Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024
Μια «Πρόσκληση» παιχνίδι. Έπιασα τον εαυτό µου να µετρά: ένα δύο … είκοσι επτά, για να διαπιστώσω αν λείπει κάποιο βιβλίο από την αναδροµή· και µετά πήρα να διαβάζω τους τίτλους...
Η Φωτεινή Στεφανίδη µεγάλωσε µε τη ζωγραφική. Στο εργαστήρι
του πατέρα της (επίσης σπουδαίου ζωγράφου, Γιάννη Στεφανίδη, και
ιδρυτή, µαζί µε τον αδελφό του, των εκδόσεων «Στεφανίδη») µυρίζει
και ανακατεύει χαρτιά και χρώµατα· µε ορθάνοιχτες τις αισθήσεις
στον άλλο της µεγάλο δάσκαλο, τη φύση, αναζητά τα προσωπικά της
µονοπάτια. Από τα πέντε της κιόλας ανακαλύπτει το µελάνι της
παπαρούνας, αυτής που σχεδόν πάντα, έστω κι αχνή µε το µολύβι, ξεπηδά,
απρόσκλητη, στις ζωγραφιές της. Σ΄ αυτό το µελάνι επιστρέφει για να σχεδιάσει µε την ίδια
αθωότητα και ειλικρίνεια του πεντάχρονου παιδιού το εξώφυλλο του
«Καταλόγου» που συνοδεύει την έκθεση «Χρήστος και Φωτεινή. Λόγος και εικόνα. Εικαστική έκθεση στη Λήµνο. Φωτεινή Στεφανίδη,
εικονογράφηση, χαρακτική, ζωγραφική από 28 συνεργασίες µε τον Χρήστο
Μπουλώτη, αναδροµή 1996-2019», στον πολυχώρο «Αποθήκη», στην Μύρινα
της Λήµνου, στο παλιό λιµάνι, από τις 31 Ιουλίου έως τις 9
Αυγούστου 2019. Μια «Πρόσκληση» παιχνίδι. Έπιασα τον εαυτό µου να µετρά: ένα
δύο … είκοσι επτά, για να διαπιστώσω αν λείπει κάποιο βιβλίο από
την αναδροµή· και µετά πήρα να διαβάζω τους τίτλους και να παρατηρώ
ποια εικόνα, ως αντιπροσωπευτικότερη, διάλεξε η Φωτεινή από τις «παραµυθένιες ιστορίες» του Χρήστου. Κι όσο χαζεύω τις
εικόνες ξεχνάω ποιος γράφει την «παραµυθένια ιστορία» και ποιος την
ζωγραφίζει. Ο Χρήστος Μπουλώτης και η Φωτεινή Στεφανίδη µας χαρίζουν µια Χρήστος Μπουλώτης και Φωτεινή Στεφανίδη, από τις 31 Ιουλίου,
συνοµιλία εκ βαθέων, αλλά την ίδια στιγµή αυθόρµητη,
ανεπιτήδευτη και φυσική που µας κατακτά µε την αλήθειά της. «Φοβάµαι όσους
δεν διαβάζουν παραµύθια, τα παραµύθια κρύβουνε εφτάχορδη
αλήθεια, ψυχούλα µου, καρδούλα µου και φως µου, κράτα γερά την
κόκκινη κλωστή» (Χρήστος Μπουλώτης, «Του Έρωτα και των παραµυθιών – Τραγούδια», Ελληνικά Γράµµατα, 2004). Οι γάτοι του Χρήστου, όλοι ιδιαίτεροι δια χειρός Φωτεινής·
στα δύσκολα τους σώζει το χιούµορ τους και οι περισσότεροι – εννοείται –
κάτοικοι Μουσείων µε διαπιστευτήρια λαµπρών αρχαιολόγων. Ο Κάδµος στο Μουσείο της Θήβας ανοίγει τον δρόµο στον γάτο Ξενοφώντα που ετοιµάζεται να µας υποδεχθεί στην Μύρινα, στον τόπο του (και
πάλι εννοείται ότι ο γάτος Ξενοφών κατοικοεδρεύει στο
Αρχαιολογικό Μουσείο Λήµνου). Είναι πολύ γιορτινή η πρόσκληση, γι΄ αυτό επί της υποδοχής
έχουν αναλάβει καθήκοντα και οι άλλοι γατούληδες: Ο γάτος της οδού Σµολένσκη, ο Τζον Αφεντούλης, ο ροµαντικός γάτος του βυθού,
ο ρακοσυλλέκτης γάτος Μπαµ-Μπουµ. Όχι, δεν το παίρνει επάνω του µε την τιµητική παράταξη ο
Ξενοφών. Δεν µεγαλοπιάνεται ο γάτος Ξενοφών, γιατί επέλεξε να ζει στους
δρόµους της καρδιάς του. Αγάπησε τα αρχαία αγγεία, τις ζωγραφιές τους,
τις µυρουδιές που έφερναν τα λουλούδια απ? τα παρτέρια και από
τις αγγελικούλες του Μουσείου της Λήµνου. Είχε αδυναµία στα
µικρά ζωάκια που έβλεπε στις προθήκες. Ευτυχώς που δεν ήταν παιδί, γιατί
δεν θ? άντεχε στον πειρασµό· θα τά ‘παιρνε στα χέρια του να παίξει. Ο Ξενοφών φοβάται, ότι έτσι που ανθρώπεψε, µην βάλει ιδέες στον σοβαρό αρχαιολόγο και αρχίσει κι εκείνος να µαζεύει, εκτός
από τους γάτους, και παιχνίδια. Μην του κολλήσει και τις διατροφικές
του συνήθειες κι αρχίσει και ο σοβαρός αρχαιολόγος να προτιµά τη φασολάδα, τα γεµιστά, τις τηγανητές πατάτες µε αβγά κοτίσια
και να απεχθάνεται το πεντανόστιµο χαβιάρι από αβγά ψαρίσια. Αλλά έτσι ήταν ο γάτος Ξενοφών! Ένας γάτος ξεχωριστός· του
άρεσε η γατίσια οµιλία (κι ας ήξερε κι άλλες γλώσσες) και πάλεψε τη
µοναξιά του, όταν εξαφανίστηκαν όλες οι γάτες από το νησί. Αλλά, όπως
ανθρώπεψε µε τον φίλο του, τον σοβαρό αρχαιολόγο, έτσι και χελιδόνεψε,
αφού ο καλύτερός του φίλος έγινε ο µικρός Δονάκης· το χελιδόνι που
γεννήθηκε στη φωλιά του Μουσείου. Τι κι αν υποχρεώθηκε ν΄ αφήσει το νησί του ο γάτος Ξενοφών …
τι κι αν ξεθάρρεψε τόσο πολύ που έµαθε να πετά … τι κι αν είδε και
γνώρισε πολλά … τι κι αν αξιώθηκε προνόµια και µεγαλεία… Στ΄ αφτιά
του βούιζε εκείνη η φωνή από το κατευόδιο της Λήµνου: «Να έχεις πάντα
στο µυαλό σου την επιστροφή […] Πουθενά δεν είναι κανείς αληθινά
ευτυχισµένος όσο στην πατρίδα του […] Θα σε περιµένουµε, καλέ µας
γατούλη, µη µας ξεχάσεις εκεί στα ξένα» (Χρήστος Μπουλώτης, «Ο γάτος που
έφυγε µε τα χελιδόνια», Πατάκης, 2019). Και ώσπου να ξεδιαλύνει ο
Ξενοφών όλα τούτα τα λόγια, ερωτεύθηκε, έως εκεί που δεν παίρνει, τη
Φατιµά. Ο γάτος Ξενοφών, µε τη Φατιµά και τους καρπούς του έρωτά
τους, θα επιστρέψει στο νησί. Και θα τον υποδεχτούν λαός και αρχές
κατά πως του πρέπει. Αλλά η «παραµυθένια ιστορία» δεν τελειώνει εδώ.
Γιατί ο Χρήστος Μπουλώτης – κατά που τόχει συνήθεια -, όταν πάει να
κλείσει µιαν ιστορία, έχει ήδη ξεκινήσει µιαν άλλη. «Μια ιστορία για έναν αφύσικο έρωτα», µουρµούρισε ένας
κακότροπος αναγνώστης. Λες και υπάρχουν «αφύσικοι» έρωτες και λες ότι
δεν ξέρουµε πολύ καλά ότι ευοδώθηκε ο έρωτας ενός αλόγου και
µιας λεύκας. Πολύ θα τό ‘θελα, γατούλη Ξενοφών, να είµαι κι εγώ στην
«Αποθήκη» την ώρα, που µαζί µε τη Φωτεινή, θα σε υποδέχεται η πατρίδα
σου! academia.edu