Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024
-Δάσκαλε, να που σε πέτυχα! Να σου τα πω και να τα βγάλω από μέσα μου. Ήρθες εδώ και κατέστρεψες το χωριό μας. Πάρε μετάθεση και φύγε! Αρκετά! Έχω πόσα βράδια να κοιμηθώ
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ: Οι παλαιοί Δάσκαλοι ήταν Ήρωες. Ήταν αυτοί που κράτησαν την κοινωνία και την
δημόσια εκπαίδευση όρθια σε καιρούς δύσκολους και σκοτεινούς, όταν όλοι είχαν
κιοτέψει και … «περί άλλα ετύρβαζαν». Με μισθούς πείνας, βαλμένοι στην πρέσα
της εξουσίας, των τοπικών κομματαρχών και του επιθεωρητή, με 7 μέρες την
εβδομάδα δουλειά και υποχρεώσεις πρωί-απόγευμα, φιλοξενούμενοι σε μίζερες
σχολικές καμαρούλες ή όπου αλλού έβρισκαν διαθέσιμο σπίτι στο χωριό,
υποχρεωμένοι να κατοικούν στον τόπο εργασίας τους και να μην μετακινούνται απ’
αυτόν, αναγκασμένοι από την εκάστοτε πολιτική εξουσία να γίνονται άμισθοι υπηρέτες της και να αναλαμβάνουν πλήθος
εξωδιδακτικών υποχρεώσεων, να συντηρούν και να καθαρίζουν τα διδακτήρια με τα
ίδια τους τα χέρια, να φτιάχνουν μόνοι τους εποπτικά μέσα διδασκαλίας αφού το
κράτος δεν τους τα παρείχε, να διοργανώνουν εκδηλώσεις στο σχολείο και στο
χωριό για τους μαθητές τους και τους απομονωμένους κατοίκους, να φυτεύουν
σχολικούς κήπους, να οργανώνουν και να εποπτεύουν σχολικά συσσίτια, να καταγράφουν
και να διασώζουν την τοπική παράδοση και την ιστορία και μέσα σ’ όλα αυτά (και
άλλα πολλά) να μεταλαμπαδεύουν, με υψηλό αίσθημα ευθύνης, Γνώση-Αρχές-Αξίες και
Ιδανικά, στα Ελληνόπουλα, σε συνθήκες που ούτε καν μπορούν να διανοηθεί κανείς,
σήμερα. Ναι! Οι παλαιοί Δάσκαλοι ήταν Ήρωες. Κι αν το
ελληνικό κράτος δεν τους αντάμειψε ποτέ όπως τους έπρεπε (ούτε καν ηθικά)
η παντοτινή αγάπη, η μνήμη και η
εκτίμηση που κέρδισαν στις καρδιές των μαθητών και των κατοίκων των χωριών μας,
σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, είναι η μεγαλύτερη
και πανάξια ανταμοιβή τους. Ένας απ’ αυτούς τους Άξιους Δασκάλους του
παρελθόντος είναι και ο φίλος μου Κώστας Γιαννακούρας από τον Κεφαλά. Θα μπορούσα να γράψω πολλά για τον καλό φίλο
και συνάδελφο Κώστα Γιαννακούρα. Προτιμώ όμως να παραθέσω τα λόγια που
γράφτηκαν γι’ αυτόν στην ιστοσελίδα https://karitsiotikanea.blogspot.com/του
χωριού Καρύτσα Λακωνίας, όπου υπηρέτησε
ως δάσκαλος επί 4 χρόνια (1971-1975): «Ο Κώστας Γιαννακούρας δίδαξε στο χωριό μας
για τέσσερα χρόνια κατά τη δεκαετία του ΄70 και αποτέλεσε αξέχαστη μνήμη για
τους ντόπιους. Ήταν ένας δάσκαλος που εκτιμούσε τους κατοίκους, αγαπούσε τα
παιδιά και φρόντιζε για το μέλλον τους. Στη θέση του δασκάλου, προώθησε δημιουργικές
δραστηριότητες και ανέπτυξε τη φαντασία και τη δημιουργικότητα των μαθητών.
Αναγνώρισε και ενθάρρυνε το ταλέντο και τις ιδέες τους, δημιουργώντας ένα
περιβάλλον όπου μπορούσαν να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους με αυτοπεποίθηση
και ενθουσιασμό. Η παρουσία του στο χωριό μας άφησε ανεξίτηλη
ανάμνηση και αποτελεί παράδειγμα για το πώς ένας δάσκαλος μπορεί να επηρεάσει
θετικά τη ζωή των μαθητών του.» Προσωπικά, γνώριζα, μεταξύ άλλων πολλών,
ότι ο Κώστας Γιαννακούρας, ήταν ένας
καλός, αυτοδίδακτος ζωγράφος. Εντελώς τυχαία ανακάλυψα πως ο Κώστας έχει και αξιόλογη λογοτεχνική φλέβα,
βρίσκοντας 2 κείμενά του, αυτοβιογραφικά, στην εξαίρετη ιστοσελίδα
https://karitsiotikanea.blogspot.com/. Μέσα από τα κείμενα αυτά προβάλλεται με
λιτό αλλά περιεκτικό και γλαφυρό λόγο όχι μόνο η ζωή του Δασκάλου σε ένα
ορεινό, απομονωμένο χωριό της 10ετίας του ’70, αλλά και η διάθεση προσφοράς και
η έγνοια του για τους μαθητές του καθώς και οι κοινωνικές και πολιτικές
συνθήκες μέσα στις οποίες προσπαθούσε να επιτελέσει το έργο του: *(Φίλε, Κώστα, να είσαι πάντα καλά. Να
ζωγραφίζεις, αλλά…και να γράφεις!) Σπάρτη 8-7-2024 ------ Χρονογράφημα Βιώματα ενός δασκάλου στην Καρύτσα «Στιγμές ζωής από το χωριό Καρύτσα Λακωνίας
που ήμουν κάποτε δάσκαλος για 4 χρόνια.» Ήταν άνοιξη του 1972. Είχα συγκέντρωση στο
σχολείο για ενημέρωση των γονέων. Έγινε η ενημέρωση και αμέσως μου μετέφεραν
τον προβληματισμό τους που ήταν ο εξής: -Έχουμε πολλά παιδιά στο χωριό και θέλουμε να
πετυχαίνουν όλα στο Γυμνάσιο. Εάν μείνουν εδώ, δυσκολεύουν τα πράγματα. Σκέφτηκα το θέμα και βρήκα κάποια λύση. Όταν ήρθε η ώρα των εξετάσεων έστειλα ένα
έγγραφο στο Γυμνάσιο Γερακίου, που ανέφερα, ότι λόγω δυσμενών καιρικών
συνθηκών, επειδή το χωριό είναι ορεινό, δεν διδάχτηκε όλη η ύλη των βιβλίων.
Έγραψα ότι δίδαξα το μισό βιβλίο, σε κάθε μάθημα, και κάτι ακόμη. Εγώ βέβαια
είχα διδάξει όλη την ύλη. Οι καθηγητές στην αρχή δεν το δέχθηκαν. Μια ημέρα με βλέπει ο Γυμνασιάρχης και μου
λέει: -Αποφασίσαμε τα δυο θέματα να είναι από την
ύλη που έχεις διδάξει και το ένα θέμα από την αδίδακτη. Η επιτυχία ήταν 100. Είχα κάνει και
απογευματινά μαθήματα για βοήθεια. Το φθινόπωρο του 1972 συναντήθηκα στο Γεράκι,
στο μαγαζί του Λευτέρη, με το γυμνασιάρχη. Είπαμε τα εκπαιδευτικά μας θέματα και κάποια
στιγμή μου λέει: -Είχες επιτυχία. Έτσι είδα. Τώρα πρέπει να
βγάλεις την υποχρέωση απέναντί μας. Σήμερα είναι Τρίτη. Την επόμενη Τρίτη, θα
είσαι το απόγευμα, πριν πέσει ο ήλιος, στην πόρτα το γυμνασίου με μια ομιλία
στο χέρι. Το θέμα είναι ΕΘΝΟΣ - ΠΑΤΡΙΔΑ - ΚΡΑΤΟΣ. Ενημερωτική τη θέλω. Δεν του χάλασα το χατίρι. Ήρθε η Τρίτη, πήγα
στο γυμνάσιο και είδα ότι είχε φορτώσει στο αυτοκίνητό του, μια κινηματογραφική
μηχανή, καλώδια, ταινίες, μεγάφωνα. - Τι γίνεται; του λέω. Θα κόψουμε εισιτήρια
και θα τα οικονομήσουμε απόψε; - Όχι. μου λέει. Είναι πρόγραμμα. Θα παίξουμε
την ταινία δωρεάν και στο διάλειμμα θα βάλεις εσύ την ομιλία. - Που θα πάμε, δηλαδή; του λέω. - Απόψε θα πάμε στη Ζαραφώνα. (Καλλιθέα
Λακωνίας). - ΩΧ.!!!!!! είπα μέσα μου. Χειρότερα δεν
γινότανε. Πήγαμε. Το καφενείο γέμισε κόσμο. Παίχτηκε η
ταινία κι εγώ στο διάλειμμα έβαλα την ομιλία. Οι θαμώνες χειροκρότησαν θερμά κι
έφυγαν ευχαριστημένοι. Η ταινία, δεν θυμάμαι τώρα, μάλλον με
φουστανέλα θα ήταν. Είχε πέραση τότε η φουστανέλα. Γυρίσαμε στο Γεράκι νύχτα. Νύχτα κι εγώ έπρεπε
να πάρω με το μηχανάκι το δρόμο για την Καρύτσα. 13 χλμ μακριά. Ήμασταν νέοι
τότε και δεν φοβόμασταν. Οι γονείς στο χωριό ήταν ευχαριστημένοι. Όταν
κάποιοι στο σπίτι τους είχαν κόκορα χωριάτικο, κοκκινιστό, με μακαρονάδα,
έρχονταν στο σχολείο και με έπαιρναν να δοκιμάσω την κουζίνα τους. Ήταν άριστη
!!!!!! Όπως σε κάθε πόλη έτσι και στα χωριά υπάρχουν
και οι «ανάποδοι» άνθρωποι. Βραδάκι, Ιούνιος 1976 και πήγα στο καφενείο
του χωριού. Εκεί καθόταν ο μπάρμπα Μιχάλης ο «Ρουμάνος» σε ένα τραπέζι. Κάθισα
κι εγώ μαζί του. Του άρεσε να λέει ιστορίες από τη ζωή του. Τις άλλες φορές μου
έλεγε για κάτι κοπέλες που τις έκλεβε από το ένα χωριό και τις πήγαινε στο
γαμπρό, στο άλλο χωριό. Σήμερα άρχισε να μου εξιστορεί τα κατορθώματά
του που έκανε με άλλους δυο στον Πόρο. (Πόρος είναι μια φυσική άγρια τοποθεσία
ανάμεσα στο Γεράκι και τους Αγίους Αναργύρους (Ζούπαινα). Όταν ξεκίνησε να μου πει τη δεύτερη ιστορία,
μπαίνει στο μαγαζί ένας ηλικιωμένος ... Δε θυμάμαι το όνομά του ... αλλά ας τον
πούμε ο γέρο Γιώργης. Έρχεται κατευθείαν στο τραπέζι μας κι αρχίζει να λέει: -Δάσκαλε, να που σε πέτυχα !!! Να σου τα πω
και να τα βγάλω από μέσα μου. Ήρθες εδώ και κατέστρεψες το χωριό μας. Πάρε
μετάθεση και φύγε!!! Αρκετά!!! Έχω πόσα βράδια να κοιμηθώ. Μετράω και
ξαναμετράω πόσα παιδιά πηγαίνουν τώρα στο γυμνάσιο. 15 είναι σίγουρα για να μην
πω 20, με τα μεγαλύτερα. 20 παιδιά, αν σπουδάσουν, δε θα ξαναγυρίσουν στο
χωριό. Θα ρημάξει το χωριό μας. Είσαι η καταστροφή του χωριού μας. (Η λέξη καταστροφή είναι δική μου. Αυτός είπε
μια χειρότερη. Δεν επιτρέπεται να τη γράψω). Μόλις άκουσε αυτή τη λέξη ο μπάρμπα Μιχάλης,
σηκώνεται όρθιος και έντονα του λέει. -Πάψε, ρε κουμπάρε. Τσοπάνηδες, τσοπάνηδες,
γέμισε το χωριό μας. Δε σου αρέσει να βγάλει και μερικούς επιστήμονες η
Καρύτσα; Καμάρι θα το έχουμε.!!! Όσα από αυτά τα παιδιά αγαπούν το χωριό τους,
θα ξαναγυρίσουν.!!!! Ο γέρο Γιώργης έφυγε αμίλητος και
νευριασμένος. Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2020 Κώστας Γιαννακούρας
Βαγγέλης Μητράκος
Δάσκαλος