Πέμπτη, 26 Δεκεμβρίου 2024
«Μέσα από αυτούς τους κινηματογράφους ονειρευτήκαμε, ταξιδέψαμε, μάθαμε, ζήσαμε τόσες και τόσες συγκινήσεις»
«Καμία τέχνη δεν μπορεί να διαπεράσει την συνείδηση μας όπως
το κάνει το σινεμά. Μόνο αυτό μπορεί να τρυπώσει κατευθείαν στα πιο σκοτεινά
δωμάτια της ψυχής μας και ν’ αγγίξει συναισθήματα που δεν γνωρίζαμε καν ότι
υπάρχουν» Ο κινηματογράφος στην Ελλάδα ήρθε, μαζί με τον υπόλοιπο
ευρωπαϊκό κόσμο, το 1896 και, σχεδόν αμέσως, εξελίχθηκε σαν το κύριο λαϊκό
ψυχαγωγικό μέσο. Πολύ γρήγορα, από τις πρώτες (όπως-όπως) προβολές στα καφενεία, στις αλάνες και στις
πλατείες πέρασε ΚΑΙ η Ελλάδα (πρώτα η Αθήνα) στη δημιουργία μεγάλων και
σύγχρονων κινηματογραφικών αιθουσών, που, όλες σχεδόν, άφησαν ζωντανή μνήμη και
ιστορία στις πόλεις που λειτούργησαν. Στη Σπάρτη, το σινεμά απέκτησε στέγη μόλις το 1930, όταν ο
οδοντίατρος-επιχειρηματίας Δ. Κουρσούμης, ίδρυσε στην ομώνυμη στοά ιδιοκτησίας
του επί της οδού Αμαλίας (σημερινή Λυκούργου), τον χειμερινό κινηματογράφο
«ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΚΟΝ», ο οποίος αργότερα μετονομάσθηκε σε «ΑΤΤΙΚΟΝ». Μέχρι τότε,
γίνονταν κινηματογραφικές προβολές, ευκαιριακά, σε αίθουσες καφενείων και στη
Λέσχη τον χειμώνα ή στην πλατεία και σε αλάνες της πόλης το καλοκαίρι. Μετά το
ΑΤΤΙΚΟΝ ακολούθησαν (με χρονολογική σειρά) οι κινηματογράφοι: Καθένας απ’ αυτούς τους κινηματογράφους έγραψε τη δική του
ιστορία στη Σπάρτη κι έγινε ανάμνηση σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.
Σήμερα, ΜΟΝΟ το CINEMA CENTER εξακολουθεί να χαρίζει στη Σπάρτη το νοσταλγικό
κινηματογραφικό όνειρο, ενώ ο δήμος Σπάρτης απώλεσε (δυστυχώς), στο παρελθόν,
τις ευκαιρίες να αποκτήσει ως δημοτικά σινεμά πρώτα το ΣΙΝΕ ΑΝΕΣΙΣ και μετά το
ΣΙΝΕ ΡΟΔΟΝ. Τα σινεμά της Σπάρτης, εκτός από την πολιτιστική και
ψυχαγωγική προσφορά τους ζυμώθηκαν με την κοινωνική ζωή της πόλης αφήνοντας
ζωηρό και ανεξίτηλο αποτύπωμα στο πέρασμά τους, όπως μαρτυρούν τα παρακάτω
δημοσιεύματα του τοπικού τύπου, από το 1947
έως το 1969, τα οποία μας δίνουν, με τρόπο γλαφυρό, σκηνές από τη
λειτουργία τους σ’ αυτές τις 10ετίες,
ζωγραφίζοντας, συνάμα, ζωηρά τη ζωή της τότε Σπάρτης αλλά και όψεις της τοπικής
κοινωνίας (έχει διατηρηθεί η ορθογραφία της εποχής): 1947-01-19 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Φαίνεται ότι οι επιχειρηματίαι Κινηματογράφων της πόλεως
άρχισαν ν’ αντιλαμβάνωνται τας απαιτήσεις του κοινού μας και προβάλλουν συνεχώς
έργα υποφερτά και ενίοτε καλά. Είτε όμως ο μεταξύ των συναγωνισμός τους
οδήγησεν εις την ενέργειαν αυτήν είτε η ιδέα της εξυπηρετήσεως των πολιτών – με
το αζημίωτον φυσικά – το γεγονός είναι ότι οι Σπαρτιάται δύνανται επί τέλους να
αναλίσκουν τας ώρας της χειμερινής των ανίας παρακολουθούντες κάποιον θέαμα της
προκοπής.» 1948-07-25 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Αληθινή κοσμοπλημμύρα παρουσιάζουν κάθε βράδυ οι υπαίθριοι
κινηματογράφοι (σσ ΑΤΤΙΚΟΝ-ΕΣΠΕΡΟΣ) της
πόλεως. Ομολογουμένως χαρίζουν στους θεατές δυο ώρες «γεμάτες». Πρέπει όμως να
καταβληθεί κάποια προσπάθεια απ’ τους κ. Δ/ντάς αμφοτέρων, για την ωραιώτερη εμφάνιση του περιβάλλοντος, γιατί ως γνωστόν
ένα καλό θέαμα επί της οθόνης συνδυασμένο μ’ ένα καλοστολισμένο περιβάλλον
προξενεί διπλή χαρά στους θεατές.» 1948-08-8 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Οι κ.κ. Διευθυνταί αμφοτέρων των κινηματογράφων της πόλεως
δεν αντελήφθησαν φαίνεται ότι η νύκτα εμεγάλωσεν. Εξακολουθούν λοιπόν να κάνουν
έναρξιν των προβολών κατά κανόνα μετά την 9ην για να γίνωνται ούτω πρόξενοι ενοχλήσεως των πέριξ κατοίκων, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να υπομένουν τον
θόρυβον των μεγαφώνων κλπ, κλπ. Νομίζομεν
λοιπόν ότι πρέπει να μεταθέσουν την ώρα της ενάρξεως κατά μίαν ώραν ενωρίτερον
τουλάχιστον ίνα πάυσουν αι δικαιολογημέναι άλλως τε διαμαρτυρίαι των
περιοίκων.» (ΣΣ: Τελείως άστοχη η
παρατήρηση του συντάκτη. Στις 9μμ, το καλοκαίρι, είναι ακόμα μέρα.
Θυμόμαστε να ξεκινούν οι θερινοί κινηματογράφοι τις προβολές στις 9μμ και να
μην φαίνεται, σχεδόν, η εικόνα στην οθόνη. Αν άρχιζαν στις 8μμ, ακόμα δεν θα
είχε πέσει ο ήλιος. Ήταν παντελώς αδύνατη η έναρξη της προβολής την ώρα εκείνη.
Άλλωστε, ποιος άνθρωπος κοιμάται, το καλοκαίρι, πριν από τις 11μμ, που τελείωνε
η παράσταση; Μάλλον ο συντάκτης γενικεύει και μεταφέρει την δυσαρέσκεια και τα
παράπονα κάποιου ιδιότροπου γείτονα. Συνέβαιναν αυτά.) 1948-08-8 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Πικάντικες εντυπώσεις: Η σκηνή ξανά στον θερινό
κινηματογράφο. Είναι ο μόνος τόπος που αποτελεί πηγή ξεχωριστών εντυπώσεων τώρα
το καλοκαίρι. Όσο κι αν έχεις τη διάθεση να παρακολουθήσεις αυτό καθ’ αυτό το
δράμα που ξετυλίγεται στην οθόνη, δεν μπορείς παρά να ζήσης και τις εκδηλώσεις
των γύρων σου, σερνικών και θηλυκών.» Το σινεμά έχει μπει, πλέον, στη χρυσή εποχή του και οι
κινηματογράφοι της Σπάρτης (ΑΤΤΙΚΟΝ, ΦΛΟΡΑΛ) ανταγωνίζονται ποιος θα φέρει τις
καλύτερες ταινίες. Αρκετά συχνές, όμως, είναι και οι επισκέψεις στη Σπάρτη
αθηναϊκών θιάσων με μεγάλα ονόματα της εποχής, που δίνουν την ευκαιρία στους
Σπαρτιάτες να έρθουν σε άμεση επαφή με την υψηλή αυτή μορφή τέχνης. Η θερινή
κινηματογραφική περίοδος, η οποία φαίνεται πως ήταν η πιο αποδοτική από πλευράς
θεατών, άρχιζε νωρίς, από τα τέλη Μαΐου, κι έφτανε, πολλές φορές, μέχρι τέλη
Σεπτέμβρη-αρχές Οκτώβρη!!! Ο μεγάλος κίνδυνος από μια τέτοια παρατεταμένη
θερινή κινηματογραφική περίοδο ήταν ο καιρός. Όταν έπιανε κρύο ή ερχότανε
συννεφιά και βροχή οι θερινοί σινεμάδες περνούσαν βραδιές κρίσης (ουσιαστικά
δεν έκαναν προβολές) έως ότου στρώσει και πάλι ο καιρός. Αντίθετα, κατά τη
χειμερινή περίοδο, ο κακός καιρός ήταν σύμμαχος, αφού πολλοί Σπαρτιάτες, εκτός
από την ψυχαγωγία, αναζητούσαν στις κινηματογραφικές αίθουσες και τη ζεστασιά
που δεν είχαν σπίτι τους. Όσο τα χρόνια
περνούσαν και άλλαζαν οι συνθήκες ζωής άρχιζε και στη Σπάρτη να γίνεται
αντιληπτή και να εκφράζεται η ανάγκη ενός σύγχρονου κινηματογράφου, ο οποίος να
ικανοποιεί τους θεατές από κάθε άποψη. Ήταν, ακόμα, η εποχή, που το άνοιγμα
ενός κινηματογράφου εθεωρείτο μια καλή και αποδοτική, οικονομικά, επένδυση. Και
ήταν αυτή ακριβώς η ανάγκη και η αντίληψη, που στην επόμενη 10ετία του ’60,
έφερε δυο νέα σύγχρονα σινεμά στη Σπάρτη, πρώτα το ΣΙΝΕ ΦΑΡΟΣ του Ηλία
Καπετανέα και ύστερα το ΣΙΝΕ ΑΝΕΣΙΣ της οικ. Παπαγιαννάκου. Μέσα στη φτώχεια που μάστιζε τη λαϊκή οικογένεια της εποχής
εκείνης, η τιμή των εισιτηρίων των κινηματογράφων ήταν ένα θέμα που απασχολούσε
έντονα την οικογένεια, η οποία, τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα, αναζητούσε
την διασκέδαση του σινεμά. Άλλες φορές, ο ανταγωνισμός λειτουργούσε και υπήρχαν
περίοδοι με εισιτήριο προσιτό στα λαϊκά βαλάντια, ενώ, άλλες φορές, φαίνεται να
υπήρχε μια άτυπη συμφωνία μεταξύ των επιχειρηματιών, η οποία έκανε τα εισιτήρια «αλμυρά». Σε κάθε
περίπτωση, η ανάγκη να ξεφύγουν οι άνθρωποι από την σκληρή καθημερινότητα, τους
έκανε να βρίσκουν τρόπους, ώστε να εξοικονομούν (έστω και με θυσίες) τα
αναγκαία χρήματα για τον κινηματογράφο της οικογένειας. 1953-10-25 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Οι κινηματογράφοι της πόλεως – δύο τώρα- ανταγωνιζόμενοι
(επιζημίως πιθανόν) παίζουν έργα τελευταίων κινηματογραφικών παραγωγών.» 1956-10-21 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Οι κινηματογράφοι της πόλεως ήρχισαν τα χειμερινάς προβολάς
των με αξιόλογα έργα.» 1958-08-24 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Οι κινηματογράφοι της πόλεώς μας, κατά τας απογευματινάς
παραστάσεις είναι ασφυκτικώς πλήρεις. Τα Ελληνικά έργα έχουν την πρωτεύουσα
θέσιν, αφού είναι και τα καλλίτερα, εξόσων τουλάχιστον παίζονται εδώ.» 1958-09-2 ΛΑΚΩΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ «Ζωηρά υπήρξε και η εν γένει καλλιτεχνική κίνησις που
εσημειώθη στην πόλιν μας κατά το συμπληρωθέν, ήδη, οκτάμηνο του έτους που
διανύομε. Στα κινηματοθέατρα της πόλεώς μας έδωσαν κατά καιρούς παραστάσεις
διάφοροι αθηναϊκοί θίασοι από τους οποίους την μεγαλύτερη επιτυχία σημείωσε ο
θίασος του κ. Ζουλ Καστοριάδη (…). Επιτυχείς ήσαν επίσης και οι παραστάσεις που
έδωσε προ καιρού (…) ο θίασος του Δημ
Μυράτ. Με τις καλλιτεχνικές αυτές
εκδηλώσεις οι Σπαρτιάτες είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν φημισμένους ηθοποιούς.
Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν η Γεωργία Βασιλειάδου, η Σπεράντζα Βρανά, η Βούλα
Ζουμπουλάκη, ο Κώστας Χατζηχρήστος, ο Δημ. Μυράτ, ο Κούλης Στολίγκας κ.α.» 1958-10-13 ΛΑΚΩΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ «Απότομος καιρική αλλαγή εσημειώθη χθες. Τα χιόνια εκάλυψαν
τον Ταΰγετον μέχρι της Αναβρυτής. Ως εκ τούτου και εις την Σπάρτην επεκράτησεν
ψύχος. Αλλ’ υπάρχουν οι κινηματογράφοι εις τους οποίους τρυπώνουν οι συμπολίται
όταν ο καιρός είναι άσχημος.» 1958-10-30 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Οι κινηματογράφοι απεφάσισαν να γίνουν χειμωνιάτικοι, διότι
ο καιρός αγρίεψε και δεν επιτρέπει παλικαριές, δια το ύπαιθρον. Ευτυχώς αι
προπαρασκευαστικαί εργασίαι έγιναν ενωρίτερα και η μεταφορά εγένετο σύντομα.» 1958-12-21 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Και αφού ο λόγος περί θεάτρου, ένα δυνάμεθα να τονίσωμεν,
ότι η πόλις μας στερείται μιας καλής αίθουσας θεάτρου ή κινηματογράφου. Όσοι
έχουν χρήματα πρέπει να σκεφθούν ότι η καλλιτέρα τοποθέτησις των χρημάτων των
θα ήτο η δημιουργία ενός συγχρόνου κινηματοθεάτρου, το οποίον θα τους απέδιδε
τουλάχιστον 20-30 επί των χρημάτων των που θα διαθέσουν. Εν τούτοις πολλοί
διστάζουν να το κάμουν. Ίσως κανένας ομογενής
τ’ αποφασίσει και θα διαπιστώσει ότι Αμερική είναι και εδώ, όταν γνωρίζη
να τοποθετή τα χρήματά του.» 1959-06-3 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Οι κινηματογράφοι της πόλεώς μας, από της παρελθούσης εβδομάδος ήρχισαν τα
παραστάσεις εις το ύπαιθρον. Μολονότι τα βράδια έχομεν αρκετή ψύχρα, εντούτοις τα κινηματοθέατρα, είναι
υπερπλήρη. Τούτο οφείλεται εις τα καλά έργα που φέρουν.» 1959-07-19 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Εκείνοι που υπέστησαν τας συνεπείας του αστάτου καιρού,
είναι οι κινηματογράφοι, οι οποίοι ούτε υπό στέγην ηδύναντο να λειτουργήσουν, ούτε εις το
ύπαιθρον. Και όμως πληρώνουν ενοίκια, προσωπικόν και φθοράν καρεκλών. Ο Θεός να
τους λυπηθεί.» 1960-06-25 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Οι κινηματογράφοι με τις βραδυνές βροχές, πολλές βραδυές
δεν εργάζονται και οι ιδιοκτήται ζημιώνουν συνεχώς. Κάθε απόγευμα προσεύχονται
οι άνθρωποι να μη βρέξει και διαρκώς ερωτούν τους αυτοσχεδίους καιρογνώστας,
όταν ο ουρανός είναι συννεφιασμένος. «Τι λες; Θα βρέξει το βράδυ»; Και οι
καιρογνώσται δια να τους παρηγορήσουν τους απαντούν: «Μη φοβάσαι, ο καιρός θα
καθαρίσει». Το δίκιο των επιχειρηματιών των κινηματογράφων δια την
ακαταστασίαν του καιρού είναι μεγάλο. Είναι όμως εξ ίσου μεγάλο και το
παράπονον των συμπολιτών δια την τιμήν των εισιτηρίων, διότι στη Σπάρτη έχομεν
τα πλέον ακριβώτερα εισιτήρια όλης της Ελλάδος. Ως να μη ήρκει τούτο,
πληροφορούμεθα ότι ενίοτε τ’ αυξάνουν από 7 εις 8 ή και 10 ακόμα. Παρ’ όλην την
συμπάθειαν που τους έχομεν, θα τους συνιστούσαμε να μην έρχωνται εις αντίθεσιν
προς τα επιθυμίας των θεατών.» Τα θερινά σινεμά εξακολουθούν ν’ ανοίγουν νωρίς-νωρίς (τέλη
Μαΐου-αρχές Ιουνίου) κι αντιμετωπίζουν, εξαιτίας τούτου, τις απειλές του καιρού
που ακόμα δεν έχει σταθεροποιηθεί ως καλοκαιρινόις. Ως σημείο των καιρών εμφανίζεται στα σπαρτιάτικα σινεμά της
εποχής ένα νέο είδος «τσαμπατζήδων». Ενώ μέχρι τότε οι «τσαμπατζήδες» ήταν
κάποιοι ελάχιστοι φανατικοί του σινεμά (κυρίως παιδιά), οι οποίοι, στερούμενοι
χρημάτων, έμπαιναν τσάμπα στα σινεμά με διάφορα κόλπα (κυρίως σε στιγμές
συνωστισμού ή όταν η φύλαξη στην είσοδο ήταν χαλαρή) ή έβλεπαν τις ταινίες
σκαρφαλωμένοι σε μάντρες και δέντρα πέριξ των θερινών σινεμά, τώρα,
εμφανίζονται διάφοροι «ασκούντες εξουσίαν», οι οποίοι, κάνοντας κατάχρηση της
επιρροής και των αξιωμάτων τους, μπαίνουν στα σινεμά ως τσαμπατζήδες, και
μάλιστα οικογενειακώς, χωρίς οι κακόμοιροι οι επιχειρηματίες ή οι έφοροι, οι
οποίοι έλεγχαν τα εισιτήρια στην είσοδο, να τολμούν να τους εμποδίσουν και να
τους ζητήσουν να κόψουν εισιτήριο. Τα εισιτήρια των κινηματογράφων παραμένουν ακριβά για τις
λαϊκές οικογένειες αν και υπάρχουν, περιοδικά, κάποιες προσπάθειες να μειωθούν.
Μεγάλη, φαίνεται να ήταν η επιβάρυνση του εισιτηρίου από τον τοπικό ΦΟΡΟ
ΦΙΛΑΡΜΟΝΙΚΗΣ τον οποίο εισέπραττε ο δήμος Σπάρτης, για να πληρώνει τους μισθούς
και τα έξοδα της ΦΙΛΑΡΜΟΝΙΚΗΣ. Ο Φόρος αυτός παρέμενε ενεργός ακόμα και σε
χρονικές περιόδους (πχ 1963) που η Φιλαρμονική Σπάρτης για διάφορους λόγους
είχε αναστείλει τη λειτουργία της. Στα μέσα της δεκαετίας του ’60 ο κινηματογράφος στη Σπάρτη
βρίσκεται στο απόγειό του και οι χειμερινοί κινηματογράφοι, για να
ανταπεξέλθουν στην ανάγκη του κοινού να δει τις ταινίες, αναγκάζονται να κάνουν
τρεις προβολές καθημερινά, 5:30΄ - 7:30΄ - 9:15΄. Η κοσμοσυρροή που
παρατηρείται στα σινεμά τη 10ετία του ’60 οδήγησε τους κινηματογραφικούς
επιχειρηματίες της Σπάρτης, σε συνεργασία μεταξύ τους αλλά και με τον δήμο, να
τοποθετήσουν μικρές βιτρίνες-πλαίσια πάνω στις κολώνες της στοάς μπροστά από τα
καταστήματα της Λυκούργου (εκεί που γινόταν η περίφημη «βόλτα στις Καμάρες»),
στις οποίες αναρτούσαν τις φωτογραφίες, τις αφίσες και τις πληροφοριακές
πινακίδες για τις ταινίες που παίζονταν. Μιας και τότε δεν υπήρχε ακόμα η τηλεόραση, η διαφήμιση
στράφηκε προς τον κινηματογράφο, με αποτέλεσμα, πριν από την έναρξη της
ταινίας, να προβάλλονται πολλές διαφημίσεις διαφόρων προϊόντων, τις οποίες
άλλοι τις έβλεπαν με ευχαρίστηση και άλλοι δυσανασχετούσαν. 1962-06-13 ΛΑΚΩΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ «Η «ψύχρα» των
τελευταίων ημερών εμείωσεν αισθητώς την κίνησιν των κινηματογράφων.» 1963-08-18 ΛΑΚΩΝΙΚΟ ΒΗΜΑ «Ίσως όμως να πταίουν και οι Κινηματογράφοι εις τους οποίους
δύνανται να εισέρχωνται δωρεάν οι παντός είδους ασκούντες εξουσίαν μετά των
οικογενειών των, παρά τας διαμαρτυρίας του κ. Εφόρου, ενώ ηπείλησεν τους
επιχειρηματίας δια τούτο (και δημοσία
μάλιστα) έκτοτε έπαυσε να τους ενοχλή ή να τους κοινοποιήση έγγραφον , ποίοι
δικαιούνται δωρεάν θεαμάτων. Τι να συνέβη άραγε;» 1963-11-11 ΛΑΚΩΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ «ΟΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΙ: Μοναδικόν μέσον ψυχαγωγίας εις την πόλιν μας είναι ο κινηματογράφος.
Προσλαμβάνει, ως εκ τούτου, ιδιαιτέραν σημασίαν η ίδρυσις νέου, σύγχρονου, από
πάσης πλευράς, κινηματογράφου κι επισημαίνεται μετ’ ευχαριστήσεως το γεγονός
ότι μεταξύ των τριών ήδη λειτουργούντων
εις την πόλιν μας κινηματογράφων (σσ ΑΤΤΙΚΟΝ-ΦΛΟΡΑΛ-ΦΑΡΟΣ) αναπτύσσεται
ωραίος συναγωνισμός περί την εξασφάλισιν αξιόλογων έργων. Θα αναμείνωμεν την
ευκαιρίαν όπως χαιρετίσωμεν και πρωτοβουλίαν των κ.κ. επιχειρηματιών των
κινηματογράφων μας περί μειώσεως του εισιτηρίου, το οποίον πράγματι είναι
ακριβόν. Αλλά πρέπει ενταύθα να σημειωθεί ότι το θέμα είναι ταυτόσημον της
υφισταμένης ειδικής, υπέρ της Φιλαρμονικής, φορολογίας, η οποία εξεταστέον
είναι αν πρέπει να εξακολουθήση, τώρα μάλιστα που η Φιλαρμονική ανέστειλε την
λειτουργίαν της.» «ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΧΕΙΜΕΡΙΝΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΩΝ: 5:30΄-7:30΄-9:15΄» 1963-12-30 ΛΑΚΩΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ «Οι επιχειρηματίαι των κινηματογράφων της πόλεώς μας
διαμαρτύρονται εντόνως, διότι, παρά την μη ύπαρξιν φιλαρμονικής, εξακολουθεί
υφισταμένη η υπέρ αυτής επιβάρυνσις των εισιτηρίων. Υπολογίζεται ότι κατά το
τελευταίον δίμηνον περιήλθε εις την ουσιαστικά ανύπαρκτον «Δημοτικήν Μουσικήν»
ποσόν άνω των 30.000 δρχ, το οποίον άλλως θα εκέρδιζαν οι θεαταί, διότι θα
καθίστατο δυνατή η ανάλογος μείωσις της τιμής των εισιτηρίων.» «Και οι τρεις κινηματογράφοι προσέφεραν στην πόλιν μας μια
ωραία καινοτομία: Στις κολώνες της στοάς που σχηματίζεται μπροστά απ’ τα
καταστήματα της Λεωφόρου Λυκούργου, ετοποθέτησαν καλλιτεχνικά πλαίσια, στα
οποία βάζουν φωτογραφίες και πληροφοριακές καρτέλες των φιλμς που προβάλλουν.
Οι κομψές αυτές βιτρινούλες ομορφαίνουν την στοά και επί πλέον βοηθούν στην
ενημέρωσι του κοινού.» «(…) Εδήλωσε επίσης ο κ. Τριτάκης (ΣΙΝΕ ΦΑΡΟΣ) ότι από 1ης
του νέου έτους αι τιμαί του εισιτηρίου του ΦΑΡΟΥ θα μειωθούν ως ακολούθως: Πλατεία 7, εξώστης 5 και παιδικό 3 δρχ.» 1964-09-13 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Οι κινηματογράφοι μας, καταβάλουν μίαν ευγενή προσπάθειαν,
να ανταποκριθούν εις τας απαιτήσεις των θεατών και τα έργα που προβάλουν είναι
κατά το πλείστον καλά. Ο ανταγωνισμός όμως, έχομεν τέσσαρας κινηματογράφους,
τους κάνει να μειώνουν το εισιτήριον, ενίοτε εις επίπεδα που θα ’πρεπε να είναι
μόνιμος κατάστασις, ώστε το θέαμα να είναι προσιτόν εις όλους.» 1965-06-13 ΛΑΚΩΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ «Οι κινηματογράφοι ήρχισαν από 10ημέρου περίπου τας
υπαιθρίους παραστάσεις, αλλά κάθε βράδυ κατακλύζονται από τζαμπατζήδες, χωρίς
να τολμούν οι επιχειρηματίαι να ομιλήσουν , δια να μη υποστούν τας γνωστάς
συνεπείας. Πάντως θα επιθυμούσαμεν να συστήσωμεν να ληφθούν μέτρα παρά των
αρμοδίων, εφ’ όσον κρίνεται σωστό.» 1966-04-3 ΛΑΚΩΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ «Ώραι ενάρξεως χειμερινών κινηματογράφων:5:30΄-7:30΄-9:30΄.» 1968-11-10 ΛΑΚΩΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ-ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ Οι αίθουσες των κινηματογράφων της Σπάρτης είναι ως γνωστόν
κατάλληλες όχι μόνο για κινηματογραφικές προβολές αλλά και για θεατρικές παραστάσεις.
Θίασοι όμως έρχονται εδώ σπανίως. Και όταν
έρχωνται, είναι τόσο πρόχειρα συγκροτημένοι, που προτιμώτερο είναι να πληρώνει κανείς για να… μη τους βλέπει. Έτσι, ο άρτος μας ο
επιούσιος συμπληρώνεται μονάχα με θεάματα κινηματογραφικά. Και τι θεάματα… Στο
δίωρο μιας κινηματογραφικής προβολής, μπορεί να δη ο θεατής ερωτικά δράματα, ληστείες, σκηνές πολέμου,
πλυντήρια, σαπούνια, ξυραφάκια, κρέμες, αλοιφές, βέσπες, οδοντογλυφίδες,
εντομοκτόνα, σοκολάτες, φερμουάρ, κόπιτσες, λαδομπογιές, νερομπογιές, κάμελ,
θερμάστρες πετρελαίου, κουμπιά, στρίτζες
και οποιοδήποτε άλλο χρειώδες οποιουδήποτε επαγγέλματος. Δεν ξέρω βέβαια τι γίνεται, ή μάλλον τι προβάλλεται, στους
κινηματογράφους των άλλων πόλεων.
Υποπτεύομαι όμως ότι το… πλουσιώτερο θέαμα ( από την άποψι της περιγραφείσης
ποικιλίας) το προσφέρουν οι κινηματογράφοι της Σπάρτης. Κι επειδή δεν
απευθύνομαι μονάχα στους Σπαρτιάτες αναγνώστες της εφημερίδος, που έχουν άμεση
αντίληψι και πείρα, είμαι υποχρεωμένος να δώσω σύντομη περιγραφή μιας
κινηματογραφικής παραστάσεως σε κινηματογράφο της πόλεώς μας. Ας πούμε λοιπόν ότι η έναρξις της βραδυνής προβολής έχει ορισθή για τις 9. Την ώρα αυτή εμφανίζεται ο διασκεδαστικός τυμπανοκρούστης
μίκυ-μάους. Δίνει μια στο τύμπανό του κι αρχίζουν να πετάγωνται γράμματα, που
σχηματίζουν τη φράση: ΤΗΝ ΔΕΥΤΕΡΑΝ. Και
ακολουθούν σπαραξικάρδιες σκηνές από τον
«Αγαπητικό της Χρυσάφως». Μετά ο τυμπανοκρούστης μικυ-μάους, με μια κωμική
κίνηση ξανακοπανάει το τύμπανό του και
σχηματίζεται η φράσις: ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗΝ. Οπότε βλέπεις σκηνές από την «Ληστεία της
φάμπρικας». Και για να μην τα πολυλογούμε, πληροφορείσαι στη συνέχεια ότι την
Παρασκευή θα προβληθή η «Ναυμαχία της Μαγουλίτσας». Εννοείται ότι προηγουμένως έχεις δει κάποιον ωραίον κύριον να ξυρίζεται με
ξυραφάκι «ρότμπαχ» ή κάποια χαριτωμένη κυρία να ξελεκιάζη τα σεντόνια της με ΟΜΟ Νο 3. Κι αν φυσικά αυτά δεν τα έχει δείξει
στην αρχή, θα τα παρουσιάση βεβαίως μετά
το έργο της Παρασκευής. Οπότε θα επακολουθήσουν ο κύριος με τα μούκουλα που
πίνει γάλα «Μικρή Ολλανδέζα» ζαχαρούχο ή
εβαπορέ, η νεαρά κυρία που πλένει τα δόντια της με οδοντόκρεμα Κολγκέιτ με γκαρτόλ και η ωραία
δεσποινίδα που κάνει σαπουνάδα με
«Ροξόνα». Ύστερα έρχεται η σειρά της Ούρσουλα Άντρες, που φτιάχνει απαλή την
επιδερμίδα της με σαπουνάκι «Λουξ» και ακολουθούν τα ψυγεία, τα προϊόντα της
«Στάνταρ» (μόνον στο νέο κατάστημα Αφών Νικολάου), οι κονσέρβες, τα έτοιμα
φαγητά «Σταρ» και άλλα και άλλα που τελειωμό δεν έχουν. Οπότε μπαίνουμε στο έργο της βραδυάς. Αλλά τα προηγηθέντα σε
έχουν τόσο κουράσει, που ή τα μαζεύεις και φεύγεις ή κάθεσαι και κοιμάσαι! Και
ξυπνάς στο διάλειμμα από το τραγούδι του
Κόκκοτα που είτε σου αρέσει η φωνή του είτε αηδιάζεις τις φαβορίτες του, είσαι
υποχρεωμένος να τον υποστής, γιατί τη σαιζόν αυτή ο κινηματογράφος προσφέρει
«κοπυράιτ» Κοκκότεια μουσική. Δεν έχω βέβαια τη συνήθεια να διαμαρτύρωμαι ούτε μ’ αρέσει
να ρωτάω. Αλλά δεν μπορών ν’ αποφύγω τον πειρασμό να υποβάλω μια τόση δα μικρή
ερωτησούλα: Δεν υπάρχει νόμος που να υποχρεώνει τους
κινηματογραφο-επιχειρηματίες να προσφέρουν στο φιλοθεάμον κοινόν λιγάκι
καλλίτερο θέαμα και λιγάκι λιγώτερη ταλαιπωρία; Ρωτάω έτσι από περιέργεια. Επειδή συμβαίνει να πληρώνη
κιόλας ο κάθε θεατής δραχμάς ΕΝΝΕΑ. ΖΟΛ- (σσ Ανδρέας
Χιώτης, Δ/ντής) 1969-03-24 ΛΑΚΩΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ Παραμένει το εβδομαδιαίο πρόγραμμα προβολών με 3
ταινίες κάθε εβδομάδα: ΔΕΥΤΕΡΑ - ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ - ΠΕΜΠΤΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ-ΣΑΒΒΑΤΟ-ΚΥΡΙΑΚΗ Σήμερα, το μοναδικό σινεμά που υπάρχει στη Σπάρτη και στη
Λακωνία είναι το υπερσύγχρονο CINEMA CENTER , το οποίο ίδρυσε ο Αλέκος
Οικονομάκος, πρώην διευθυντής (επί 22 χρόνια) του ΣΙΝΕ ΑΝΕΣΙΣ. Ανασκαλεύοντας, σήμερα, το παρελθόν των σινεμά της Σπάρτης
ανακαλύπτουμε κομμάτια της ζωής και της ψυχής της πόλης και των ανθρώπων της,
τα οποία, διαφορετικά, θα λησμονούνταν και θα χάνονταν για πάντα. Για τον λόγο
αυτόν δεν έχουμε λοιπόν παρά να εκφράσουμε ένα μεγάλο «ευχαριστώ» καρδιάς στη
μνήμη των σπαρτιάτικων κινηματογράφων όλων των εποχών αλλά και στους ανθρώπους
που τους ίδρυσαν και τους δούλεψαν, πολλές φορές με προσωπικό κόστος και
θυσίες. «Ο
κινηματογράφος όμως ήταν
μια ανοιχτή αγκαλιά
για τους ανθρώπους που ήθελαν να ονειρευτούν με
ανοιχτά μάτια κάτω από τα αστέρια. Και αν αυτά φαίνονται κοινότοπα, ναι, είναι κοινότοπα, γιατί
είναι λίγο ως πολύ το ίδιο σενάριο για όλους τους κινηματογράφους, θερινούς και
χειμερινούς, κεντρικούς και απόκεντρους, ωραίους και άσχημους. Ένα σενάριο
χωρίς happy end στο οποίο πήραμε μέρος και εμείς και
αφεθήκαμε να βιώσουμε
έντονα, μοναδικά συναισθήματα. Από όλα αυτά μας έμειναν κάποια ανεξίτηλα καρέ μνήμης και
μια γλυκόπικρη νοσταλγία. Μέσα από αυτούς τους κινηματογράφους ονειρευτήκαμε, ταξιδέψαμε, μάθαμε, ζήσαμε
τόσες και τόσες συγκινήσεις.» Μάνος Γαϊτάνος,
Ιανουάριος 2019, «Μέσα από τους κινηματογράφους που αγαπήσαμε.» Σπάρτη 9-3-2023
Ingmar Bergman
Βαγγέλης Μητράκος