Δευτέρα, 30 Δεκεμβρίου 2024
«Ο χωρισμός της εξέτασης για λόγους διαφάνειας σε δυο στάδια, απαιτεί χρόνο (τουλάχιστον 4 χρόνια), πιστώσεις της τάξης των 80 εκατομμυρίων ευρώ και δαπάνες συντήρησης που είναι δύσκολο να εξασφαλισθούν...»
Η Χώρα μας παρουσιάζει έναν από τους υψηλότερους δείκτες
θανατηφόρων τροχαίων ατυχημάτων μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., γεγονός που
συνδέεται άμεσα με τις αδυναμίες που
παρουσιάζει το όλο σύστημα εκπαίδευσης,εξέτασης των υποψήφιων οδηγών. Οι χρόνιες παθογένειες του συστήματος οφείλονται κυρίως στην αδυναμία της διοίκησης: Οι προσπάθειες για την
αντιμετώπιση στο σύνολό τους των αδυναμιών ξεκίνησαν από τις αρχές του
2000 και εντατικοποιήθηκαν από το 2010
με βασική φιλοσοφία την ανάπτυξη θεσμικού και πληροφοριακού πλαισίου, με μέτρα
άμεσης απόδοσης και μικρού κόστους, οι συνεχείς όμως κυβερνητικές αλλαγές δεν
επέτρεψαν την πραγματοποίησή του. Με το ν/σ που κατατέθηκε στη Βουλή, γίνεται μια προσπάθεια
για υλοποίηση ενός τέτοιου πλαισίου με δράσεις όμως που είναι κοστοβόρες,
ανεφάρμοστες και νομικά αβάσιμες. Ο χωρισμός της εξέτασης για λόγους διαφάνειας σε δυο στάδια,
απαιτεί χρόνο (τουλάχιστον 4 χρόνια), πιστώσεις της τάξης των 80 εκατομμυρίων
ευρώ και δαπάνες συντήρησης που είναι δύσκολο να εξασφαλισθούν, αυξάνει
τη γραφειοκρατία, ταλαιπωρεί άσκοπα τους πολίτες και είναι αχρείαστη με την
εισαγωγή της προβλεπόμενης οπτικοακουστική καταγραφή της εξέτασης. Ειδικά η πρόβλεψη για εξέταση πολιτών σε άλλη Περιφερειακή
Ενότητα, εφόσον δεν υφίσταται ειδικός χώρος στη δική τους, είναι άσκοπη και απαράδεκτη μιας και ταλαιπωρεί
τους πολίτες για αδυναμίες της διοίκησης. Προβλέπει αδιάλειπτη μεταφορά της καταγραφόμενης εξέτασης στο Κέντρο ελέγχου,
που δεν μπορεί να εξασφαλισθεί
τεχνικά σε κάθε περίπτωση, έναντι
της ασφαλούς λύσεως της αποθήκευσής της σε δίσκο USB και υποχρεώνει τον πολίτη
σε νέα εξέταση εφόσον η μεταφορά διακοπεί γεγονός ανεπίτρεπτο νομικά. Η διενέργεια των εξετάσεων εντός ωραρίου λειτουργίας
δημοσίων υπηρεσιών καθώς και η υποχρέωση
απόκτησης από τους εξεταστές, όλων των κατηγοριών οδήγησης και ανανέωσής τους
ανά πενταετία με δαπάνες τους, είναι ανέφικτα, αφενός λόγω της υποστελέχωσης
των υπηρεσιών και της έλλειψης κινήτρου για τους υπαλλήλους, αφετέρου γιατί
απαιτεί από αυτούς μη αντιλογιζόμενες δαπάνες. Η υποχρεωτική συμμετοχή υπαλλήλων στις εξετάσεις, σε
περίπτωση έλλειψης ενδιαφέροντός τους, είναι νομικά ακάλυπτη μιας και δεν ήταν
στα προσόντα διορισμού τους και δεν έχει υποχρεωτική εφαρμογή σε όλους τους
υπαλλήλους. Αυξάνει αδικαιολόγητα κατά 50 το ποσό κάθε εξέτασης, ενώ
ήδη τα υφιστάμενα παράβολα που πληρώνουν
συνολικά οι υποψήφιοι οδηγοί είναι διπλάσια από τις δαπάνες του δημοσίου για
την παρεχόμενη υπηρεσία και ως εκ τούτου θα έπρεπε να μειωθούν δραστικά. Τα προβλήματα οι ελλείψεις,οι αδυναμίες και τα λάθη που
έχουν διαπιστωθεί από προηγούμενες νομοθετήσεις, παρουσιάζονται και σ’αυτό το
ν/σ και τέτοια είναι: Για να μην καταστεί ατελέσφορη η προσπάθεια και για άμεσα
αποτελέσματα, πρέπει να αφαιρεθούν οι αχρείαστες και ανεφάρμοστες προβλέψεις,
να αποκατασταθούν οι ελλείψεις, και να κλιμακωθούν οι ρυθμίσεις χρονικά, σε εφικτά στάδια. Γιάννης Λαζαρίδης Δείτε τη συνέχεια του άρθρου εδώ
Τέως Προισταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Οδικής Ασφάλειας
του Υπουργείου Υποδομών Μεταφορών