Εκδόσεις ΙΔΙΟΜΟΡΦή 2025. σελ.93 - Γράφει ο Κώστας Α. Τραχανάς (συνταξιούχος του Ο.Τ.Ε.)
Η εργασία αυτή αποτελείται από δύο μέρη. Στο
Πρώτο Μέρος βλέπουμε τις συνθήκες άφιξης και προσωρινής εγκατάστασης προσφύγων
του Πόντου και της Μικράς Ασίας (Φουντουκλή, Ορτάκιοϊ, Καιράρεια, Τραπεζούντα)
στον Βρουλιά της Λακωνίας από το Νοέμβριο του 1922 μέχρι το 1925. Το Δεύτερο Μέρος, που αφορά την περίοδο
1929-1941, εξετάζει την συμβολή των προσφύγων στην ανάπτυξη της ταπητουργίας ως
οικοτεχνίας. Στον Βρουλιά λειτούργησε η πρώτη σχολή ταπητουργίας που ιδρύθηκε
στην ύπαιθρο ως παράρτημα του Ελληνικού Ταπητουργικού Οργανισμού (Ε.Τ.Ο.). Η εισροή των προσφύγων στην Ελλάδα ενίσχυσε
την εθνική οικονομία με τον κλάδο ταπητουργίας. Η ανάπτυξη της ταπητουργίας, άγνωστη σχεδόν στην Ελλάδα και πασίγνωστη στην Ανατολή, αποτελεί κατ΄ εξοχήν
αστική προσφυγική δραστηριότητα και μία από τις πρώτες οικονομικές και
επαγγελματικές διεξόδους ιδιαίτερα στις μεγαλουπόλεις, αλλά και σε μικρότερα
αστικά κέντρα, ακόμα και σε χωριά. Στις 11 Μαΐου 1929 δημιουργήθηκε με Νομοθετικό
Διάταγμα ο Ελληνικός Ταπητουργικός Οργανισμός (Ε.Τ.Ο.) με σκοπό μεταξύ άλλων
την ανάπτυξη και διάδοση της ταπητουργίας στην Ελλάδα. Τον Ιούνιο του 1930, ιδρύθηκε το κέντρο
διδασκαλίας ταπητουργίας στον Βρουλιά Λακωνίας που είχε ως στόχο: α) να
προετοιμάσει τεχνίτριες με φθηνό ημερομίσθιο για τη βιομηχανική κατασκευή και
β) την κατ΄ οίκο παραγωγή ταπήτων καθαρού τύπου Ελληνικού που θα μπορούσαν να
αποτελέσουν μέρος της παγκόσμιας παραγωγής ταπήτων. Για την επίτευξη των στόχων αυτών οργανώθηκαν
κατάλληλα η διδασκαλία και δημιουργήθηκαν πρωτότυπα σχέδια νεοελληνικά,τα
οποία δόθηκαν στις περιφέρειες σε τιμή κόστους . Σε κάθε κέντρο δημιουργήθηκε μία επιτροπή.
Στον Βρουλιά την επιτροπή αποτέλεσαν οι: Ι. Γιαννακόπουλος, πρόεδρος της
Κοινότητος, Γ. Ερμήλιος, γιατρός, Ε. Παπαδόπουλος, Α. Αντωνόπουλος, Ι. Ξύδης,
έμπορος και Ε. Σπυρόπουλος, ιερέας. Η κάθε επιτροπή με δική της δαπάνη αγόρασε
τους ιστούς (αργαλειούς) και τις πρώτες ύλες. Ο Ε.Τ.Ο. ανέλαβε τη μισθοδοσία
του προσωπικού (επόπτη, δασκάλας) και τα έξοδα ταξιδίου τους. 25 κορίτσια δούλευαν στη μανιφακτούρα, σε έναν
χώρο ξεχωριστό από το σπίτι τους, με 10 αργαλειούς. Για την ανάπτυξη της
ταπητουργίας, σημαντικό ρόλο έπαιξαν πρόσφυγες από τη Σπάρτη της Πισιδίας, που
γνώριζαν καλά τα στάδια της παραγωγής χαλιών. Στον Βρουλιά είχαν έρθει από τον
Οργανισμό ως έμπειροι η Γεσθημανή Παντάζογλου και ο Κοσμάς Ηλιάδης, που
ανέλαβαν την τεχνική διεύθυνση του παραρτήματος. Την παραγωγή την ανέλαβαν
γυναίκες, ενώ οι άντρες ασχολήθηκαν με τη διαχείριση. Η δουλειά ήταν ιδιαίτερα
απαιτητική .Οι γυναίκες εργάζονταν με υπομονή. Στον Βρουλιά σε σύντομο χρονικό διάστημα η
ταπητουργία παρουσίασε αξιόλογη ανάπτυξη, αλλά δυστυχώς συνέπεσε με τη διεθνή
οικονομική κρίση. Το κραχ της Αμερικής το 1929 έβαλε τέλος στην εξαγωγική
δραστηριότητα των Ελλήνων ταπητουργών και η διάθεση των ταπήτων άρχισε να
γίνεται με μεγάλη δυσκολία. Σιγά - σιγά οι αργαλειοί μεταφέρθηκαν στα
σπίτια των μαθητριών. Τις εργαζόμενες στα σπίτια τους τις επέβλεπαν δασκάλες ,
ο επόπτης της περιφέρειας και ο προϊστάμενος της τεχνικής υπηρεσίας του Ε.Τ.Ο. Το 1933 οι υπεύθυνοι του Ταπητουργικού
Οργανισμού εκφράζονται με τα καλύτερα λόγια για το ταπητουργείο Σελλασίας
(πρώην Βουρλιά), στο οποίο για την καλή του εργασία εμπιστεύονταν τις
καλλιτεχνικότερες παραγγελίες. Στο
ταπητουργείο εργάζονταν στα σπίτια τους 40 κορίτσια με 10 αργαλειούς χωρίς την
επίβλεψη δασκάλας. Από τις εκπαιδευόμενες μαθήτριες αναδείχθηκαν ντόπιες
δασκάλες, όπως η Ελένη Ρασσιά που
διαρκώς εκπαίδευαν νέες μαθήτριες. Το 1939 οι σχολές Σελλασίας, Αρεόπολης και
Γυθείου είχαν συνολική παραγωγή 530 ταπήτων. Η λειτουργία των σχολών σταμάτησε από το 1941
λόγω ελλείψεως υλικών και λόγω οικονομικής αδυναμίας του Ε.Τ.Ο. προς συντήρησιν
του προσωπικού. Μετά τον πόλεμο την υφαντική τέχνη ως
επάγγελμα στη Σελλασία τη συνέχισε η Ελένη Ρασσιά. Στον όρθιο αργαλειό της έφτιαχνε ρούχα για
την καθημερινή χρήση, αλλά και για την προίκα των κοριτσιών κυρίως κιλίμια και
κουβέρτες. Ένα κείμενο του Γιάννη Καπετανάκη που
καταγράφει σκέψεις, αναμνήσεις, υναισθήματα, παλιά έγγραφα, που όλα προκύπτουν
αβίαστα, επιτακτικά, κατακλυσμιαία. Πρόκειται για ένα μικρό βιβλίο και με μεγάλη
επίδραση. Λόγος λιτός, γρήγορος, διεισδυτικός. Η γλώσσα είναι απλή και καθημερινή. Ένα συναρπαστικό και αισιόδοξο ανάγνωσμα. Ο Γιάννης Καπετανάκης ξέρει ακριβώς πότε να
σου τραβήξει το χαλί κάτω απ΄ τα πόδια και να σ΄ αφήσει μ ΄ένα χαμόγελο, με μια
παράδοξη αίσθηση νοσταλγίας ή μ΄ ένα μικρό δημιουργικό σοκ. Διαβάστε το. Ο Γιάννης Καπετανάκης γεννήθηκε στη Σελλασία
το 1952.Σπούδασε ηλεκτρονικός και τεχνολόγος γεωπόνος. Υπηρέτησε στον ΟΤΕ, από
όπου και συνταξιοδοτήθηκε. Έχει γράψει βιβλία και άρθρα τοπικής ιστορίας για τη
γενέτειρα του τη Σελλασία αλλά και την ευρύτερη περιοχή της. Είναι παντρεμένος
με την εκπαιδευτικό Δήμητρα Σταθοπούλου και έχει μία κόρη, την Πηνελόπη.