«Είν’ η αγκάλη σου ζεστή, παρηγοριά κι ελπίδα/και το φιλί σου φάρμακο, ήλιος στην καταιγίδα»
ΣΤΗ ΜΑΝ(Ν)Α Αγνέ μου έρωτα γλυκέ που σε φωνάζουν μάνα απ’ τον καιρό που ήμουνα δεμένος με την πάνα ως τώρα που μεγάλωσα πάντα σε βλέπω μπρος μου σαν οδηγό, σαν δύναμη σαν ήλιο και φως μου. Βλέπω στα μάτια σου τα δυο της αρετής το δρόμο και στα γλυκά τα χείλη σου το γέλιο και τον πόνο. Είσαι κορφή κουραστική, του Γολγοθά ο λόφος είσαι λιμάνι ήρεμο και της ζωής η δρόσος. Είν’ η στοργή σου ουρανός και η καρδιά σου βράχος κι αν σε λυπήσω μάννα μου θα ’ναι μεγάλο λάθος. Είν’ η αγκάλη σου ζεστή, παρηγοριά κι ελπίδα και το φιλί σου φάρμακο, ήλιος στην καταιγίδα. Είν’ η ευχή σου προσευχή, παραδεισένιος δρόμος και η κατάρα κεραυνός, καταστροφή και τρόμος. Νέοι και γέροι σε ζητούν, μάνα μου όλοι λένε και όσοι δεν σε γνώρισαν μάνα μου λέν’ και κλαίνε. Β. Γ. Βλαχάκος