Vekrakos
Spartorama | «Η Ιστορία Αξίζει για τους Ζωντανούς Λαούς - 28η Οκτωβρίου 1940» από τον Δημήτρη Κατσαφάνα

«Η Ιστορία Αξίζει για τους Ζωντανούς Λαούς - 28η Οκτωβρίου 1940» από τον Δημήτρη Κατσαφάνα

Δημήτριος Κατσαφάνας 25/10/2025 Εκτύπωση Άρθρα Ιστορία Κοινωνία
«Η Ιστορία Αξίζει για τους Ζωντανούς Λαούς - 28η Οκτωβρίου 1940» από τον Δημήτρη Κατσαφάνα
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Δημήτρη Κατσαφάνα «Ο Χθεσινός Κόσμος όπως τον Έζησα» (Έκδοσις Εκκλησιαστικής Βιβλιοθήκης Ιεράς Μητροπόλεως Μονεμβασίας και Σπάρτης | Σπάρτη 2019)

Το τέλος της παιδικής αθωότητας    

 

Πρέπει να ήταν μια μέρα του Σεπτέμβρη, όταν είδα πέντε-έξι παιδιά να κοιτάζουν, με έκπληκτα μάτια, μια εφημερίδα. Από το Βερολίνο ορμούσαν κάτι κόκκινα τόξα προς όλη την Ευρώπη. Ένα ερχόταν ακάθεκτο κατά τα Βαλκάνια. Ένιωσα, για πρώτη φορά, τέτοια ταραχή. Πύρινες γλώσσες της Κόλασης, θα μπαίναμε πλέον σε πύρινο κύκλο δοκιμασίας. Ο πόλεμος θα λαμπάδιαζε όλη την Ευρώπη. Και στην Ελλάδα. Όλα ήταν αλήθεια, κανείς δεν ήθελε τον πόλεμο.

Ο Μουσολίνι, βέβαια, είχε καταλάβει την Αλβανία από τον Απρίλη του 1939. Αλλά τώρα, ενισχυμένος, μετά την υπογραφή του γερμανο-σοβιετικού συμφώνου, ο Χίτλερ απαιτεί από την Πολωνία την εκχώρηση στη Γερμανία του διαδρόμου του Ντάντσικ. Μπροστά στην πολωνική άρνηση, ο γερμανικός στρατός εισβάλλει στην Πολωνία την 1η Σεπτεμβρίου 1939.

Στις 3 Σεπτεμβρίου, πιστές στη διακύρυξή τους, Γαλλία και Αγγλία κηρύσσουν τον πόλεμο στη Γερμανία. Είκοσι χρόνια, μετά τη συνθήκη των Βερσαλλιών, στην αίθουσα των Κατόπτρων, η Ευρώπη θα γνώριζε μια νέα αιματηρότερη σύγκρουση. Στην πραγματικότητα τα είκοσι εφιαλτικά χρόνια του μεσοπολέμου είχαν θεμελιώσει τη γέφυρα προς το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπου να ‘ναι θα έφθανε και η σειρά της Ελλάδας. Η κυβέρνηση, για να μην προκαλέσει τη φασιστική Ιταλία, καλούσε, με προσωπικές κλήσεις, τους επίστρατους και όχι με φανερές επιστρατεύσεις. Προσποιήθηκε ακόμη ότι δε γνώριζε τον δράστη του τορπιλισμού του πολεμικού μας «Έλλη» στα νερά της Τήνου ανήμερα της Παναγίας, το Δεκαπενταύγουστο του 1940. Η κυβερνητική ανακοίνωση μιλούσε για υποβρύχιο «αγνώστου εθνικότητος», ενώ και ο απλός Έλληνας κατάλαβε ότι οι Ιταλοί είχαν τορπιλίσει το πλοίο, γεμάτο με προσκυνητές, όπως διαπιστώθηκε και από σχετική έρευνα. Πριν μάλιστα από τον τορπιλισμό της “Έλλης”, όταν οι Ιταλοί ήταν πια στην Αλβανία, είχαν προξενήσει πολλές προβοκάτσιες. Πρόβαλαν τα δικαιώματα των Αλβανών επί της Τζαμουριάς και κατηγόρησαν την Ελλάδα ως υπεύθυνη για τον θάνατο του Νταούντ. Ήταν «ο μέγας Αλβανός πατριώτης».

Ανάμεσα στο λαό ψιθυριζόταν η ιταλική πρόκληση έτσι που με δυσκολία συγκρατούσε την οργή του. Γραμμή της κυβέρνησης να μη δώσει στη φασιστική Ιταλία την αφορμή της εισβολής. Μια μικρή χώρα των οκτώ εκατομμυρίων θα ήταν η έσχατη απερισκεψία να προκαλέσει την Ιταλία των σαράντα εκατομμυρίων. Ο Μεταξάς φρόντιζε να στέλνει προς τα έξω τη βούληση της Ελλάδας να μείνει ουδέτερη. Αλλά εάν δεχόταν επίθεση, θα αμυνόταν. Ήδη πολύ νωρίτερα στις 9 Απριλίου  του 1939 ο αρχηγός του Επιτελείου, αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος είχε δώσει μυστική διαταγή στο διοικητή του στρατού της προκάλυψης ότι, αν επιχειρήσουν οι Ιταλοί να μπουν στη χώρα μας «να αμυνθούν μέχρις εσχάτων». Το βράδυ της 27ης Οκτωβρίου ο Ιταλός πρέσβης είχε δώσει δεξίωση στην πρεσβεία. Ο Μεταξάς είπε στους υπουργούς του να μη λείψει κανείς από τη δεξίωση, μήπως θεωρηθεί από τους Ιταλούς ότι η απουσία ήταν σκόπιμη. Στη μεγάλη τούρτα, σύμφωνα με συνέντευξη του Άγγελου Βλάχου, διπλωμάτη, τώρα τελευταία στην τηλεόραση (30-12-2015, σε επανάληψη) ήταν φυτευμένες δύο σημαίες της Ιταλίας και της Ελλάδας. Η βραδιά είχε τελειώσει καλά.

Οι προκλήσεις, οι εκφοβισμοί της Ιταλίας προς την Ελλάδα είχαν φθάσει στο αποκορύφωμά τους. Η προπαγάνδα του Μουσολίνι είχε απλωθεί στη χώρα. Μυστικοί πράκτορες υπό τον μανδύα υπαλλήλων, εταιρειών κ.λπ. κατασκόπευαν και προπαγάνδιζαν υπέρ της φασιστικής Ιταλίας. Ο Μουσολίνι είχε προεξοφλήσει το αποτέλεσμα. Η Ελλάδα θα του άνοιγε τα σύνορα να περάσει, οι Έλληνες δε θα πολεμούσαν και πίστευε ότι με έναν περίπατο 20 ημερών θα έμπαινε στην Αθήνα θριαμβευτικά, τελώντας έτσι έναν “ρωμαϊκό θρίαμβο”.

Σήμερα, θυμάμαι πολύ καθαρά τις μακρινές εκείνες ημέρες του Σεπτέμβρη και του Οκτώβρη του 1940. Μαθητής τώρα της Β΄ τάξης Γυμνασίου μοναχικός στο ισόγειο δωματιάκι μου, ξένος σε μια κοινωνία που δεν γνώριζα, ζούσα σχεδόν, όπως όλα τα παιδιά της ηλικίας μου, στο περιθώριο όσων διαδραματίζονταν, με κάποιες ανησυχίες βέβαια και άσχημα προαισθήματα. Οι περισσότεροι διαβάζαμε τα μαθήματα με δυσκολίες και ελλείψεις. Για μέρες πολλές στο προαύλιο του σχολείου, προσπαθούσαμε να ανταλλάξουμε τα περυσινά μας βιβλία με μεταχειρισμένα μαθητών που είχαν τελειώσει τη Δευτέρα τάξη. Οι καθηγητές μας προσπαθούσαν να επιβάλουν ησυχία μέσα σε αίθουσες, όπου συνωστιζόμαστε ο ένας επάνω στον άλλο. Με μια αξιοπρόσεκτη ευσυνειδησία και ακεραιότητα χαρακτήρα, άλλοι σκυφτοί, λιγομίλητοι και άλλοι ανοιχτοί και καλόκαρδοι, οι καθηγητές μας εκείνοι προσπαθούσαν να μας μάθουν γράμματα. Η αυστηρή, ωστόσο, ματιά τους βάραινε πάνω μας και συχνά μας έπιανε ένας κόμπος στο λαιμό, όταν λέγαμε το μάθημα. Σήμερα, έπειτα από τόση διδακτική πείρα που απόχτησα ως φιλόλογος, ξέρω ότι το επίπεδο μάθησης έπρεπε να ήταν υψηλότερο. Δεν είχαμε αποτύχει οι μαθητές, αλλά η άγονη μέθοδος που χρησιμοποιούσαν τότε οι δάσκαλοι και καθηγητές μας, καθώς και η απουσία ευρύτερων οριζόντων. Αργόσυρτες ήταν οι ώρες των μαθημάτων μας στο νεοκλασικό κτίριο, το λεγόμενο «Επαγγελματική Σχολή», δωρεά των μεγάλων ευεργετών Ιωάννου και Αικατερίνης Γρηγορίου, το οποίο εδώ και μερικά χρόνια το κατεδάφισε το καθεστώς της δικτατορίας των συνταγματαρχών γύρω στα 1970. Ωραία χρόνια, θα ειπεί κάποιος. Ναι, ωραία, όσο ωραία τα κάνει η παιδική ηλικία και η άγνοια. Δεν είχαμε μάθει, δεν είχαμε γυμνάσει την αίσθησή μας για όσα μας περίμεναν. Ακόμα και οι μεγάλοι και, θα ’λεγα, πως γενικότερα ο άνθρωπος του μεσοπολέμου, είχε σταθεί τρομακτικά αμαθής για όσα τον περίμεναν.

 

(Συνεχίζεται)                         


Οδός Εμπόρων