Εκτύπωση

https://www.spartorama.gr/articles/76336-to-neo-ponima-tou-dimitri-katsafana-se-sunecheies--sto-spartoramaagr-ameros-haa/

Spartorama - Print | Το νέο πόνημα του Δημήτρη Κατσαφάνα σε συνέχειες, στο spartorama.gr (Μέρος H΄)

Το νέο πόνημα του Δημήτρη Κατσαφάνα σε συνέχειες, στο spartorama.gr (Μέρος H΄)

Το νέο πόνημα του Δημήτρη Κατσαφάνα σε συνέχειες, στο spartorama.gr (Μέρος H΄)
Στην αδιατάρακτη ειρήνη και την ευημερία, καιροφυλακτεί η πλήξη, τα θανατηφόρα παιχνίδια του ανθρώπου, ο αγώνας για την εξουσία, την παγκόσμια κυριαρχία. Πού, λοιπόν, ανευρίσκεται το τέλος του κορεσμού;
Οδός Εμπόρων

Μέρος Z΄


Η Ευρώπη θα μπορούσε να ξαναγεννηθεί;
Υπάρχει και σήμερα ο ευρωπαίος πολίτης, ένα ευρωπαϊκό ήθος

 

Η φυσιογνωμία της Ευρώπης είναι τραγική για τη σκληρή της μοίρα, γιατί εδώ ή από εδώ, την Ευρώπη, επήγασαν τα μεγάλα κινήματα των ιδεών, αλλά και εδώ στην Ευρώπη έχουμε την έκρηξη των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, όπως και την αντίθεσή της, τους αγώνες της εναντίον της εσωτερικής βαρβαρότητας, όπως ήταν η βαρβαρότητα των Άουσβιτς και Νταχάου, αλλά έκτοτε και κατά του οιουδήποτε ολοκληρωτισμού. Η Ευρώπη έχει ακόμη τεράστιες ηθικές και πνευματικές δυνάμεις. Το ερώτημα ήταν και παραμένει, εάν η Ευρώπη θα μπορέσει να ξαναγεννηθεί μέσα από αυτή την τεχνολογική επανάσταση, αν θα μπορέσει δηλαδή να ανοιχθεί σε νέους δρόμους, σε νέους ορίζοντες, και τούτο ανάμεσα σε υπερδυνάμεις που αναπτύχθηκαν τελευταία έξω απ’ αυτήν. Αλλά το ερώτημα καιροφυλακτεί: υπάρχουν νέοι δρόμοι, νέοι ορίζοντες;

 

------

 

Η Ευρώπη είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα γεωγραφικό χώρο, από ακρωτήρι της απέραντης Ασίας. Είναι μια ιδέα, ένας τρόπος ζωής, μια όραση του κόσμου. Τρία τα θεμέλιά της, τρεις οι παραδόσεις που διασταυρώθηκαν στην ιστορία της και πάνω στις οποίες αναπτύχθηκε και στηρίζεται μέχρι σήμερα, παρά την κρίση που περνάει. Η μιά παράδοση είναι η αρχαία ελληνική παράδοση με την αφύπνιση του νου, την ερωτηματική σκέψη για τον κόσμο. Έπειτα είναι η ρωμαϊκή και η χριστιανική παράδοση. Σ’ αυτά τα θεμέλια οικοδομήθηκε ο λεγόμενος δυτικός λόγος, ο ευρωπαϊκός πολιτισμός. Η Ρώμη είναι το πρότυπο της σταθερής και οργανωμένης εξουσίας, αντικείμενο τούτο φόβου και θαυμασμού. Ήταν το μεγαλείο των θεσμών και των νόμων, ήταν η δικαστική εξουσία, για να ακολουθήσει η παρακμή, η θεοποίηση των καισάρων κ.λπ. Και ήρθε ο Χριστιανισμός και πλήθυνε στον ίδιο της το χώρο. Ο Χριστιανισμός έστρεψε το πνεύμα από την επιφάνεια στο βάθος της ψυχής, από τα έξω στα μέσα του ανθρώπου. Ο άνθρωπος από πράγμα, “res”, είναι πλέον αξία αναντικατάστατη, είναι πρόσωπο, υπόσταση. Αυτές όμως οι δύο παραδόσεις δεν ισοδυναμούν με τον ολοκληρωμένο ευρωπαίο, με την ταυτότητά του. Η Ελλάδα ήταν εκείνη, το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, που στην ιστορική πορεία θα διαμορφώσει την πνευματική φυσιογνωμία της Ευρώπης. Στην Ελλάδα δηλαδή ο ευρωπαίος οφείλει τη λατρεία της πολιτείας-όχι της αυτοκρατορίας, τη λατρεία του δεσποτισμού. Της οφείλει την ερωτηματική σκέψη, τη φιλοσοφία, την ευγένεια του πνεύματος, την ενότητα, την ιδανικότητα. Διαβάζεις π.χ. αποσπάσματα του Ηράκλειτου, ένα διάλογο του Πλάτωνα ή την ιστορία του Θουκυδίδη και αισθάνεσαι μια ιδιαίτερη έλξη προς την αρχαία ελληνική σκέψη και φιλοσοφία. Η γοητεία έρχεται από ένα ιδιαίτερο γνώρισμα της ελληνικής σκέψης και μαζί της ελληνικής γλώσσας. Τούτο οφείλεται στο ότι ο νους των ελλήνων ωρίμασε μαζί με το αντικείμενό του. Αναπτύχθηκε οργανικά μαζί με το νου. Οι έλληνες λοιπόν δημιουργούν επιστήμη, γνώση, ως καθολική ερμηνεία, συμπεράσματα τα οποία είναι γενικού κύρους, ισχύουν δηλαδή σε κάθε τόπο και χρόνο ως αρχές του νου. Αυτήν την ιδανικότητα, την έλξη, την οικειότητα, θα την καταλάβουμε ίσως καλύτερα αν σταθούμε για λίγο στο Ωραίο ως προθάλαμο του Αληθινού. Κοιτάξτε για μια στιγμή τον Παρθενώνα. Έχετε μια θεώρηση του Ωραίου. Γεννιέται μέσα μας ένα αίσθημα ισορροπίας των αντικρουόμενων δυνάμεων, μέσα μας και στον Κόσμο μας. Γι’ αυτό και χαιρόμαστε για αυτήν τη νίκη του ανθρώπινου πνεύματος, και μας συνέχει ένα αίσθημα αρμονίας.

Ο Παρθενώνας ορθώνεται ήρεμος, στην ανθρώπινη κλίμακα, και ο οπουδήποτε της γης τον νοιώθει σπίτι της ψυχής του. Αγκαλιάζει τους πάντες και εναρμονίζει τα πάντα. Με ένα λόγο η Ελλάδα έφερε την ιδανικότητα, την ενοποιητική τριάδα: τη λογική, την ηθική, την αισθητική. Η κληρονομιά της Αθήνας ανήκει πλέον σ’ όλο τον κόσμο. Αυτή όμως η ενοποιητική τριάδα τελευταία θρυμματίζεται. Ήδη από τον Διαφωτισμό και ύστερα, τον 19ο αιώνα, η λογική αποχωρίστηκε από τις άλλες πνευματικές και ψυχικές λειτουργίες. Έχει μετατραπεί σε σιδερένια άκαμπτη λογική, στον μονόπλευρο γνωστό μας ορθολογισμό ή ρασιοναλισμό, που δεν λυτρώνει, δεν αναπαύει, αλλά οδηγεί σε γραμμική ευθεία στο άπειρο. Ποιός, λοιπόν, είναι ο ευρωπαίος; Δεν θα είχα καλύτερη απάντηση από αυτή του σύγχρονού μας Τζώρτζ Στάϊνερ. «Ευρωπαίος σημαίνει να προσπαθείς να συμφιλιώσεις από ηθική, διανοητική και υπαρξιακή σκοπιά τα αντίπαλα ιδανικά, αξιώσεις και πράξεις της πόλης του Σωκράτη και της πόλης του Ησαΐα» (Η Ιδέα της Ευρώπης, μετάφρ. Θάνος Σαμαρτζής, «Δώμα», χ.χ., σ. 36). Αυτό είναι αλήθεια, αλλά όχι ολόκληρη η αλήθεια. Γιατί στην πραγματικότητα, ήδη από την πρώϊμη Αναγέννηση, στην δυτική κυρίως Ευρώπη, κυρίαρχη είναι η τάση προς το ανικανοποίητο, η τάση προς το άπειρο, ορμή φαουστική, ιδιαίτερα μετά την Αναγέννηση. Και τούτο, σε αντίθεση προς το Βυζάντιο και προς τον ανατολικό ευρωπαίο που τελούσε υπό την επίδραση του ελληνικού-ορθόδοξου Βυζαντίου, το οποίο διατήρησε το γαλήνιο, την εναρμόνιση δηλαδή των αντίθετων τάσεων του πνεύματος, αρετές του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, ένα πνεύμα οικειότητας, πέρα από το οποίο αρχίζει το χάος, το άπειρο, η απερήμωση του ανθρώπου.

Με την απουσία, λοιπόν, του πνευματικού στερεώματος, το οποίο στερέωμα μέχρι χθες φύλασσε τις σκοτεινές δυνάμεις φυλαγμένες στο ασυνείδητο της ψυχής του ανθρώπου, αξίες δηλαδή που δοκιμάστηκαν στην μακρά πείρα του παρελθόντος, ο άνθρωπος πλέον είναι εκτεθειμένος σε πρωτοφανείς κινδύνους, σε ανατροπές των ίδιων των θεμελίων της ανθρώπινης ύπαρξης. «Συστήματα και νοήματα, που στέγαζαν έως την ζωή των ανθρώπων, σωριάζονται, όλη η πνευματική συναστριά της ζωής έχει μετακινηθεί και οι άνθρωποι της εποχής μας μένουν χωρίς πνευματική στέγη… Με την έλλειψη τούτη του πνευματικού στερεώματος η ζωή δεν χάνει μονάχα την ασφάλειά της, αλλά γεμίζει με αμφιβολία για την αξία και τον σκοπό της. Βουβή ασάφεια απλώθηκε γύρωθέ της. Τα αλλότρια πνεύματα εισβάλλουν και ανοίγουν πόλεμο με τα αυτοχθονικά. Και ενώ φαίνεται ότι ένας ιδεολογικός κατακλυσμός πλημμυρίζει τους ανθρώπους, είναι δύσκολο να υπήρξε άλλη εποχή με τόση πνευματική γύμνια και ψυχική αλητεία. Δυναμισμός μαζί και δαιμονισμός ανάμειξαν τόσο το καλό με το κακό, την βία με την νοσταλγία για την ελευθερία, που ο κοινός άνθρωπος ενώ κατασπάζεται την βία, νομίζει πως γεύεται τον καρπό της ελευθερίας» (Ιω. Θεοδωρακόπουλος, Μαθήματα Φιλοσοφίας της Ιστορίας και του Πολιτισμού, Αθήνα 1965, σσ. 129 κ.ε.).

Καταλήγοντας για την Ευρώπη, ας επαναλάβουμε, ότι υπάρχει και σήμερα ένα ευρωπαϊκό ήθος, υπάρχει ο ευρωπαίος πολίτης, πέρα από το πέλαγος των συγχύσεων. Οι θεσμοί κρατούν ακόμη εδώ στο όνομα πάντα της ελευθερίας. Και όπως τονίζει ο Κορνήλιος Καστοριάδης, «δεν εφεύρε η Ευρώπη τον πόλεμο, το μίσος προς τους άλλους, τον ρατσισμό, την υποδούλωση του ανθρώπου, τις σφαγές εξόντωσης. Η Ευρώπη τα εφάρμοσε και αυτή. Μα η ιδιαιτερότητά της είναι πως όλα αυτά στην Ευρώπη αμφισβητήθηκαν και πολεμήθηκαν από μέσα» (Κορνήλιος Καστοριάδης, Καιρός, εκδ. ?ψιλον/βιβλία, Αθήνα 1986, σ. 89).

Ναί, στην Ευρώπη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου εμφανίστηκε μια πρωτοφανής εσωτερική βαρβαρότητα, τα στρατόπεδα του Άουσβιτς και του Νταχάου των Ναζί, ή και των Γκουλάγκ στη Ρωσία του Στάλιν. Αλλά η Ευρώπη καταπολέμησε η ίδια αυτήν την εσωτερική της βαρβαρότητα. Αυτό είναι το σημαντικό. Γι’ αυτό και σήμερα υπάρχει εδώ ο ευρωπαίος πολίτης, ένα ευρωπαϊκό ήθος.


Απροετοίμαστη η ανθρώπινη συνείδηση

Τον κόσμο αυτό, όποιος κι’ αν είναι, με όλους, έστω, τους μηχανισμούς απανθρωπιάς, δεν πρόκειται φυσικά να τον εγκαταλείψουμε. Όλα εδώ θα δοκιμαστούν. Θα επιζήσουν μόνον όσα αντέξουν. Έργο του ανθρώπου είναι να μετατρέψει αυτή την πορεία. Πράγμα βέβαια δύσκολο, γιατί η φύση του ανθρώπου δεν φαίνεται να υπακούει σε ηθικές συμβουλές, αλλά στο νόμο της Ανάγκης.

Το επαναλαμβάνουμε: ζούμε αδιάκοπα επάνω σε ένα ηφαίστειο. Και το χειρότερο είναι ότι δεν υπάρχει κανένα προληπτικό μέτρο απέναντι σε μια τέτοια έκρηξη. Εννοώ όχι τόσο την εκπληκτική ανάπτυξη της τεχνολογίας, όσο την πνευματική κατάπτωση του ανθρώπου, την υποτίμηση δηλαδή των ψυχικών δυνάμεων και ταυτόχρονα την έλλειψη σωφροσύνης, την απώλεια συνείδησης, την απουσία του ιερού. Ήδη ο Μάρξ πίστευε, με ένα τρόπο θρησκευτικό, για έναν «νέο» άνθρωπο απαλλαγμένο από την «αποξένωση». Ήταν όμως τούτο το υποκατάστατο της αυθεντικής θρησκευτικότητας. Ήταν μόνο επίχρισμα της ισχύος και της βίας. Απουσίαζε η υπέρβαση, η πίστη. Δεν υπάρχει πίστη στις δυνατότητες του κόσμου χωρίς πίστη στην υπέρβαση, στον θεό, καταλήγει ο Γιάσπερς. Μόνο στην πίστη, στην εμπιστοσύνη συναντάει ο άνθρωπος τον άλλο άνθρωπο. Φυσικό, ότι ο άνθρωπος έχει μέσα του αδυναμίες, ελαττώματα. Αλλά «ο άνθρωπος δεν απειλείται τόσο από αυτά, όσο από μια αληθινά δαιμονική δυναμική. Ο κάθε άνθρωπος χωριστά σπάνια γνωρίζει κάτι τέτοιο. Σαν ξεχωριστή προσωπικότητα του φαίνεται απίστευτο πως θα ’πρεπε κάποτε να ξεπεράσει τον ίδιο του τον εαυτό. Αν τον αφήσουμε όμως να σχηματίσει μαζί με άλλους άκακους συνανθρώπους του  ομάδα, τότε θα αναφανεί στην κατάλληλη στιγμή ένα λυσσασμένο θεριό και ο καθένας χωριστά θα αποτελεί ένα μικρό κύτταρό του. Και είτε το θέλει είτε όχι, θα λαβαίνει μέρος στο αιματηρό μεθύσι του χτήνους και θα το βοηθάει με όλες του τις δυνάμεις, ακριβώς επειδή ελάχιστα γνωρίζουμε τις δυνατότητες της ανθρώπινης «σκοτεινής» πλευράς, της αρνιόμαστε την αναγνώριση. Αντιτασσόμαστε τυφλά στο θεραπευτικό δόγμα της προπατορικής αμαρτίας, που είναι τόσο βασανιστικά αληθινό. Διστάζουμε να παραδεχθούμε την σύγκρουση, που τη νοιώθουμε τόσο δυσάρεστη» (Η Ψυχολογία του Ασυνειδήτου, εισαγωγή-μετάφραση Κ. Θ. Νικολάου, έκδ. Καραβία, Αθήναι 1956, σ. 44 κ.ε.). Τα λόγια αυτά του Γιούνγκ είναι μια θετική διαφώτιση για τον καθένα μας.

Το φοβερότερο εδώ είναι, ότι εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο μας δεν έχουν συνειδητοποιήσει, δεν υποψιάζονται αυτήν την άβυσσο. Δεν υποψιάζονται ότι τα πάντα δεν είναι ο άκαμπτος νόμος της λογικής, όπου αναπόδραστα έχουμε την εισβολή των ομαδικών άγνωστων δυνάμεων από το ασυνείδητο. Τί σημαίνει τούτο; Απλούστατα σημαίνει ότι «ένα πλάσμα πράο και λογικό μπορεί να γίνει παράφρον ή άγριο θηρίο». Αυτό μας υπενθυμίζει πάλι ο ίδιος ο Γιούνγκ. Ένας αστερισμός, λοιπόν, κυριαρχεί στην εποχή μας: όλα τείνουν στην τεχνικο-επιστημονική οργάνωση, στην εκμετάλλευση κάθε υπαρκτού, στην παραγωγική του μετάλλαξη, στην αδιάκοπη φθορά και την κατανάλωση. «Όταν όλα μας φαίνονται ξεπερασμένα, μύθοι και θρησκεία, τέχνη και πολιτική, φιλοσοφία κι έρωτας, μέσα στο φως/σκοτάδι αυτού που είναι και αυτού που καλείται ξεπέρασμα», πώς να ανοιχτούμε στα όντα, στα πράγματα, στις λέξεις;» (Κ. Αξελός, Προς την Πλανητική Σκέψη, Εστία 1985, σ. 49). Ο πολιτισμός μας καταλήγει σε αδιέξοδο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η ζωή, η ορμή προς τη ζωή, σταμάτησε. Η ζωή δεν υπηρετεί τον θάνατο, δεν αυτοκτονεί. Όμως το πεπρωμένο του κόσμου συνεχίζει να παίζεται.

Ο άνθρωπος είναι τραγικός. Δεν μπορεί να υπερβεί τα όριά του, τα όρια της δημιουργίας. Αυτό μας το δίδαξε ήδη η αρχαία Αττική Τραγωδία, αυτό μας το βεβαιώνει και η σύγχρονη φυσική επιστήμη, βιβλικές και αρχαίες ελληνικές αλήθειες. Στην αδιατάρακτη ειρήνη και την ευημερία, καιροφυλακτεί η πλήξη, τα θανατηφόρα παιχνίδια του ανθρώπου, ο αγώνας για την εξουσία, την παγκόσμια κυριαρχία. Πού, λοιπόν, ανευρίσκεται το τέλος του κορεσμού; Εξελίσσεται ταχύτητα η τεχνολογία και μαζί ακολουθούν συχνά η πλήξη, ο πνιγμός και η δυσφορία, το αίσθημα του κενού, ψυχικές διαταραχές, οι αιματηροί πόλεμοι, η δυστυχία σε πλήθη κόσμου. Αλλά μήπως ο πολιτισμός της ανθρωπότητας δεν αρχίζει με ένα φόνο; Ο Κάϊν δεν σκότωσε τον αδερφό του τον Άβελ από φθόνο; Μήπως και ο τελευταίος Κάϊν σκοτώσει τον αδερφό του επί της Γης από πλήξη, από δυσφορία;  Όσο, λοιπόν, και εάν μεταλλαγεί το ανθρώπινο είδος, δεν μπορεί να αλλάξει την προγονική, την αρχέτυπη φύση του, όντας και ο ίδιος ένα μέρος της φύσης. Είναι, λοιπόν, εκπληκτικό ότι ο άνθρωπος αυτός παρουσιάζει διαρκώς νέες, θεαματικές δυνατότητες. Ωστόσο δεν νιώθει πια καμιά εμπιστοσύνη. Η μελλοντικότητα επί του παρόντος προβάλλεται φαιά, η ζωή, παρά την επιφανειακή της λάμψη, συνεχίζεται με χρώματα σταχτιά και αφηρημένα.

 

Μέρος Θ΄