Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024
«Ο Θεός είναι με ημάς να μή σας μέλλη τίποτε, πηγαίνετε να ετοιμασθήτε καθώς σας είπα και να ελθήτε εδώ όλοι να ξεκινήσωμεν μαζί»
Οι διαρκείς, προκλητικές, αλαζονικές και ανιστόρητες
αναφορές του Ερντογάν στην Άλωση της Κωνσταντινούπολης και στην Μικρασιατική
Καταστροφή, ΚΑΙ μας πληγώνουν βαθύτατα ΚΑΙ θίγουν βάναυσα το Εθνικό μας
Φιλότιμο. Όμως, περισσότερη πίκρα και απογοήτευση νιώθουν οι Έλληνες
για το γεγονός ότι αυτές οι ιταμές προκλήσεις δεν απαντώνται εκ μέρους της
Ελλάδας, αφού μεγάλες ιστορικές μας επέτειοι μένουν στην αφάνεια, χωρίς το επίσημο ελληνικό
κράτος να τις αγκαλιάζει και να τις προβάλλει χάριν της ιστορικής μνήμης αλλά
και της εμψύχωσης του Έθνους: «Όσο πιο μικρή είναι μια χώρα, όσο πιο μικρός είναι ένας
λαός τόσο εντονότερες πρέπει να είναι οι ιστορικές μνήμες του, τόσο ισχυρότερες
και συχνότερες οι αναδρομές του στα ιστορικά γεγονότα που σφράγισαν την ύπαρξη
και την επιβίωσή του ως έθνους. Γιατί ένα μικρό έθνος χρειάζεται μεγάλες
αντοχές! Και οι αντοχές αντλούνται από τη συνειδητοποίηση των μεγάλων στιγμών
της ιστορίας ενός λαού, από τις στιγμές που ένας λαός υπερβαίνει τα ελαττώματα,
τις ελλείψεις και τις αδυναμίες του, για να υψωθεί στη σφαίρα των πραγματικών
αξιών, σ’ αυτές που διακρίνουν και καταξιώνουν τον άνθρωπο και τον κάνουν να
μεγαλουργεί.» Γ. Μπαμπινιώτης, «Ποιοι, πόσο και πώς γιορτάζουμε τις
Εθνικές μας επετείους», εφ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 24 Νοεμβρίου 2008 Μια τέτοια ξεχασμένη από την ελληνική πολιτεία ιστορική
επέτειος είναι και η Μάχη των Δερβενακίων (26 Ιουλίου 1822), που είχε σαν
αποτέλεσμα τη συντριβή της στρατιάς του Δράμαλη, τη διάσωση της Επανάστασης και
την εξύψωση του ηθικού και της αυτοπεποίθησης των αγωνιζόμενων Ελλήνων, ώστε να
συνεχίσουν να μάχονται «Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος» μέχρι να έρθει η Λευτεριά. Η μεγάλη και ανεπανάληπτη αυτή νίκη των Ελλήνων κατά των
Τούρκων υπήρξε προσωπικό δημιούργημα της διορατικότητας, του πείσματος και της
στρατηγικής ιδιοφυίας του «Πατέρα της Ελευθερίας», του Γέρου του Μοριά, του
Στρατηγού Θεόδωρου Κολοκοτρώνη: Μετά την ήττα του εξεγερμένου Αλή Πασά, ο Σουλτάνος ετοίμασε
μια μεγάλη στρατιά με επικεφαλής τον Μαχμούτ Πασά της Δράμας (τον επονομαζόμενο
Δράμαλη) για να κατεβεί στην Πελοπόννησο και να καταπνίξει την Επανάσταση. «Είκοσι τέσσαρες χιλιάδες πεζοί, εξακισχίλιοι ιππείς και
ισχυρόν πυροβολικόν απετέλουν αυτήν· από του έτους δε 1715, ότε ο Αλή
Κουμουρτζής διέβη τον Σπερχειόν, απερχόμενος όπως ανακτήση Μωρέαν από τους
Ενετούς, ουδέποτε είχεν ίδει η Ελλάς τοιαύτην στρατιωτικήν πομπήν…». Μέντελσον Μπαρτόλντι Η στρατιά του Δράμαλη, κυριολεκτικά αμαχητί, προέλασε στη
νότιο Ελλάδα καίγοντας, λεηλατώντας και επιβάλλοντας φρικτά αντίποινα στον
πληθυσμό, ώσπου έφτασε στο Άργος. Εδώ, βρέθηκε απέναντι στον Γέρο του Μοριά: Ο Κολοκοτρώνης τοποθέτησε Έλληνες αγωνιστές μέσα στο Φρούριο
του Άργους για να καθυστερήσει τον Δράμαλη και να προλάβουν οι Έλληνες να
οργανωθούν. Ύστερα, με βάση το σχέδιο
και τις διαταγές του, οι Έλληνες κατέλαβαν καίριες θέσεις γύρω από το Άργος,
για να αποκλειστεί ο Δράμαλης στην Αργολίδα, και μετά εφαρμόστηκε η τακτική της «καμένης γης», με καταστροφή των
σπαρτών της περιοχής, ώστε να εξολοθρευθούν οι Τούρκοι από λιμό. Συγχρόνως,
όσες φορές οι Τούρκοι δοκίμασαν να απομακρυνθούν από το Άργος για ανεύρεση τροφής, δέχονταν
επιθέσεις από τους ακροβολισμένους Έλληνες και αναγκάζονταν να επιστρέψουν
άπρακτοι. Όταν το σχέδιο του Κολοκοτρώνη ολοκληρώθηκε και λειτουργούσε σύμφωνα
με τη στρατηγική σκέψη του Στρατηγού, απεγκλωβίστηκαν με αντιπερισπασμό οι
Έλληνες από το Φρούριο του Άργους και όλα ήταν έτοιμα για την τελική
αναμέτρηση. Η τουρκική στρατιά βρέθηκε σε δεινή θέση εξαιτίας του
αποκλεισμού των Ελλήνων και ο Δράμαλης αποφάσισε να επιστρέψει στην Κόρινθο για
ανασυγκρότηση και ανεφοδιασμό. Ο Θ.
Κολοκοτρώνης, όμως, είχε προβλέψει την κίνηση αυτή του Δράμαλη και γι’ αυτό
τοποθέτησε τον στρατό του σε καίριες θέσεις στα Δερβενάκια, ένα στενό που ενώνει την αργολική με την κορινθιακή
πεδιάδα, ξέροντας πως ο Δράμαλης δεν είχε άλλη οδό διαφυγής. Συγχρόνως, είχε
τοποθετήσει στρατιωτικά σώματα σε όλες τις πιθανές διαβάσεις από τις οποίες θα
μπορούσαν να διαφύγουν οι Τούρκοι από τα Δερβενάκια, όταν θα δέχονταν την
ελληνική επίθεση. Την παραμονή της μάχης των Δερβενακίων, ο Κολοκοτρώνης
ανέβηκε στα κεραμίδια ενός σπιτιού και εμψύχωσε τους μαχητές με μια ομιλία
«κολοκοτρωνέικη»: «Έλληνες, σήμερα εγεννήθημεν και σήμερα θα πεθάνωμεν δια την
σωτηρίαν της πατρίδος μας και δια την εδικήν μας (…) αλλά σας το λέγω και τούτο
ότι απόψε ήλθεν η τύχη της πατρίδας μας και μου είπεν ότι είμεθα νικηταί τόσον
πολύ, όπου άλλην νίκην καλλιτέραν από την σημερινήν δεν εκάναμεν , αλλ’ ούτε
θέλομεν κάμει. Έχω τόσην βεβαιότητα να σας ειπώ να μην πάρετε ούτε τα άρματά
σας, δια να πάρωμεν των Τούρκων. Σήμερα ο καθείς από εμάς θα καταδιώκη πολλούς,
θα πάρητε λάφυρα πολλά και θησαυρούς του Αλή Πασιά θα τους μοιράζετε με το φέσι
τα φλωριά, όπου τα έχουν οι Τούρκοι, είναι χρήματα χριστιανικά. Τα είχεν ο
τύραννος της Ηπείρου παρμένα από τους αδελφούς μας. Ο Άγιος Θεός μας τα έστειλε
και είναι κελεπούρι δικό μας. Αύριον αυτήν την στιγμήν θα σας ιδώ όλους με τ΄
άρματα των Τούρκων, με τ΄ άλογά τους, λαμπροφορεμένους με τα ρούχα τους. Ο Θεός
είναι με ημάς να μή σας μέλλη τίποτε, πηγαίνετε να ετοιμασθήτε καθώς σας είπα
και να ελθήτε εδώ όλοι να ξεκινήσωμεν μαζί» Φώτιου Χρυσανθόπουλου
ή Φωτάκου, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμ. 1, Αθήνα 1974,
σσ. 356-357. Στις 26 Ιουλίου 1822, ο Δράμαλης με τη στρατιά του, μπήκε
στα Στενά των Δερβενακίων, χωρίς καν να υποψιάζεται ότι μπαίνει σε μια παγίδα
θανάτου. Όταν η εμπροσθοφυλακή των Τούρκων έφτασε στην έξοδο του στενού δέχτηκε
τα πυρά των κρυμμένων Ελλήνων, απ’ όλες τις μεριές του Στενού. Επικράτησε
πανικός. Άνθρωποι και ζώα έγιναν μια άμορφη μάζα όπου ο καθένας γύρευε σωτηρία. Όσοι Τούρκοι κατάφεραν να
βρουν κάποιες διαβάσεις διαφυγής έπεφταν πάνω στα ένοπλα σώματα που είχε
τοποθετήσει εκεί ο Κολοκοτρώνης και αποδεκατίζονταν. Κι όταν σώπασαν τα
καρυοφίλια και οι κουμπούρες, άρχισαν να μιλάνε τα γιαταγάνια. Η μάχη στα
Δερβενάκια κράτησε μέχρι αργά τη νύχτα και οι Τούρκοι είχαν τρομακτικές
απώλειες, σε ανθρώπους, ζώα και υλικά. Με βάση τη διασταύρωση απομνημονευμάτων,
άλλων ειδήσεων και εγγράφων, υπολογίζονται περίπου στους 2.500 - 3.000 Τούρκους
νεκρούς και τραυματίες. Ο Δράμαλης με τα απομεινάρια της τουρκικής στρατιάς
κατάφερε να φτάσει στην Κόρινθο όπου και πέθανε στις 26 Οκτωβρίου 1822, από τη
μεγάλη του στενοχώρια για τη συντριβή του από τους Έλληνες στα Δερβενάκια. Ο Φώτης Χρυσανθόπουλος (Φωτάκος), υπασπιστής του
Κολοκοτρώνη, που πολέμησε στα Δερβενάκια, γράφει στα απομνημονεύματά του τα
εξής συγκλονιστικά, για τη στιγμή που, μετά το τέλος της μάχης, διάβηκε μαζί με
άλλους Έλληνες τα Δερβενάκια: «Καθ’ όλον αυτόν τον δρόμον μας εις την ρεμματιάν την νύχτα
ευρίσκαμεν κατάστρατα πτώματα Τούρκων, και ακούαμεν εις τα πλάγια διάφορες
φωναίς πονεμένες (…) των πληγωμένων και μας εκυρίευσε φόβος και τρόμος έως να
περάσωμεν όλην την ρεμματιάν. (…) Έως να περάσωμεν και να έβγωμεν εις το
Παληόχανον, από τον φόβον μας, από την λύπην μας και από την πείνα μας ήλθεν η
ψυχή μας εις τα δόντια μας. Τα άλογά μας επατούσαν τους νεκρούς, και φοβισμένα
και κουρασμένα από τον πολύν δρόμον τα ταλαίπωρα ζώα εβαρέθηκαν και αυτά την
ζωήν των. Έβλεπαν τους ανθρώπους ξαπλωμένους κατά γης εδώ και εκεί όπου εβογκαγαν
και εξεψύχαγαν, και οι πληγωμένοι ετινάζοντο από τους πόνους και εξαφνίζοντο.
Κάθε τόσο είχαμεν νέα ξαφνίσματα μέσα εις τα χαμόκλαδα χωρίς να βλέπωμεν τι
είναι.» Η μάχη και η συντριπτική νίκη των Ελλήνων κατά των Τούρκων,
στα Δερβενάκια, έκρινε, κυριολεκτικά, τη σωτηρία της Ελληνικής Επανάστασης και
της συνακόλουθης Ελευθερίας της Ελλάδας. Εμπνευστής, σχεδιαστής και πρωτεργάτης
της νίκης υπήρξε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο οποίος παρά τον πανικό των Ελλήνων,
παρά τις αντίθετες γνώμες στο πολεμικό συμβούλιο και παρά την ανυπαρξία της
Ελληνικής Κυβέρνησης, πήρε επάνω του όλη την ευθύνη, κατάφερε να συγκεντρώσει
και να οργανώσει στρατό και με το ευφυέστατο στρατηγικό του σχέδιο οδήγησε τους
Έλληνες στη συντριβή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια. Η καταστροφή του Δράμαλη εντυπώθηκε ανεξίτηλα στην ελληνική
ψυχή κι έγινε δημοτικό τραγούδι και θρύλος: ΤΟΥ ΔΡΑΜΑΛΗ Φύσα μαϊστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου, να πας τα χαιρετίσματα στου Δράμαλη τη μάνα. Της Ρούμελης οι μπέηδες, του Δράμαλη οι αγάδες στο Δερβενάκι κείτονται, στο χώμα ξαπλωμένοι. Στρώμα ’χουνε τη μαύρη γης,
προσκέφαλα λιθάρια Και γι’ απανωσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη. Κ’ ένα πουλάκι πέρασε και το συχνορωτάνε: -Πουλί πως πάει ο πόλεμος, το κλέφτικο ντουφέκι; -Μπροστά πάει ο Νικηταράς, πίσω ο Κολοκοτρώνης, και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά στα χέρια. Γράμματα πάνε κ’ έρχονται στων μπέηδων τα σπίτια. Κλαίνε τα’ αχούρια γι’ άλογα και τα τζαμιά για Τούρκους, κλαίνε μανούλες για παιδιά, γυναίκες για τους άντρες Μια τέτοια μεγάλη και ιστορική νίκη των Ελλήνων του 1821
κατά των Τούρκων κατακτητών θα ’πρεπε να είναι (όπως και άλλα πολλά ένδοξα
ιστορικά αλλά παρασιωπημένα γεγονότα) επέτειος εθνική, που να εορτάζεται, με
κάθε επισημότητα και λαμπρότητα, σ’ ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, για να
μένει ζωντανή η εθνική μνήμη και να εμπνέει το μέλλον, αλλά και για να παίρνει
απαντήσεις ο «σουλτάνος» Ερντογάν και η φιλοπόλεμη μερίδα της τουρκικής
κοινωνίας στα εθνικιστικά και πολεμοκάπηλα κηρύγματά τους. Σπάρτη
26-7-2022
Βαγγέλης Μητράκος