Vekrakos
Spartorama | Οι Ιστορίες της Πρώτης Συμμετοχής της Ελλάδας σε Μουντιάλ

Οι Ιστορίες της Πρώτης Συμμετοχής της Ελλάδας σε Μουντιάλ - video

Πηγή 21/06/2018 Εκτύπωση Αθλητισμός Ιστορία
Οι Ιστορίες της Πρώτης Συμμετοχής της Ελλάδας σε Μουντιάλ
Δείτε το σχετικό ντοκιμαντέρ του BBC
Οδός Εμπόρων

Πριν από 24 χρόνια, η Εθνική Ελλάδας κατάφερε να συμμετάσχει για πρώτη φορά στην ιστορία σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου - ήταν το Μουντιάλ του 1994, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πολλοί μεγάλοι παίκτες στην Ελλάδα ονειρεύτηκαν τη συμμετοχή τους στη μεγαλύτερη ποδοσφαιρική διοργάνωση, χωρίς όμως να τα καταφέρουν. Οι επίλεκτοι του Αλκέτα Παναγούλια κατάφεραν να κάνουν πραγματικότητα το όνειρό τους, το οποίο, ωστόσο, εξελίχθηκε σε εφιάλτη. 

Από τις ασπρόμαυρες τηλεοράσεις, στο Μουντιάλ

«Για εμάς, που από πιτσιρικάδες βλέπαμε παιχνίδια του Παγκοσμίου Κυπέλλου στις ασπρόμαυρες τηλεοράσεις μας, το Μουντιάλ 1994 ήταν ένα όνειρο ζωής που έγινε πραγματικότητα», λέει στο VICE ο Νίκος Νιόπλιας -29 ετών το καλοκαίρι του ’94 και ένας από τους λίγους παίκτες εκείνης της ομάδας που έπαιξε τόσο στα οκτώ παιχνίδια των προκριματικών, όσο και στα τρία 90λεπτα της τελικής φάσης στα γήπεδα της Αμερικής. Ο Σάββας Κωφίδης, 33 ετών τότε, προσθέτει ότι, «το Μουντιάλ ήταν για εμάς η κορυφαία στιγμή που θα μπορούσε να ζήσει ένας ποδοσφαιριστής, από αυτά τα πράγματα που αν δεν τα ζήσεις, δεν μπορείς να τα καταλάβεις. Βλέποντας Μουντιάλ από μικρός, δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα έπαιρνα μέρος σε μια τέτοια διοργάνωση. Δύο είναι οι κορυφαίες στιγμές της καριέρας μου: η πρώτη φορά που έπαιξα επαγγελματικό ποδόσφαιρο με τον Ηρακλή και η συμμετοχή μου στο Μουντιάλ. Είχαμε ένα καθαρό συναίσθημα χαράς, μια απίστευτη προσμονή να μπούμε στο γήπεδο και να παίξουμε μπάλα με τον Maradona». 

Αν έχεις τύχη διάβαινε (στα προκριματικά)

Όταν τον ρωτάω για την προκριματική φάση, ο Νίκος Νιόπλιας μού λέει ότι η Ελλάδα στάθηκε τυχερή, αφού η Σερβία, η θεωρητικά ισχυρότερη ομάδα του ομίλου, δεν συμμετείχε στα προκριματικά εξαιτίας του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία, με αποτέλεσμα το φαβορί να εξουδετερωθεί και έτσι η Ελλάδα και η Ρωσία να πέσουν στη μάχη για την πρώτη θέση του ομίλου. «Ο αποκλεισμός της Σερβίας μάς έδωσε ένα πλεονέκτημα. Αυτόματα έμειναν μόνο οι Ρώσοι, οι Ούγγροι και εμείς», λέει ο ίδιος. Ο Στράτος Αποστολάκης, ο 30χρονος τότε αμυντικός του Παναθηναϊκού και της Εθνικής, συμπληρώνει: «Οι Σέρβοι ήταν πολύ δυνατή ομάδα εκείνη την εποχή, επρόκειτο για την τελευταία χαρισματική φουρνιά Γιουγκοσλάβων ποδοσφαιριστών. Όταν έμειναν απ’ έξω, πιστέψαμε ότι μπορούμε να βγούμε πρώτοι στον όμιλο, αφού δεν είχαμε κάποιο φόβητρο, κάποια τεράστια ομάδα που να προκαλεί σοκ και δέος. Αντίθετα, υπήρχαν δυο-τρεις ομάδες περίπου στο ίδιο επίπεδο, που θα διεκδικούσαν την πρόκριση. Αν η Σερβία συμμετείχε στα προκριματικά, θα ήταν πολύ πιο δύσκολο να προκριθούμε, θα μιλούσαμε για εντελώς άλλο όμιλο». 

Τα δύο μεγάλα διπλά

Η Ελλάδα εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία του αποκλεισμού της Σερβίας και υπό την καθοδήγηση του Αλκέτα Παναγούλια -ο οποίος, σημειωτέον, οδήγησε την Ελλάδα για πρώτη φορά και στην τελική φάση Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, το 1980- κατάφερε να παραμείνει αήττητη εντός και εκτός έδρας, παίρνοντας τα βρώμικα και σκληρά διπλά που έπρεπε. Κομβικές στιγμές ήταν αφενός η κεφαλιά του Γιώτη Τσαλουχίδη στην εκτός έδρας νίκη της Εθνικής με 1-0 μέσα στη βροχερή και παγωμένη Ισλανδία, καθώς και το εύστοχο χτύπημα πέναλτι του Στράτου Αποστολάκη μέσα στην Ουγγαρία, που σφράγισε το εισιτήριο για τα τελικά του Μουντιάλ 1994. «Αυτές οι δύο οι νίκες μάς έδωσαν ουσιαστικά την πρόκριση, ήταν δύσκολα και μεγάλα διπλά», λέει ο Νίκος Νιόπλιας, «Ήταν μια ιστορική στιγμή για το ελληνικό ποδόσφαιρο, με την έννοια ότι η Ελλάδα, μια μικρή χώρα, κατάφερε για πρώτη φορά να πάει σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Μέχρι τότε, η Εθνική δεν είχε τις επιτυχίες που γνώρισε αργότερα, ενώ είχαμε συμμετάσχει μόλις μία φορά σε μεγάλη διοργάνωση, στο πανευρωπαϊκό του 1980. Άρα, η πρόκρισή μας ήταν ό,τι καλύτερο είχε πετύχει μέχρι τότε το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα - και ήταν τρομερό το συναίσθημα να το έχουμε καταφέρει εμείς, αφού το Μουντιάλ φάνταζε κάτι μυθικό στα παιδικά μάτια μας, ήταν κάτι που περισσότερο ονειρευόμασταν, παρά βλέπαμε. Για πολλούς από εμάς, η Αμερική ήταν όνειρο ως τουριστικός προορισμός, πόσο μάλλον ως ένας τόπος για να παίξεις στη μεγαλύτερη ποδοσφαιρική διοργάνωση του πλανήτη». 

Οργασμός αισιοδοξίας

Μετά την ιστορική πρόκριση, φίλαθλοι και ΜΜΕ δεν κατάφεραν να αντισταθούν στον ενθουσιασμό της πρώτης συμμετοχής σε Μουντιάλ. «Στην Ελλάδα κυριάρχησε ένας οργασμός διθυραμβικών δηλώσεων, με τους πάντες να εκφράζουν άποψη για τα πάντα, κάτι που αργά ή γρήγορα θα έφερνε την καταστροφή», λέει ο Στράτος Αποστολάκης, με τον Σάββα Κωφίδη να συμπληρώνει ότι, «ο Τύπος καλλιέργησε μεγάλες προσδοκίες, γράφοντας ότι έχουμε μια ομάδα που μπορεί να προχωρήσει αρκετά, φουσκώνοντας τις ελπίδες του κόσμου. Το ίδιο έκανε και η ομοσπονδία», η οποία, «μαζί με την υπόλοιπη ομάδα, έδωσε την εντύπωση ότι ήμασταν ένα από τα φαβορί του Μουντιάλ, για να πουλήσει αναμνηστικά και εισιτήρια στην Αμερική», προσθέτει ο Στράτος Αποστολάκης. 

Το ταξίδι στη μακρινή Αμερική 

Πολλοί Έλληνες ποδοσφαιριστές ταξίδεψαν για πρώτη φορά στη ζωή τους στην Αμερική με αφορμή τη συμμετοχή τους στο Μουντιάλ. Ο Στράτος Αποστολάκης είπε στο VICE ότι η ελληνική ομάδα συνάντησε μια διαφορετική ποδοσφαιρική πραγματικότητα, από αυτήν που κυριαρχούσε στην Ευρώπη. «Ήμασταν τυχεροί στην ατυχία μας. Τυχεροί που περάσαμε στο Μουντιάλ, άτυχοι επειδή αυτό γινόταν σε μια χώρα που δεν είχε τη λατρεία που συνηθίζουμε να βλέπουμε για το ποδόσφαιρο στις ευρωπαϊκές και τις λατινοαμερικάνικες χώρες. Όταν φτάσαμε εκεί, κατάλαβα ότι με το Παγκόσμιο Κύπελλο ασχολούνταν κυρίως οι μετανάστες με καταγωγή από την Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική, και λιγότερο οι ίδιοι οι Αμερικανοί. Θυμάμαι ακόμη πως όταν μας έβλεπαν με τις αθλητικές φόρμες και μας ρωτούσαν “Με ποιο άθλημα ασχολείστε;”, εμείς τους λέγαμε ότι ήμασταν “football team” και απαντούσαν, “Είστε κοντοί για ποδόσφαιρο”, νομίζοντας ότι ήμασταν παίκτες του αμερικάνικου ποδοσφαίρου. Μετά λέγαμε “soccer” και συνεννοούμασταν. Αυτή τη χλιαρή προσέγγιση απέναντι στο ποδόσφαιρο εξισορροπούσε η ομογένεια, που μας δέχτηκε πολύ θερμά. Ωστόσο, οι περισσότεροι Έλληνες δεν είχαν ιδέα για το επίπεδο της Εθνικής Ομάδας, με αποτέλεσμα να πιστεύουν αυτούς που έδιναν ελπίδες για μια μεγάλη πορεία, ελπίδες που καλλιεργήθηκαν και από εμάς. Σε όλη τη διάρκεια της προετοιμασίας, οι Έλληνες της Αμερικής επένδυσαν συναισθηματικά στην ομάδα, κάτι που θα έκανε πολύ δύσκολη υπόθεση τη διαχείριση της επικείμενης βαριάς ήττας, όταν θα έσκαγε η φούσκα και θα διαλύονταν τα πάντα». 

Αλήθεια, τι πήγε στραβά;

Συχνά, η συζήτηση γύρω από το Μουντιάλ του 1994 επικεντρώνεται στο τι οδήγησε στην κατάρρευση, τις τρεις ήττες σε ισάριθμα παιχνίδια, τις δύο εύκολες μα βαριές τεσσάρες, την απουσία έστω και ενός τέρματος. «Το πρώτο μεγάλο λάθος, ήταν ότι πήγαμε πολύ νωρίς στην Αμερική, επειδή υπήρχε όλος αυτός ο ενθουσιασμός με την ομογένεια. Οι περισσότερες ομάδες ήρθαν πέντε ημέρες προτού ξεκινήσουν τα παιχνίδια τους. Εμείς ήμασταν εκεί σχεδόν ένα μήνα πριν από την πρεμιέρα με την Αργεντινή. Τελικά, αυτό μας γύρισε μπούμερανγκ, επειδή μας κούρασε και μας έβγαλε από τον στόχο μας, που ήταν να παίξουμε ποδόσφαιρο», λέει ο Νίκος Νιόπλιας και συμπληρώνει: «Κατά τη γνώμη μου, το πρόβλημα δεν ήταν τόσο με τις εκδηλώσεις που έκανε η ομογένεια για εμάς, όπως συνήθως λέγεται - και οι Ιταλοί έκαναν εκδηλώσεις, λόγω του έντονου ιταλικού στοιχείου στην Αμερική. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η παντελής έλλειψη οργάνωσης. Για παράδειγμα, την ημέρα του αγώνα με την Αργεντινή, χρειαστήκαμε δυόμιση ώρες, για να πάμε με το πούλμαν από το ξενοδοχείο στο γήπεδο. Πώς να παίξεις με τον Maradona και τον Batistuta, έχοντας φάει τόση ώρα στον δρόμο; Ακόμη, για να κάνουμε προπόνηση στη Βοστώνη, έπρεπε να κάνουμε κάθε μέρα 45 λεπτά δρόμο, αντί να κάνουμε προπόνηση έξω από την πόρτα του ξενοδοχείου. Έπρεπε να γυρίζουμε πίσω στο ξενοδοχείο, για να κάνουμε μπάνιο και να αλλάξουμε ρούχα. Επικρατούσε πλήρης ανοργανωσιά και αυτό χάλασε το κλίμα και την ψυχολογία στην ομάδα. Αργότερα, όταν έγινα προπονητής, κατάλαβα πόσο σημαντική είναι η οργάνωση και διαχείριση μιας τόσο μεγάλης διοργάνωσης. Ήταν κρίμα, επειδή αν δει κάποιος το ρόστερ, θα καταλάβει ότι ήμασταν μια καλή φουρνιά παικτών. Η οργάνωση είναι το άλφα και το ωμέγα μιας αποστολής. Αυτά που κάναμε εμείς, δεν γίνονται ούτε στα τοπικά παιχνίδια που παίζονται στα χωριά». 

Από την πλευρά του, ο Στράτος Αποστολάκης λέει ότι εκείνη την εποχή, «η τεχνογνωσία γύρω από την προσέγγιση τόσο μεγάλων διοργανώσεων δεν είχε φτάσει ακόμη στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουμε σημαντικά προβλήματα στη διαχείριση της συμμετοχής μας στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Ήταν πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα και δεν ξέραμε πώς στήνεται και λειτουργεί μια αποστολή για το Μουντιάλ. Πήγαμε νωρίς, δεν είχαμε προσήλωση στη δουλειά μας, δεν ασχοληθήκαμε με το ποδόσφαιρο και την προετοιμασία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην είμαστε στην καλύτερη δυνατή κατάσταση όταν κληθήκαμε να δώσουμε τον πρώτο αγώνα μας κόντρα στην Αργεντινή, με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα». 

Απέναντι στον τρόμο της παρέας του Maradona

Η Ελλάδα επρόκειτο να δώσει το πρώτο παιχνίδι της σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου στη Βοστώνη, απέναντι σε μια ποδοσφαιρική υπερδύναμη. Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά για το δύσκολο έργο που είχε ο τερματοφύλακας Ηλίας Ατματσίδης και οι υπόλοιποι παίκτες τους Αλκέτα Παναγούλια. Αρκεί να αναφέρουμε ότι η Αργεντινή κατέβηκε με 4-2-3-1, με τον Batistuta, τον πρώτο σκόρερ της Φιορεντίνα, στην κορυφή, πίσω του τον μυθικό Maradona και εξτρέμ τον Balbo, τον πρώτο σκόρερ της Ρόμα και τον Canilla, τον πρώτο σκόρερ της Αταλάντα, παίκτες που «πλαισιώνονταν από ένα πλούσιο ρόστερ, το οποίο νομίζω ότι θα κέρδιζε το Μουντιάλ, αν δεν έπιαναν τον Maradona ντοπαρισμένο», λέει ο Νίκος Νιόπλιας. 

Αργεντινή-Ελλάδα 4-0 

Απέναντι στο πλούσιο ρόστερ της Αργεντινής, ο Αλκέτας Παναγούλιας παρέταξε μια ενδεκάδα με αρκετούς παίκτες άνω των 30, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει με την εμπειρία το επιθετικό αργεντίνικο ταλέντο. Παρόλα αυτά, το παιχνίδι στράβωσε από το δεύτερο λεπτό, όταν η Αργεντίνοι ξεχύθηκαν στην αντεπίθεση από τα δεξιά, με τον «Bati» -όπως αποκαλούσε ο Αργεντίνος σπίκερ τον Gabriel Batistuta- να παίρνει την μπάλα λίγο πιο ψηλά από τη μεσαία γραμμή, να καταπίνει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα το μισό γήπεδο και με ένα συρτό σουτ να στέλνει την μπάλα στα δίχτυα. Η κυριαρχία των Λατινοαμερικανών ήταν πλήρης και μετά από πολλές χαμένες ευκαιρίες, ο Batistuta έκανε το 2-0 λίγο πριν από το τέλος του πρώτου ημιχρόνου, με τον Maradona να κάνει το 3-0 στο 60ό λεπτό και τον Bati να πετυχαίνει χατ τρικ στο 89ο. Ο Σάββας Κωφίδης, που έπαιξε σε όλο το 90λεπτο, λέει για το πρώτο σκληρό αποτέλεσμα: «Μετά την Αργεντινή, υπήρχε μια γενικευμένη απογοήτευση και αποθάρρυνση μεταξύ των παικτών. Η προσμονή για ένα καλό αποτέλεσμα διαλύθηκε με τη μία και η ατμόσφαιρα έγινε ξαφνικά άσχημη. Η προσγείωση ήταν απότομη. Εγώ, ωστόσο, δεν είχα την ίδια αίσθηση, επειδή έδινα περισσότερο βάρος στη χαρά του να συμμετέχεις στο Μουντιάλ, παρά στο ίδιο το αποτέλεσμα. Είδα το πρώτο ματς ως ένα απλό παιχνίδι που παίξαμε και δεν πήγε όπως θα θέλαμε». 

Άδοξο τέλος 

Το εφιαλτικό σενάριο της πρεμιέρας επαναλήφτηκε και στο δεύτερο παιχνίδι στο Σικάγο, απέναντι στη Βουλγαρία του Hristo Stoichkov, ο οποίος αναδείχθηκε τελικά πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης μαζί με τον Ρώσο Oleg Salenko και οδήγησε την ομάδα του μέχρι τα ημιτελικά και την τέταρτη θέση. Αν και ο Αλκέτας Παναγούλιας άλλαξε πάνω από τους μισούς παίκτες της ενδεκάδας που αγωνίστηκε με την Αργεντινή, η πρώτη πράξη του έργου ήταν η ίδια, αφού οι Βούλγαροι άνοιξαν το σκορ μόλις στο πέμπτο λεπτό, μετά από χέρι του τότε 21χρονου Αλέξη Αλεξούδη, στο ύψος της μικρής περιοχής. Τρία ακόμη γκολ στην επανάληψη διαμόρφωσαν το τελικό 4-0, που εξανέμισε και τις τελευταίες μαθηματικές ελπίδες της Ελλάδας για πρόκριση στους «16». Στο τρίτο παιχνίδι, η Ελλάδα, πάλι με πολλές αλλαγές στην αρχική ενδεκάδα, αντιμετώπισε στη Βοστώνη τη Νιγηρία, από την οποία και πάλι δέχτηκε τέρματα σε πολύ κρίσιμα χρονικά σημεία, δηλαδή στο τέλος του πρώτου και του δεύτερου ημιχρόνου, με το τελικό σκορ να διαμορφώνεται στο 2-0. 

Βουλγαρία-Ελλάδα 4-0 

«Υπάρχουν μερικά κοινά χαρακτηριστικά και στα τρία παιχνίδια, που δείχνουν ότι η ομάδα δεν είχε ξεκάθαρο πλάνο και δεν ήξερε πώς να αντιμετωπίσει αγώνες επιπέδου Παγκοσμίου Κυπέλλου», λέει ο Στράτος Αποστολάκης. «Πρώτον, σε όλα τα παιχνίδια δεχτήκαμε γκολ σε κρίσιμες στιγμές - στις αρχές του αγώνα, στο τέλος του πρώτου ημιχρόνου ή στην εκπνοή του παιχνιδιού. Αυτό δείχνει ότι δεν ξέραμε να διαχειριστούμε τα παιχνίδια, να κρατήσουμε την μπάλα και το αποτέλεσμα. Όταν μπαίνεις μέσα στο γήπεδο και τρως γκολ στο δεύτερο λεπτό, απλώς δεν έχεις προετοιμαστεί κατάλληλα για αυτό το παιχνίδι. Ακόμη, οι συνεχείς αλλαγές στο ρόστερ δείχνουν μια θολή εικόνα, δεν ξέρω αν ήμασταν σίγουροι για το σύστημα που παίζαμε και τους παίκτες που θα το εφάρμοζαν». 

Νιγηρία-Ελλάδα 2-0 

«Ένα όνειρο που τελείωνε για πάντα»

«Δεν θέλαμε να μείνει με αυτόν τον τρόπο στην ιστορία η πρώτη συμμετοχή της Ελλάδας σε Μουντιάλ», λέει ο Νίκος Νιόπλιας. «Ξέραμε ότι ήμασταν σε μια ηλικία που δεν θα μας δινόταν η ευκαιρία να συμμετάσχουμε ξανά σε Παγκόσμιο Κύπελλο, ώστε να αξιοποιήσουμε την πείρα από τα λάθη που κάναμε. Ξέραμε ότι ήταν μέχρι εκεί». Από την πλευρά του, ο Σάββας Κωφίδης λέει ότι, «Η απογοήτευσή μου δεν ήρθε τόσο από τα ατυχή αποτελέσματα, που ήταν δευτερεύουσας σημασίας, όσο από το γεγονός ότι δεν θα έμενα άλλες τρεις μέρες εκεί, για να παίξω ένα ακόμη παιχνίδι και να συμμετάσχω για λίγο ακόμα στη γιορτινή ατμόσφαιρα του Μουντιάλ. Επίσης ήμουν στα 33 μου χρόνια, ήξερα ότι ήταν ένα όνειρο που τελείωνε για πάντα». 

«Δεν ήμασταν αντάξιοι των περιστάσεων» 

Αναλογιζόμενος τα τρία παιχνίδια στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Στράτος Αποστολάκης λέει ότι, «Όλοι έχουμε μερίδιο ευθύνης για την κακή πορεία, ακόμη και εμείς οι παίκτες ατομικά έπρεπε να είμαστε στην καλύτερη δυνατή αγωνιστική κατάσταση, αυτό απαιτούσε από εμάς το μεγαλύτερο αθλητικό ραντεβού της Εθνικής Ομάδας. Δεν ήμασταν αντάξιοι των περιστάσεων. Ωστόσο, είμαι της άποψης ότι σε αυτές τις περιπτώσεις τη μεγαλύτερη ευθύνη έχει αυτός που προετοιμάζει την ομάδα, δηλαδή ο προπονητής και η ομοσπονδία, που δεν ήξεραν πώς έπρεπε να προσεγγίσουμε ένα τόσο μεγάλο γεγονός. Οφείλαμε να πούμε στον κόσμο πώς πραγματικά έχουν τα πράγματα, δηλαδή ότι αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να πάμε, για να χαρούμε τη συμμετοχή μας και να παλέψουμε για το καλύτερο δυνατό. Αντίθετα, κάποιοι καλλιέργησαν την εικόνα ότι είμαστε ένα από τα φαβορί. Γι’ αυτό και μετά το στραπάτσο, ήμασταν όλοι όπου φύγει-φύγει, δεν θέλαμε να εμφανιστούμε πουθενά, δεν θέλαμε να ταυτιστούμε με ένα όνειρο που κατέληξε σε μια αρνητική σελίδα στην ποδοσφαιρική ιστορία μας». 

«Η πιο χαρούμενη στιγμή στην καριέρα μας έχει γίνει η χειρότερη»: Η δήλωση πικρίας του Νίκου Νιόπλια μετά το 4-0 από τη Βουλγαρία και τον αποκλεισμό μας από το Μουντιάλ 1994 

Η μορφή του Αλκέτα Παναγούλια

Η μεγαλύτερη μορφή της ελληνικής αποστολής στο Μουντιάλ 1994 ήταν χωρίς αμφιβολία ο Αλκέτας Παναγούλιας, ένας προπονητής που αποτέλεσε την προσωποποίηση του cult. «Τι φοβάστε μωρέ; Τι χέζεστε;», έλεγε ο ίδιος για να εμψυχώσει τους παίκτες του κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας για το Παγκόσμιο Κύπελλο, χωρίς να φοβάται να διαολοστείλει και να απειλήσει ότι θα κατεβάσει από το πούλμαν όποιο μέλος της αποστολής τού πήγαινε κόντρα. 

Ο Παναγούλιας φαίνεται ότι ήταν αισιόδοξος για την πορεία της Εθνικής στα γήπεδα της Αμερικής. «Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, ο Αλκέτας μάς είπε πως είδε στον ύπνο του ότι θα παίξουμε στον τελικό με τη Βραζιλία», λέει στο VICE ο Στράτος Αποστολάκης, «κάτι που ήταν ενδεικτικό της γενικότερης ευφορίας ότι μπορούμε να κάνουμε μια μεγάλη πορεία, αφού μάλιστα είχαμε προκριθεί αήττητοι στα προκριματικά». Σε βίντεο της εποχής, ο Παναγούλιας απαθανατίζεται να ζητάει εμψυχωτικά από τους Έλληνες παίκτες να γράψουν ιστορία, «με μια νίκη στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο». 

Μυθικές ατάκες του Αλκέτα Παναγούλια στο Μουντιάλ 1994 

«Το ατού του Αλκέτα ήταν ότι δούλευε πολύ πάνω στην επικοινωνία και τις προσωπικές σχέσεις με τους ποδοσφαιριστές», λέει στο VICE ο Σάββας Κωφίδης, με τον Νίκο Νιόπλια να σκιαγραφεί τον προπονητή της εθνικής με τα παρακάτω λόγια: «Ο Αλκέτας έδινε πολύ βάρος στον ψυχολογικό τομέα, προσπαθούσε να σε κάνει να πιστέψεις στον εαυτό σου, να πιστέψεις ότι τίποτα δεν είναι αδύνατο. Ωστόσο, υστερούσαμε πολύ στο κομμάτι της τακτικής. Μόνο με την ψυχολογία δεν πας πουθενά. Γι’ αυτό και μας έπιαναν πάντα κορόιδα με γκολ στις αρχές και στο τέλος των ημιχρόνων. Δεν είχαμε δουλέψει πάνω στην προσήλωση και την ικανότητα να διαχειριστούμε τα παιχνίδια». 

Ωστόσο, τα πράγματα δεν πήγαν όπως -κυριολεκτικά και μεταφορικά- τα ονειρεύτηκε ο Θεσσαλονικιός τεχνικός και μετά την τεσσάρα από την Αργεντινή, την τεσσάρα από τη Βουλγαρία και το πρώτο κακό ημίχρονο με τη Νιγηρία, ο Αλκέτας ξέσπασε στα αποδυτήρια, χαρίζοντας σκηνές απείρου κάλλους, που πάντα έρχονται στον νου κάτι τέτοιες μουντιαλικές ημέρες. Αφού τα έχωσε άγρια στο Νίκο Μαχλά που «θέλει να κάνει προμενάδα με την μπάλα» και «να ντριμπλάρει τον έναν, να ντριμπλάρει τον δύο, να ντριμπλάρει τον τρία, για να έχει ανοιχτό πεδίο», ο Παναγούλιας αυτοαποκαλείται «μαλάκας» που ζητάει από τους παίκτες του να σουτάρουν και εκείνοι το έχουν ρίξει στις ντρίμπλες. «Τι περνάς, ρε μαλάκα;», λέει σε κάποιον από τους παίκτες, την ώρα που η κάμερα απαθανατίζει τον Σάββα Κωφίδη σε μια γωνία σιωπηλό, καθώς ο προπονητής δίνει μια ακόμη συμβουλή, με τον δικό του τρόπο: «Κάνε σουτ, γαμώ την Παναγία μου, σου λέω, κάνε σουτ».

Εδώ οι στιγμές ακραίας καλτίλας:





Ίσως οι παραπάνω σκηνές να ήταν αυτές που μέχρι σήμερα καθιστούν μοναδική την πρώτη συμμετοχή της Εθνικής Ελλάδας σε Μουντιάλ - και όχι άδικα, αφού η φήμη του Αλκέτα Παναγούλια και της αποστολής του έμειναν όχι μόνο στην ιστορία του ποδοσφαίρου, αλλά και του κινηματογράφου. Συγκεκριμένα, στη βρετανική κωμωδία του Steve Barron με τίτλο Mike Bassett: England Manager, οι Βρετανοί διακωμωδούν τις αποτυχίες της Εθνικής Αγγλίας σε διεθνείς διοργανώσεις, παρά τις μεγάλες προσδοκίες που συνοδεύουν τη συμμετοχή της. Σε αυτήν την ταινία, ο Mike Basset, ένας αποτυχημένος τεχνικός που αναλαμβάνει την Εθνική Αγγλίας, επειδή κανείς άλλος δεν είναι διαθέσιμος, ξεσπάει στα αποδυτήρια, την ώρα που οι Άγγλοι χάνουν 2-0 από τους Μεξικανούς στο ημίχρονο, σε ένα παιχνίδι που λήγει εις βάρος τους τελικά με 4-0: Η σκηνή του παρακάτω βίντεο είναι βασισμένη στο πραγματικό ξέσπασμα του Αλκέτα Παναγούλια, στο ημίχρονο του αγώνα με τη Νιγηρία. 
  


  
  
Μπορεί η πρώτη συμμετοχή μας σε Μουντιάλ να μην γράφηκε στις πιο χρυσές σελίδες του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, όμως ενέπνευσε τον παγκόσμιο κινηματογράφο. Δεν το λες και λίγο.

vice.com


Δείτε το διάσημο πλέον ντοκιμαντέρ του BBC για το πολυσυζητημένο ταξίδι της Εθνικής Ελλάδας στο Μουντιάλ του 1994.


Οδός Εμπόρων