Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024
Είμαστε υποχρεωμένοι να δίνουμε ουσιαστικό παρόν. Οφείλουμε τη παρουσία μας και τη συμμετοχή μας, εμείς οι απλοί και αδαείς θεατές
Δεκαετίες πριν βρέθηκα σε ένα μικρό θέατρο στου Μακρυγιάννη
για να παρακολουθήσω το έργο «Το αμάρτημα της μητρός μου» από το ομώνυμο
διήγημα του Γεωργίου Βιζυηνού, διασκευασμένο σε θεατρικό μονόλογο και
ερμηνευμένο από την εξαίσια Άννα Κοκκίνου. Δυστυχώς ο κόσμος ήταν ελάχιστος (το πολύ δέκα άτομα). Είχα κλείσει
τις θέσεις εβδομάδες πριν και βρέθηκα να κάθομαι στην δεύτερη σειρά σε απόσταση
πέντε ή έξη μέτρων από την σκηνή και πολύ κοντά στην ηθοποιό που κατά κύριο
λόγο καθόταν ακίνητη διηγούμενη. Στηριζόταν βλέπετε μόνο στο λόγο και στο εξαίσιο
κείμενο του Βιζυηνού, σελίδες επί σελίδων χωρίς τελεία, μακριά μονοπλάνα
εικόνων που στροβιλίζονταν μέσα από τις
λέξεις όλο και ψηλότερα όλο και εντονότερα. Ήταν τόση η ένταση της ερμηνείας
και τέτοια η ποιότητα του κειμένου ώστε, στην σκηνή όπου μια χρυσόμυγα -η ψυχή
της χαμένης κόρης- περιφέρεται γύρω από το αναμμένο καντήλι δεν άργησε να
εκδηλωθεί η συγκίνηση με ένα μικρό βουβό δάκρυ που κύλησε αργά - αργά στο
αριστερό μου μάγουλο. Αυτό ήταν. Η ηθοποιός το αντιλήφθηκε αμέσως με κοίταξε με
νόημα και από εκείνη την στιγμή έπαιζε μόνο για μένα. Το κάνουν συχνά αυτό οι ηθοποιοί.
Εστιάζουν σε έναν θεατή και τροφοδοτούνται από της αντιδράσεις του. Πως θα
μπορούσε άλλωστε να βγάλει δυο ώρες έναν μονόλογο με ένα εξαιρετικά δύσκολο
κείμενο με πρωτόγνωρες εναλλαγές συναισθημάτων χωρίς να ξέρει ότι υπάρχει κάποιος
που παρακολουθεί; Τελείωσε κάποτε η παράσταση και ενθουσιασμένος σηκώθηκα
όρθιος και χειροκροτούσα. Και μέσα σε ήχους αραιών και χλιαρών χειροκροτημάτων -σαν
διακριτές στράκα-στρούκες σε ψυχική ανάσταση- μου χαρίζει ένα ευχαριστήριο
υπέροχο χαμόγελο και ταυτόχρονα υποκλίνεται με χάρη - με εκείνη την γυναικεία υπόκλιση,
το πόδι πίσω με μικρή κάμψη της μέσης και ελαφρά κλίση της κεφαλής. Το
πολυτιμότερο αντίδωρο που μου έχει κάνει ποτέ τέτοιου βεληνεκούς καλλιτέχνης, μια
τιμή που δεν εξοφλείται με τίποτα. Φυσικά η ξανθιά που καθόταν στα δεξιά μου -δεν κατάλαβε σωστά
το όλο το σκηνικό-, άρχισε την γκρίνια, ότι ήμουν πολύ εκδηλωτικός, ότι έδωσα πολύ
θάρρος στην ηθοποιό, ότι βαρέθηκε με το έργο και τα σχετικά. Ένα είναι σίγουρο,
ότι εκείνο το βράδυ τελείωσε για μένα η εποχή των ξανθιών και άρχισε η εποχή
του θεάτρου. Θεωρώ τον εαυτό μου βαθιά χρεωμένο απέναντι στο θέατρο αλλά
και στην τέχνη γενικότερα. Πολύ γρήγορα κατάλαβα ότι εκτός από την παρουσία μου
-και ενίοτε τον οβολό μου- οφείλω να μοιράζομαι και τον εαυτό μου. Ειδικά το
θέατρο είναι μοίρασμα, μια κοινωνία μεταξύ όλων των συμμετεχόντων στην μέθεξη
και κυρίως των θεατών. Ναι, μια παράσταση μπορεί να είναι εξαίσια το ένα βράδυ
και αποτυχία το επόμενο αν το κοινό το θελήσει. Είμαστε υποχρεωμένοι να δίνουμε
αληθινό παρόν. Οφείλουμε τη παρουσία μας και τη συμμετοχή μας, εμείς οι απλοί
και αδαείς θεατές. Πολλή μεγάλη εισαγωγή για να φτάσω στο προκείμενο. Έφτασε στα
χέρια μου το νέο πόνημα της Χριστίνας Λαμπούση, ναι της δικηγόρου -
θεατρανθρώπου που δραστηριοποιείται εδώ και χρόνια στους Μολάους Λακωνίας. Η
Χριστίνα εξέδωσε το πρώτο της θεατρικό, με τίτλο «Εντός Περιθωρίου». Μέσα στα πλαίσια
του χρέους που ανέλυσα παραπάνω οφείλω να ανταποδώσω με κάποιο τρόπο το δώρο
της. Το μόνο που μπορώ να κάνω σήμερα είναι να ανταποδώσω με μια καλή κουβέντα -με
την δική μου απλοϊκή, μη επαγγελματική ματιά- για να δηλώσω ότι έλαβα το μήνυμά
της. Οφείλω, κατ΄ ελάχιστον, να μοιραστώ μαζί σας την δική μου οπτική γωνία για τη πρότασή της, αφού
είχε το θάρρος να εκθέσει για μια ακόμη φορά, με το νέο αυτό τρόπο της συγγραφής
του κειμένου, τον εαυτό της σε κοινή θέα. Γράφει η Κάτια Γέρου που προλογίζει το έργο: «Δύο ηλικιωμένοι φιλόσοφοι με ψυχή και συμπεριφορά παιδιού,
που διεκδικούν τη ζωή, που μπορούν ακόμα να χαίρονται και να ελπίζουν. Γελάς
και βουρκώνεις μαζί τους, σου γεννιούνται άπειρα αισθήματα, εκτός από ένα: την
κατάθλιψη. Οι ηθοποιοί, που μέσα στα χρόνια θα παίξουν και θα ξαναπαίξουν τον
Μάκη και την Κατερίνα, για ένα πράγμα μπορούν να είναι σίγουροι: αποκλείεται να
κινδυνεύσουν να παίξουν τους ρόλους τους «γραφικά» ή «σχηματικά» - όπως πολλές
φορές συμβαίνει με τους «παππούδες», τις «γιαγιάδες», τους «θείους», τις «θείες»
στο σινεμά, το θέατρο, την τηλεόραση. Κατά καιρούς απορώ με την παραπάνω
εικόνα. Πώς μπορεί να είναι κανείς γραφικός ή σχηματικός όταν πίσω του έχει ένα
ολόκληρο μυθιστόρημα, το μυθιστόρημα της ζωής του; Το κείμενο δεν το επιτρέπει
αυτό. Οι χαρακτήρες είναι ολοκληρωμένοι, με μεταπτώσεις, ποικιλία, βάθος,
ευφυείς ατάκες, χιούμορ. Η συγγραφέας στέλνει τη σκέψη της σαν μήνυμα, σαν μία
βαρκούλα στον ωκεανό: η ζωή τελειώνει μόνο όταν αφήσουμε την τελευταία μας
πνοή. Μέχρι τότε όλα είναι εν κινήσει, εν δράσει, υπό διαπραγμάτευση. Μέχρι
τότε η ζωή είναι ζωή με όλα τα γράμματα κεφαλαία.» Τελείωσα την ανάγνωση του έργου εδώ και αρκετές ημέρες, και
από τότε απολαμβάνω την γλυκιά αίσθηση που μου έχει αφήσει. Περίμενα ότι θα
είναι καλό αλλά ξεπέρασε τις προσδοκίες μου. Δυνατό κείμενο, δοσμένο απλά και
ανθρώπινα με μια ευαισθησία που σε καθηλώνει. Πολλά τα θέματα ζωής που αγγίζει
μέσα από την συνειδητοποίηση - ανάμνηση
των ποικίλων και πολύπλευρων καθημερινών σχέσεων (σαν των πολλών
ανθρώπων τις σχέσεις) των γηραιών πρωταγωνιστών. Αξιοσημείωτο είναι το τέμπο που διατηρεί. Το κείμενο ρέει
σαν ρυάκι γάργαρο και δροσερό και όταν αποφασίζει η συγγραφέας να το μετατρέψει
σε ποταμό αφήνει μια αίσθηση αρχοντιάς, παρά έντασης. Όλα εξελίσσονται ομαλά,
αυτοδίκαια, όπως είναι ταγμένα να γίνουν. Η αγάπη στο τέλος θριαμβεύει. Το
«κοινωνείν» είναι ο καταλύτης. Έρχονται όλα και δένουν τόσο γλυκά και ανώδυνα,
ίσως γιατί έτσι ήταν προορισμένα να γίνουν από την αρχή. Είμαι σίγουρος ότι θα ανέβει σύντομα (πολλοί θα
διαγκωνίζονται) και σίγουρα θα αρέσει και στο κοινό. Αισθάνομαι τυχερός που
είμαι από αυτούς που το διάβασαν και θα είμαι από αυτούς που, πρώτα ο Θεός, θα
το χαρούν επί σκηνής. Συνέχισε Χριστίνα την εξαίρετη προσπάθεια… Πάντα να
θεραπεύεις το θέατρο αφού από αυτό «ιάσαι»! Κι εμείς πάντα θα σου χρωστάμε! Συγχαρητήρια και πάλι! Ν. Μ.