Vekrakos
Spartorama | «Να δω τους ποιητές πρόλαβα εγώ» από τον Βασίλη Χατζηϊακώβου

«Να δω τους ποιητές πρόλαβα εγώ» από τον Βασίλη Χατζηϊακώβου

Spartorama 02/08/2022 Εκτύπωση Άρθρα Κοινωνία Παιδεία Πολιτισμός
«Να δω τους ποιητές πρόλαβα εγώ» από τον Βασίλη Χατζηϊακώβου
Μια μέρα είδα στην Μαυρομιχάλη μπροστά στην Νεφέλη, τον Νίκο Καρούζο μ΄ ένα φθαρμένο δερμάτινο. Ρουφούσε ένα τσιγάρο όπως οι τύποι στο "Εξπρές του Μεσονυκτίου"
Οδός Εμπόρων

Ο εκδότης Βασίλης Χατζηϊακώβου, ένας σπουδαίος άνθρωπος των Ελληνικών γραμμάτων, που έχει συμβάλει αποφασιστικά στις παρουσιάσεις εκατοντάδων νέων εκδόσεων, καταγράφει -εν είδει ημερολογίου- στιγμές συνάντησης και συναναστροφής με τους ποιητές του καιρού του...

1. (Εκκίνηση) Μία μέρα,τις πρώτες μέρες στην Αθήνα,ανέβαινα από την οδό Σίνα τα υψηλά πολύ υψηλά σκαλιά της Αναγνωστοπούλου και εκεί απ΄το σκαλί το πρώτο, βλέπω ψηλά να κατέρχονται εκείνος ο Κροκόδειλος-Ακροκόδυλος-Κροκόντυλος Κλαδάς φορώντας ένα πουκάμισο από  όμπρα ψημένη και κρατώντας στο ένα χέρι του μία περικεφαλαία και αγκαζέ στο άλλο τον κύριο Νίκο Εγγονόπουλο που κάπνιζε "Γκωλουάζ". Τους άκουσα να συνομιλούν και να λένε ποιός να΄ταν άραγε πιο τρανός ποιητής ο Ρωμανός ή ο Δαμασκηνός. Και εκεί στην μέση που ήταν κάποτε το μπάρ "Αερόστατο" με κοίταξε ο μέγας Εγγονόπουλος και νόμισα πως με χαιρέτησε χαμογελώντας, εμένα τον μικρό που φορούσα καναρινί ολοκίτρινο παντελόνι και κεντητές τιράντες. Σίγουρα θα του είχε δείξει ο κυρ Νίκος ο Παντελάκης της Εστίας-που είχε μιλήσει με όλους τους μεγάλους-το εξώφυλλο που έφτιαξα όρθιος στον πάγκο του Μηνύματος και όταν το είδε είπε: Ο πιο  ωραίος Κόντογλου που έχω δει... ποιός το έφτιαξε... θα το δείξω στον Εγγονόπουλο!

Είδα τα γυαλισμένα παπούτσια του Εγγονόπουλου και τα ξυπόλυτα ποδάρια του Κλαδά.

Μια άλλη μέρα αργότερα, τότε στα επτά μαύρα χρόνια ο Πάνος Εγγονόπουλος που κράταγε ένα πλακάτ με στίχους του πατέρα του μου είπε: Ποιός είσαι εσύ που έχεις κάνει τόσα για την ποίηση και τους ποιητές και όλοι σε αγαπούν; Και τότε εγώ του απάντησα: Θα ήθελα να είμαι εσύ!

2. Μια μέρα στην Στοά της Πανεπιστημίου στον αριθμό 10 εκεί που τότε ήταν η ντισκοτέκ Μέικαπ και έπειτα Γουάιλντ Ρόουζ μπήκα να πάρω βιβλία των Εκδόσεων των Φίλων και τεύχη της "Ευθύνης". Σε μία μικρή καρέκλα ήταν καθισμένος ο ποιητής Ήβος Δελφός* δίπλα στο γραφείο που καθόταν ο κύριος Πάκο ο ισπανός, με κοίταξε και με ρώτησε σε ποιό βιβλιοπωλείο δουλεύω. Ταράχτηκα! Θαρρώ πως με κατάλαβε ότι την προηγούμενη μαζί με κάτι άλλα παιδιά ήμασταν οι πρώτοι που πετάξαμε πέτρες και μπουκάλια με στουπιά στο Κάραβελ γιατί ήταν μέσα ο Ζαν Μαρί Λ.**

Τότε ο πολύς Κ. Ε. Τσιρόπουλος γύρισε και του είπε: Πρόεδρε ο νεαρός είναι της ελεύθερης γενιάς...  Βγαίνοντας μου τρύπησε την μύτη μυρουδιά από ούζο, μουστάρδα και κεφτέδες. Διαβάζω πάνω την επιγραφή "Απότσος" και βλέπω δίπλα στην τζαμαρία εκείνο το παράξενο παιδί που είχε έρθει στο βιβλιοπωλείο και αγόρασε Ιωάννη της Κλίμακος και δύο τόμους Γρηγορίου Παλαμά ζητώντας έκπτωση γιατί υπηρετεί την θητεία του στα σύνορα... Ναι! Ρε! Στα σύνορα Καισαριανής-Βύρωνα σε ενα ραντάρ! Ετσι είπε. Και ο αδελφός μου τον ρώτησε αν θα ξαναβγεί τεύχος του περιοδικού "Ωλήν", έτσι του είπε.....

3. Μια μέρα είδα στην οδό Σκουφά τον κύριο Αλεπουδέλη. Πήγαινε μάλλον προς το "Ντόλτσε". Φορούσε ένα κασκέτο και ένα ελαφρύ πανωφόρι. Έκανα μικρή υπόκλιση χωρίς να αρθρώσω κιχ! Με χαιρέτησε κουνώντας το κεφάλι του με συγκατάβαση! Νόμισα οτι είδα την μορφή του να βγαίνει πίσω του, ψηλά από το ψηφιδωτό με τον Αρχάγγελο στην είσοδο του Αγίου Διονυσίου σαν να ΄τανε κολάζ από τα χέρια του. Μια μέρα ξαναείδα τον Οδυσσέα Ελύτη να βγαίνει από τον χώρο "Ύψιλον/βιβλία" στην Ζωοδόχου Πηγής. Τον ξεπροβοδούσε ο Λάζαρος Ζήκος που είχε γένια και κοτσίδα. Η βιτρίνα ήταν γεμάτη με το "Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου" και στο βάθος μιλούσαν όρθιοι, ο Θανάσης Χαρμάνης και ο κρυστάλλινος Άρης Μπερλής.

4. Μια μέρα ο ποιητής Δημήτρης Χριστοδούλου πέρασε από τον "Γρύλο" της Καυκάσου στην Κυψέλη και ρώτησε: Που είναι ο φίλος μου ο Βασίλης; Και η Γιάννα με την Πόλυ που του έγραφε τα κείμενα σε μία Ολιβέττι, του είπαν με μιά φωνή: Άνοιξε βιβλιοπωλείο στη Σόλωνος! Και μια μέρα ήρθε και με είδε. "Μικρούλη το ΄κανες το θαύμα και το όνειρο" μου είπε. Ήταν ψηλός! Φορούσε ένα παλτό καμηλό, ένα ζιβάγκο κόκκινο και είχε κρεμασμένη στον ώμο μια μεγάλη μαύρη δερμάτινη τσάντα με τα ποιήματά του.

5. Μια μέρα μπήκα στην "Δωδώνη" Ασκληπιού 3 να δειγματίσω βιβλία. "Περάστε να τα δείξετε στον κύριο Μιχάλη Γκανά" μου είπε ένας αγριεμένος κοντός, ίδιος ο Τζόε Ντάλτον. Ο κύριος Γκανάς ήταν ολιγομίλητος και αυστηρός. Δεν θα΄ναι αυτός ο ποιητής σκέφτηκα....

6. Μια μέρα κατηφόριζα την Φωκίωνος Νέγρη σε ένα ανεπαίσθητο ψιλόβροχο. Φορούσα την μακρυά σταχτιά καμπαρντίνα μου. Πάνω ο ουρανός ήταν κόκκινος και κάτω απ΄ τα κόκκινα σύννεφα είδα μπροστά μου τον Μίλτο Σαχτούρη με μια βακτηρία. Φορούσε μπερέ και μια καμπαρντίνα σε βαθύ μπλέ. Τον πλησίασα! Χώθηκε στο "Σελέκτ". Μπήκα στο "Σπιτικό".

7. Μια μέρα ο Νικόλας Άσιμος φορώντας ένα μαύρο λιγδιασμένο παλτό με κάτι γατιά πάνω του που κρέμονταν απ΄ τον γιακά και τα μαλλιά του, έβριζε μεθυσμένος τον Χρήστο Κωνσταντινίδη που καθόταν στα τραπέζια του καφφενείου του Ρούσσου στην πλατεία Εξαρχείων. Καθόμουν δίπλα στο τελευταίο τραπέζι του "Τσαφ" "Ψήφισε αυτόν θα σου πουν αύριο", μου είπε και έδειξε προς τον εκδότη της Διεθνούς Βιβλιοθήκης. "Ναι ψηφίστε Κωνσταντινίδη, θα σας προστάξουν"!

Εκείνος καθόταν αμίλητος. Ο Νικόλας άφριζε και έσκουζε. Κάποια στιγμή σαν από μηχανής θεά, με ενα μαύρο τρύπιο κολάν, ακριβώς στον πισινό, εμφανίσθηκε και τον μάζεψε η Κατερίνα Γώγου.

8. Μια μέρα κατεβαίνοντας την οδό Βουκουρεστίου είδα να βγαίνει από το "Μπραζίλιαν” ο Νίκος Γκάτσος φορούσε ένα γκρι κουστούμι που το΄ χε ράψει στου Γιαννέτου και είχε στο χέρι διπλωμένο το παλτό του. Μέσα είδα τον Αλέκο Φασιανό με ένα κασκόλ μεγάλο και έναν μικρό καφφέ μπροστά του. Ο ποιητής του Τσάμικου προχθές καθόταν στο "υπερυψωμένο" του Φλόκα στην Πανεπιστημίου μαζί με τον κύριο Μάνο Χατζιδάκι κι εγώ τους είδα τρώγοντας ένα ευώδες προφιτερόλ. Πιο κάτω στην γωνία εκεί που σήμερα είναι το "Χερμές" στο "Εβριντέι" όρθιος πίσω από την τζαμαρία ο Μιχάλης Κατσαρός! Μαύρα γυαλιά, μουστάκι καραμπογιά, σκούρα καμπαρντίνα. Τον χαιρέτησα. Με πήρε ξοπίσω. Μπήκα στους Ζαχαροπουλαίους στους εκδότες του. Μπήκε κι αυτός. "Δώστε βιβλία στα παιδιά. Το πολύ πολύ να χάσουν την περιουσία τους" είπε ο προφήτης-ποιητής.Και εγένετο...

9. Μια μέρα, ψηλά στην οδό Ζωοδόχου Πηγής στο τυπογραφείο "Στιγμή" την ώρα που ο Αιμίλιος Καλιακάτσος τοποθετούσε τα στοιχεία στην τυπογραφική κάσα για την συλλογή "Όρθρου Βαθέως" του Γιώργου Γώτη, καθισμένη σε μια ντάνα σαμουά χαρτί η κυρία Κική Δημουλά εξηγούσε στον Ε. Χ. Γονατά πως ο μεταφραστής δεν κατάλαβε το "κονιάκ μηδέν βαθμών" και εκείνος αποκρίθηκε: Που να καταλάβει ο εγγλέζος, ήπιε ποτέ του κονιάκ σε κηδεία!

10. Μια μέρα είδα στην Μαυρομιχάλη μπροστά στην Νεφέλη, τον Νίκο Καρούζο μ΄ ένα φθαρμένο δερμάτινο. Ρουφούσε ένα τσιγάρο όπως οι τύποι στο "Εξπρές του Μεσονυκτίου". Έριχνε λοξές ματιές απέναντι προς το λημέρι του Φιλιππόβλαχου όπου από κάτω ήταν ένα κωλόμπαρο ανοιχτό από το μεσημέρι. Ο κυρ Γιώργος ο Τύρος ο "ευεργέτης" των εκδοτών έλεγε πως ήταν κάποτε δικό του και το έλεγε "Πράσινη Αλεπού". Ο Καρούζος θαρρώ πως με κοίταξε όπως ο Λέφ Νταβίντοβιτς Μπρονστέιν τους ναύτες της Κροστάνδης. Ο Ίκαρος μου είπε ότι το προηγούμενο βράδυ τα πίνανε μαζί στου Λώρα. Πίσω του ο Λεωνίδας κι ο Σαράντος μιλούσαν με τον τρελλό πιανίστα Σάκη Παπαδημητρίου.

11. Μια μέρα είδα τον Αλέξη Ασλάνη στην Ομόνοια, να χλαπακιάζει μια τυρόπιτα, μέσα σε θανάσιμη μοναξιά. Ο ποιητής Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου φορώντας ένα πράσινο παλτό, τις Κυριακές τα βράδια έρχεται και κοιτάζει τις βιτρίνες στη Σόλωνος.

12. Μια μέρα μπήκε στην Παρουσία ο Ζήσιμος Λορέντζος με ενα μοντγκόμερυ. Ωραία μορφή. Χάρηκε που είδε στον πάγκο πίσω απ΄ τη βιτρίνα τον δικό του ΘΗΣΕΑ του Ζίντ.

Που τα ανακαλύψατε αυτά, είπε κι εγώ πήρα το θάρρος και του είπα ότι ήμουν μπροστά στο τηλεφώνημά του στον κύριο Μαυρόπουλο του Δόμου "περί των φλυαριών της Ακροπόλεως" και άλλων περιττών πραγμάτων. Και μου είπε: Υπάρχουν εδώ οι τόμοι του Πλάτωνος της Οξφόρδης για να σου δείξω το χωρίο;

13. Μία μέρα μπροστά στο εστιατόριο κεντρικόν πίσω από την Βουλής στο ύψος του "Ίκαρου" σταμάτησε μπροστά μου ο Θωμάς Γκόρπας. Είχε ένα χακί σακίδιο στον ώμο και έναν μεγάλο λεκέ από μεζέ ανάμεσα στον κόρφο και την γαστέρα του. Απίθωσε τις πλαστικές τις τσάντες με τα ποιήματά του και μου ΄πε: Άκουσε που σου λέω πιτσιρίκο, είσαι μικρός και αγνός και θα σε φάνε οι λύκοι οι άρπαγες! Ποιός είναι ο μέγας ποιητής, εκείνος; Η παιδέρα; Η ο άλλος ο αστούλης που ήταν λέρα; Ποιος; Ποιος; Ο δικός σου που μου τον έβαλες στο μαγαζί, γιατί;... Με ουίσκια και χασίσια δεν γίνονται δουλειές! Ούτε ποίηση γράφεται! Γιατί ο άλλος, ο Ξυνοτρούλιας που μου άλλαξε το όνομα; Για κάνε καριέρα με το κανονικό να σε δώ! Πρόσεχε σου λέω, γιατί είσαι καλός και οι καλοί δεν είναι για την αγορά... είπε με το ένα μάτι του κλειστό και με τον δείκτη στον κρόταφο!

14. Μία μέρα συνάντησα τον ποιητή Μιχάλη Μπουρμπούλη εκεί στην Πύλη του Αδριανού κοντά στου Μακρυγιάννη με τον σκούρο μπερέ και τις μεγάλες φαβορίτες. "Μ΄αρέσει να σε ακούω! Σε ακούω πάντα με προσοχή! Προσέχεις όλες σου τις λέξεις μα τις χαρίζεις απλόχερα", μου είπε! Κύριε Μπουρμπούλη το ίδιο μου είπε σήμερα που μου τηλεφώνησε στο φορητό ο Νίκος Μαμαγκάκης που έγραψε την μουσική στο "Μπολιβάρ": Είσαι σπουδαίος, θελω να σ΄ ακούω! Μια άλλη μέρα ο Ροβήρος Μανθούλης που μου είπε ότι μικρός ήταν σερραίος με έβαλε δίπλα του να καθίσω για να αναβιώσουμε το "Πατάρι του Λουμίδη".

"Θα κάνουμε αναπαράσταση χωρίς σκηνοθεσία τα ποιήματα που ανταλλάσαμε.

Εγώ θα κάνω εμένα και συ τον Χριστοδούλου, τον Θασίτη, τον Λειβαδίτη..."

15. Μια μέρα ανέβαινε τα πολλά σκαλιά του τσοντάδικου ΑΡΙΩΝ ο ποιητής Α. Π. καπνίζοντας Κιρέτσιλερ και φορώντας ένα μουσταρδί δερμάτινο με ζώνη που κρέμονταν και προχώρησε από την Αθηνάς, δια μέσου Κοτζιά, προς την Λυκούργου.

Λυρική ποίηση!


Βασίλης Χατζηϊακώβου, εκδότης


(Συνεχίζεται ως το 42.)

*Κωνσταντίνος Τσάτσος

**Λεπέν — ευλογημένος στην τοποθεσία Αρχείον του Ιδρύματος Κατσίμπαλη - Χατζηϊακώβου.


Οδός Εμπόρων