Vekrakos
Spartorama | «Η θεολογία της εθνικής απελευθερώσεως στο έπος του 1821», από τον Βασίλειο Κουδούνη

«Η θεολογία της εθνικής απελευθερώσεως στο έπος του 1821», από τον Βασίλειο Κουδούνη

Spartorama 02/10/2021 Εκτύπωση Άρθρα Εκκλησία Ιστορία Κοινωνία Παιδεία
«Η θεολογία της εθνικής απελευθερώσεως στο έπος του 1821», από τον Βασίλειο Κουδούνη
Η ελληνική επανάσταση είχε εθνικοαπελευθερωτικό σκοπό και διακρινόταν από μία θρησκευτικότητα και ευρεία συμμετοχή του ορθόδοξου κλήρου και των ιερών Μονών
Οδός Εμπόρων

Η επαναστατική κινητοποίηση των Ελλήνων το 1821 υπήρξε γεγονός διεθνών διαστάσεων. Το πεδίο της στρατιωτικής και πολιτικής δράσης εξαπλώθηκε από τη Ρωσική Αυτοκρατορία έως τον Ατλαντικό και από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες έως την Αίγυπτο. Ισχυρό φιλελληνικό ενδιαφέρον εκδηλώθηκε και στην αμερικανική ήπειρο. Στις ΗΠΑ ιδιωτικοί φορείς  δραστηριοποιήθηκαν για την ενίσχυση του Αγώνα. Επίσης, η Αϊτή ήταν η πρώτη χώρα διεθνώς(Ιανουάριος του 1822) που αναγνώρισε το δίκαιο της ελληνικής επανάστασης δια θερμής επιστολής του προέδρου Jean Pierre Boyer  προς τον Αδαμάντιο Κοραή και τους συνεργάτες του στο Παρίσι. 

Η εποποιία του 1821 διαφοροποιείται ουσιαστικά από άλλες επαναστάσεις της εποχής. Η αμερικανική απέβλεπε στην απoδέσμευση από την αποικιοκρατική εξάρτηση. Η γαλλική είχε χαρακτήρα κοινωνικό, ταξικό και οικονομικό, ενώ ήταν έντονη η αντιεκκλησιαστική διάσταση. Στον αντίποδα, η ελληνική είχε εθνικοαπελευθερωτικό σκοπό και διακρινόταν από μία θρησκευτικότητα και ευρεία συμμετοχή του ορθόδοξου  κλήρου και των ιερών Μονών. 

Οι επαναστάτες εμφορούνταν από ελληνική εθνική συνείδηση και ισχυρό  χριστιανικό φρόνημα. Η ελληνορθόδοξη πνευματικότητα διαπνέει το ιδεολογικό υπόβαθρο των τριών κορυφαίων πατέρων της ελευθερίας, του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, του Ρήγα και του Μακρυγιάννη.  Τα έγγραφα της περιόδου, ο λόγος και οι πράξεις διασαλπίζουν την ελληνοχριστιανική εθνική ταυτότητα των πρωταγωνιστών, των επισήμων και των ασήμων, ήτοι σύμπαντος του ελληνικού λαού. Ο Ρήγας  Φεραίος στο έργο του «Δημοκρατική Κατήχησις» απαντάει στην ερώτηση «τι είναι ελευθερία;»: «Το ευμορφώτερον δώρον του Θεού, αλλά πρέπει να έχει τις καθαράν καρδίαν δια να ευφραίνηται τας ευεργεσίας και χάριτας της ελευθερίας αυτής». Στο ίδιο έργο προσδιορίζει και τα καθήκοντα του κοινωνικού ανθρώπου, μεταξύ των οποίων και ο σεβασμός στον Θεό, η φιλοπατρία και  η φιλαλληλία: «Τις ο επίλογος των καθολικών καθηκόντων του εν κοινωνία  ανθρώπου; Φοβού τον Θεόν, δούλευε την Πατρίδα σου, αγάπα τον πλησίον σου ως τον ίδιον εαυτόν σου. Ευλαβού τον δυστυχή, τίμα τους γέροντας, θαυμάζου τας χάριτας, απόδιδε θυσίαν των επιστημών και τεχνών. Θρήνει δε τον ένοχον αδελφόν σου, φυλαττόμενος μάλιστα από την παραμικράν προς αυτόν καταφρόνησιν». Χαρακτηριστική είναι και η δήλωση της Φιλικής Εταιρείας που διατυπώνεται σε πρώιμο έγγραφό της: «Η Εταιρεία συνίσταται από καθ’ αυτό Γραικούς φιλοπάτριδας και ονομάζεται Εταιρεία των Φιλικών. Ο σκοπός αυτών είναι η καλλιτέρευσις του ιδίου έθνους και αν ο Θεός το συγχωρήση(το επιτρέψει) η ελευθερία των»[1]. 

Η θεολογία της εθνικής απελευθερώσεως, με άλλα λόγια, αποτελεί τον ιδεολογικό πυρήνα του εγχειρήματος και είναι διάχυτη στις πηγές της περιόδου. Παραθέτω ενδεικτικά δύο κείμενα από την πληθώρα των επίσημων και ιδιωτικών εγγράφων που πολυτρόπως συνυφαίνοντας τη θεολογική με την επαναστατική γλώσσα  εξακτινώνουν την πεποίθηση ότι ο Αγώνας ήταν έργο του Θείας Πρόνοιας και του ελληνικού λαού. 

Α.  Στην πρώτη διακήρυξη[2] η πολιτική εξουσία οριστικά και με σαφήνεια καταργεί την ανομοιομορφία και την πολυχρωμία που χαρακτήριζαν τις επαναστατικές σημαίες.  Ο τίμιος Σταυρός κυριάρχησε ως το μοναδικό σύμβολο στη σημαία τού κατά ξηράν και κατά θάλασσαν στρατού και του Έθνους. Όλοι οι αξιωματούχοι, πολιτικοί και στρατιωτικοί, όφειλαν να φέρουν επί της κεφαλής το εθνόσημο.  Περαιτέρω, το ιερό αυτό σύμβολο με την εικόνα του Χριστού αποτέλεσε «τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Σωτήρος», το ανώτατο διάσημο του Ελληνικού Κράτους, που απονέμεται  από το 1833 σε εξέχουσες προσωπικότητες. 

 

Β.  Στο δεύτερο έγγραφο[3] η προσωρινή  εκτελεστική εξουσία απευθύνει νουθεσίες και προτροπές στους αγωνιζόμενους Έλληνες. Έχουν προηγηθεί λίγο νωρίτερα σημαντικές επιτυχίες στο πεδίο της στρατιωτικής αντιπαράθεσης.  Τη νύχτα της 6ης προς την 7η Ιουνίου 1822 ο Κ. Κανάρης και ο Ανδρ. Πιπίνος με ομάδα συναγωνιστών  πυρπόλησαν ολοσχερώς τη ναυαρχίδα του οθωμανικού στόλου στη Χίο, ενώ προκάλεσαν σοβαρές ζημιές στην υποναυαρχίδα, ένα γιγάντιο δίκροτο, που τέθηκε  εκτός  επιχειρήσεων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Στην επιχείρηση αυτή φονεύτηκαν 2000 περίπου Τούρκοι μαζί με τον διοικητή τους Καρά Αλή. Λίγες μέρες αργότερα, στις 17 Ιουνίου, παραδόθηκε και το Ναύπλιο. Η Προσωρινή Διοίκηση παροτρύνει τους Έλληνες να μη λησμονούν μέσα στην εύλογη ευφορία τους ότι οι νίκες οφείλονται πρωτίστως στον «Παντοδύναμον προστάτην του δικαίου». Τονίζει, ακόμη, ότι η ταπεινότητα και η σεμνότητα πρέπει να συνοδεύουν τον ενθουσιασμό τους.  Η ελευθερία θα κατακτηθεί με τη θεία αρωγή περισσότερο και λιγότερο  με την ανδρεία στο πεδίο της μάχης επισημαίνει. Έπειτα, αναγνωρίζει και εγκωμιάζει τους μάρτυρες, κληρικούς και λαϊκούς, μεταξύ των οποίων και τον «άγιο Πατριάρχη» Γρηγόριο Ε΄, που θυσιάστηκαν στον βωμό της εθνικής ανεξαρτησίας. Εν κατακλείδι, υπογραμμίζει ότι ο Θεός, για να συνεχίσει «να ευλογεί» τον Αγώνα, «|παραγγέλλει» το θάρρος να συνοδεύεται από την ταπεινοφροσύνη, τη φιλανθρωπία, την ομόνοια, τη φιλευσπλαχνία προς τους ηττημένους  και τη δικαιοσύνη.

 

 

Στις μέρες μας επιχειρείται συστηματικά η αποδόμηση της ιστορίας, της γλώσσας και εν γένει της εθνικής μας ταυτότητας. Στο πλαίσιο αυτό προωθείται και η διαστρέβλωση των γεγονότων της επανάστασης του 1821. Η αμφισβήτηση της ελληνοχριστιανικής συνείδησης των αγωνιστών προγόνων μας έχει λάβει ευρεία έκταση. Η ψυχική υποδούλωση στις επιταγές της προϊούσης παγκοσμιοποίησης, οι ιδεοληψίες, οι προκαταλήψεις, οι κομματικές σκοπιμότητες, η αποσιώπηση και η παραχάραξη των αυθεντικών πηγών διακρίνουν την προσπάθεια των σύγχρονων ιστορικών αναθεωρητών.  Όμως είναι άδικο να παραβλέπονται ή να παραποιούνται τα  ποικίλα έγγραφα στα οποία οι προπάτορές μας κατέγραψαν τα γεγονότα, κατέθεσαν τον σκοπό του Αγώνα, εξέφρασαν τις ελπίδες τους, τους φόβους, τις αγωνίες τους αλλά και τη βεβαιότητα για την ευόδωση του εγχειρήματος, αφού «ο Θεός υπέγραψε την ελευθερία της Ελλάδος και δεν παίρνει πίσω την υπογραφή του». Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για προκλητική πλαστογράφηση της ιστορίας και προδοσία της αλήθειας. 

 

 

[1] Από κείμενο της Φιλικής στα κρατικά αρχεία της Ρουμανίας, που δημοσιεύτηκε στα Ντοκουμέντα για την ιστορία της Ρουμανίας, τ. Δ΄. 

[2]«Μονόφυλλα του Αγώνος. Προκηρύξεις- Θεσπίσματα- Διατάγματα 1821-1827», Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Αθήνα 2012. Eυρίσκονται στην Εκκλησιαστική Βιβλιοθήκη της Ι.Μ. Μον/σίας και Σπάρτης. 

[3] Οικονόμου Ηλία, «Ο Θεός και το 1821», Αθήνα  2018. 

 

Βασίλειος Κουδούνης
Φιλόλογος, Επιμελητής Εκκλησιαστικής Βιβλιοθήκης Ι.Μ.Μ.Σ.

mmspartis.gr


Οδός Εμπόρων