου, Μελέτιος
Παϊραχταρίδης, Καπετάν Κωνσταντίνος (Καρακότας), Καπετάν Αναστάσης, Παντέλ’
Αγάς (Παντελής Αναστασιάδης), Κοτζά Γκιόλ, Βασίλης Ανθόπουλος (Βασίλ Αγάς),
Αναστασία (σύζυγος Βασίλ’ Αγά, αρματωμένη και άριστη σκοπεύτρια), Αντών Πασάς
με την αχώριστη σύζυγό του αντάρτισσα Πελαγία (ο Αντών Πασάς ονομάζεται και
Κολοκοτρώνης του Πόντου), Οι Κουρτάντ, Βασίλ Ουστάς, 3 αδέλφια Μωυσής, Γεώργιος
και Κων/νος Αράπογλου, Σαρήγιαννες, Χαρίτογλους, Ιπποκράτης Σιδέογλου κ.α. Θεοφάνης Λάζαρης Πηγές:
2ον: Άλλοι 4-5.000 άνδρες που πολέμησαν επί 5 χρόνια
εναντίον του τουρκικού στρατού και είναι έτοιμοι να πολεμήσουν πάλι εφόσον
προσκληθούν από ανωτέρα αρχή.
3ον: Ο Στρατηγός Ανανίας του Ρωσικού Στρατού Πόντιος στην
καταγωγή, έχοντας διοικήσει ελληνική μεραρχία στο ρωσικό στρατό αποτελούμενη
από Πόντιους η οποία διαλύθηκε μετά την επικράτηση του μπολσεβικισμού,
υποστηρίζει ότι μπορεί να ανασυντάξει σε μικρό χρονικό διάστημα μεραρχία 10.000
ανδρών.