Vekrakos
Spartorama | «Η Ιστορία Αξίζει για τους Ζωντανούς Λαούς - 28η Οκτωβρίου 1940 | Μέρος ΙΙΙ» από τον Δημήτρη Κατσαφάνα

«Η Ιστορία Αξίζει για τους Ζωντανούς Λαούς - 28η Οκτωβρίου 1940 | Μέρος ΙΙΙ» από τον Δημήτρη Κατσαφάνα

Δημήτριος Κατσαφάνας 06/11/2025 Εκτύπωση Άρθρα Ιστορία Κοινωνία Παιδεία Πολιτισμός
«Η Ιστορία Αξίζει για τους Ζωντανούς Λαούς - 28η Οκτωβρίου 1940 | Μέρος ΙΙΙ» από τον Δημήτρη Κατσαφάνα
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Δημήτρη Κατσαφάνα «Ο Χθεσινός Κόσμος όπως τον Έζησα» (Έκδοσις Εκκλησιαστικής Βιβλιοθήκης Ιεράς Μητροπόλεως Μονεμβασίας και Σπάρτης | Σπάρτη 2019)

(Συνέχεια από το προηγούμενο)


Το τέλος της παιδικής αθωότητας  

  

Οφείλω να ομολογήσω πως η επιστράτευση εκείνη έγινε με απόλυτη επιτυχία. Σε δύο-τρεις μέρες οι επίστρατοι που ξεκινούσαν από τη Σπάρτη θα έπαιρναν θέση μάχης στην πρώτη κιόλας γραμμή του μετώπου στην Ήπειρο. Προσωπικά θα έχω, έπειτα από δεκαετίες, το 1974, την εμπειρία μιας άλλης επιστράτευσης, εκείνης της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Ασύγκριτα μεγέθη. Ίσως μιλήσω σε επόμενες σελίδες γι’ αυτή. Και οφείλω να ομολογήσω, ανεξάρτητα από τους λόγους που οδήγησαν τον Μεταξά να επιβάλει τη δικτατορία και να ανακόψει τις δημοκρατικές εξελίξεις στην Ελλάδα, με τις γνωστές μετέπειτα συνέπειες για τον τόπο, ότι στις κρίσιμες εκείνες ώρες αναδείχτηκε ο κυβερνήτης που απαιτούσαν οι περιστάσεις.

Γιατί; Κατά τη γνώμη μου πάντα, είχε τη διαγνωστική ικανότητα, την πνευματική ανδρεία όχι μόνο να αντισταθεί, όπως όλος ο λαός μας, αλλά την ανδρεία να επικεντρωθεί στην ουσία, να αντισταθεί πρώτα στον ίδιο τον εαυτό του, που συμπαθούσε τη Γερμανία του Χίτλερ, και να σταθεί στο πλευρό των Συμμάχων. Η διαγνωστική του δύναμη βιάστηκε να φανεί, γιατί οι διεθνείς εξελίξεις, που οδηγούσαν στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν ραγδαίες. Οργάνωσε τον στρατό, έκαμε το μεγαλύτερο μέχρι σήμερα οχυρό, το Ρούπελ – Γραμμή Μεταξά και κράτησε το ηθικό του λαού ψηλά. Είναι αλήθειες σκληρές, όσο σκληρές είναι και οι αλήθειες που εγγράφονται στο παθητικό ενός δικτάτορα.

Η 4η Αυγούστου σήμαινε μια μεγάλη τομή στην εθνική και πολιτική μας ζωή. Όποιος και να ήταν ο ρόλος του Μεταξά από το 1912 ως το 1936: επιτελής του στρατηγείου στους βαλκανικούς πολέμους, κύριος στρατιωτικός υπεύθυνος για τη γραμμή ουδετερότητος του βασιλιά Κωνσταντίνου και λοιπά γεγονότα, «όποια και να είναι η κρίση για το ό,τι είχε κάνει στο παρελθόν», γράφει στη βιογραφία του, «Η Ζωή μου», ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, «δεν μπορεί παρά να είναι αρνητική για την πράξη που έκανε στις 4 Αυγούστου 1936, αλλά ούτε και αυτή δεν θα την κρίνω. Και δεν θα την κρίνω, γιατί η ιστορία του εξασφάλισε, είτε το ‘θελε ο ίδιος (ή ο τότε βασιλεύς Γεώργιος) είτε όχι, μια πολιτική ευθανασία». Και συνεχίζει: «Ενώ ήταν δικτάτορας, ενώ ήταν προσανατολισμένος λίγο-πολύ στη φασιστική ιδεολογία, όπως φάνηκε και με την οργάνωση της νεολαίας του, που είχε αποτελέσει έναν εξευτελισμό των νέων της Ελλάδας, όταν ήρθε η ώρα στις 28 Οκτωβρίου του 1940 να πει ένα “ΝΑΙ” ή ένα “ΟΧΙ” στο τελεσίγραφο του Μουσολίνι, είπε ευτυχώς “ΟΧΙ”».

Θα μπορούσε τάχα να πει και “Ναι”; Εγώ νομίζω πως δεν μπορούσε, διότι ο Γεώργιος ο Β΄ ήταν συνδεδεμένος πολύ με την Αγγλία. Αν έλεγε όμως στις τρεις τη νύχτα πριν τα ξημερώματα «Ναι», οι Ιταλοί θα είχαν εισβάλει χωρίς αντίσταση και ολόκληρος ο ελληνικός λαός, που ήθελε να αγωνιστεί και να αντισταθεί, δε θα είχε τη δυνατότητα. Γιατί η αντίσταση σε μια οργανωμένη εισβολή χρειάζεται οργανωμένο στρατό. Μπορεί αργότερα να εκδηλωνόταν η αντίσταση του ελληνικού λαού, αλλά πάντως θα είχαμε χάσει την ευκαιρία να γράψουμε το μεγάλο έπος της Βορείου Ηπείρου και της Αλβανίας». Αυτά θα γράψει ο Π. Κανελλόπουλος, που ήταν εξόριστος στην Κάρυστο από το 1937 από τη Δικτατορία, για προκήρυξή του κατά του καθεστώτος του Μεταξά. Τον εξόρισε, όπως και πολλούς άλλους, όπως π.χ. τον Αλ. Σβώλλο, το Θεμιστοκλή Τσάτσο και πολλούς κομουνιστές. Με τηλεγράφημά του ο Π. Κανελλόπουλος ζήτησε και κατατάχτηκε εθελοντής σαν απλός στρατιώτης, και πολέμησε στην Αλβανία. Και φυσικά δεν ήταν ο μόνος εξόριστος που το έπραξε αυτό.

Από εδώ και πέρα δεν θα διηγηθώ τα γεγονότα, δεν έχω σκοπό να επαναλάβω εδώ την ιστορία του Αλβανικού έπους, όσο μεγάλο και αν είναι το νόημά του. Θα σταθώ μόνο στις δικές μου εμπειρίες.

Σκοπός του βιβλίου αυτού είναι η υποκειμενική - βιωματική οπτική της ζωής του συγγραφέα στο ταξίδι του στο χρόνο. Τα σχολεία, λοιπόν, την επόμενη ημέρα έκλεισαν επ’ αόριστον. Πήγα στο χωριό. Οι περισσότεροι, νέοι άντρες, είχαν φύγει για το μέτωπο. Τα μουλάρια του χωριού είχαν καταγραφεί, έτοιμα, αν χρειαστεί, να χρησιμοποιηθούν ως μεταγωγικά στο μέτωπο. Ο πρόεδρος του χωριού είχε εξαιρέσει το δικό μας. Με αυτό ο πατέρας μου ζούσε την πολυμελή οικογένεια. Οι γυναίκες έπλεκαν φανέλες για τους στρατιώτες μας που πολεμούσαν στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας. Και ήταν ο χειμώνας ο πιο βαρύς που θυμούνταν οι παλαιότεροι. Επιτροπή της Κοινότητας Παλαιοπαναγιάς συγκεντρώνει, εκτός από μάλλινες φανέλες και κάλτσες, και χοντρά κλινοσκεπάσματα για την Αλβανία. Η μάνα μου, έδωσε την πιο καλή, μια καλοϋφασμένη με σχέδια από την μάνα της, τη γιαγιά μου Αικατερίνη, στον αργαλειό, αντρομίδα. Κάτι σχεδόν, ανάλογο με τις σημερινές κουβέρτες και ας μη της περίσσευαν τα ρούχα για να ζεστάνει τη φαμελιά της. Το χωριό ήταν στο πόδι, όλοι μια ψυχή.

Στις 21 Νοεμβρίου 1940 πέφτει στα χέρια των Ελλήνων η Κορυτσά της Βορείου Ηπείρου. Χτυπάνε χαρμόσυνα οι καμπάνες στα χωριά μας και στις πολιτείες μας για δοξολογία στο Θεό. Η Παναγία Στρατηγός, όπως και στα Βυζαντινά χρόνια, προστατεύει τον έλληνα στρατιώτη, εξουδετερώνεται η μεραρχία των αλπινιστών και στις 9 Δεκεμβρίου οι Έλληνες παίρνουν το Αργυρόκαστρο, στις 6 του ίδιου μήνα ο ελληνικός στρατός έχει μπει στους Αγίους Σαράντα. Οι καμπάνες χτυπούν κάθε τόσο. Στην Αγγλία, Αμερική, στην κατακτημένη Ευρώπη, ο σεβασμός προς την Ελλάδα μεταβάλλεται σε θαυμασμό. Ο θρίαμβος της ιστορικής αρετής των Ελλήνων είναι ένας θρίαμβος σ’ ολόκληρη την ανθρωπότητα. Η εμπιστοσύνη, ο θαυμασμός, κορυφώνεται, όταν οι Έλληνες στις 6 Απριλίου του 1941 συντρίβουν την «εαρινή επίθεση» των Ιταλών, την οποία παρακολουθούσε στην Αλβανία ο ίδιος ο Μουσσολίνι. Η μικρή μας αεροπορία, από την πρώτη στιγμή, έκαμε έντονη, ριψοκίνδυνη την παρουσία της, όπως και το ναυτικό μας. Τα κατορθώματα του υποβρυχίου «Παπανικολής» με πλωτάρχη τον Μίλτωνα Ιατρίδη έγιναν θρύλος. Βύθισε ιταλικά μεταγωγικά έξω από την Αυλώνα και το Πρίντεζι. 

 

(Επόμενο και τελευταίο)                         


Οδός Εμπόρων