Εκτύπωση

https://www.spartorama.gr/articles/55104/

Spartorama - Print | «Η Σπάρτη του 1963», από τον Βαγγέλη Μητράκο

«Η Σπάρτη του 1963», από τον Βαγγέλη Μητράκο

«Η Σπάρτη του 1963», από τον Βαγγέλη Μητράκο
«Η πόλη δεν αφηγείται το παρελθόν της, αλλά το εμπεριέχει όπως ένα χέρι τις γραμμές του»
Οδός Εμπόρων

Το να αγναντεύεις μια παλιά πόλη από ψηλά και να αντικρίζεις τις καφετιές κεραμιδένιες σκεπές της, σου δίνει μέσα σου συναισθήματα αγάπης, ζεστασιάς, γαλήνης, σιγουριάς, νοσταλγίας. Βλέπεις τα κόκκινα και τα καφετιά, παλιά κεραμίδια και νιώθεις την ανάσα των ανθρώπων που έζησαν από κάτω τους, ακούς το χτύπο της καρδιάς τους, μοιράζεσαι τις χαρές και τις λύπες τους.  Αφήνεις τη ματιά σου να γλιστρήσει πάνω στις καφετιές ράχες των κεραμιδιών και σε ζεσταίνει ο ήλιος που κλείσανε μέσα τους όταν τα άπλωσε στην αράδα ο παλιός τεχνίτης για να στεγνώσουν, αισθάνεσαι πως οι σκεπές είναι ζωντανές, πως ανασαίνουν όπως εκείνοι που έπλασαν κάποτε τα κεραμίδια με τα ροζιασμένα τους χέρια, από χώμα, από άμμο και από νερό. Σπίτια με τα θεμέλια τους στη Μάνα Γη, σπίτια με τη Μάνα Γη πάνω απ’ το κεφάλι τους, να τα προστατεύει στοργικά και να τα νοιάζεται. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που το ταπεινό κεραμίδι απόχτησε στα χρόνια τα παλιά την ίδια ακριβώς σημασία με το σπίτι: «Να βάλω ένα κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι μου» έλεγε ο παλιός νοικοκύρης κι εκεί άρχιζε και τέλειωνε το μεγαλύτερο όνειρο της ζωής του.

Λοιπόν, κάποτε η Σπάρτη είχε σπίτια με κεραμίδια. Μονώροφα ή (το πολύ) διώροφα σπίτια από πέτρα ή πλίθρα, σοβατισμένα ή ασοβάτιστα, σπιτάκια λαϊκά – φτωχά, άλλα πιο μεγαλόπρεπα, άλλα στολισμένα (νεοκλασικά), όλα όμως με κεραμιδένιες σκεπές, δίρριχτες (σαμαρωτές) ή τετράρριχτες. Ακόμα η πλάκα του τσιμέντου δεν είχε «ταφόπλακα» της Σπάρτης κι άμα βρισκόσουνα κάπου ψηλότερα, αντίκριζες αυτήν την καφετιά θάλασσα από τις κεραμοσκεπές να λικνίζει τη Σπάρτη μας μέσα στην αγκαλιά της, όπως (ας πούμε) σε τούτη τη φωτογραφία της Σπάρτης, του 1963. Πρόκειται για μια φωτογραφία, με ασυνήθιστη άποψη, παρμένη -μάλλον- από τη στέγη του νεόδμητου, τότε, ξενοδοχείου LAKONIA (Παλαιολόγου και Κλεομβρότου), η οποία προέρχεται από το αρχείο του αμερικάνικου Κολλεγίου Bryn Mawr College.

Η φωτογραφία έχει  κλείσει στο κέντρο της, διαγωνίως, τα όμορφα σπίτια της οδού Λυκούργου, από τα οποία (δυστυχώς) ελάχιστα έχουν απομείνει σήμερα.

Διακρίνεται, γιαπί ακόμα, το τσιμεντένιο κτήριο στη γωνία Λυκούργου και Γκορτσολόγου της πλατείας (σήμερα «ΕΜΠΑ ΣΤΟ ΨΗΤΟ») και πίσω του ακριβώς δυο σπίτια διώροφα από πέτρα τα οποία έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα στην οδό Αγησιλάου. Ακολουθώντας νοερά την οδό Λυκούργου φτάνουμε στη διασταύρωσή της με την Αγησιλάου, όπου φαίνονται δυο ωραία νεοκλασικά, τα οποία σήμερα δεν υπάρχουν. Λίγο πιο πάνω, στη διασταύρωση Λυκούργου και Λεωνίδου, διακρίνεται η πίσω μεριά της οθόνης του πανέμορφου θερινού σινεμά ΡΕΞ (1947-1968), το οποίο μας χάρισε αξέχαστες καλοκαιρινές βραδιές με τις ωραίες ταινίες του, ελληνικές και ξένες.

Ο Μητροπολιτικός Ναός της Ευαγγελιστρίας, με τους τρούλους του και τα καμπαναριά του δεσπόζει στη φωτογραφία και λίγο χαμηλότερα, δεξιά, ξεχωρίζει ένα στενόμακρο λευκό κτήριο, η κλινική ΑΡΓΕΙΤΑΚΟΥ (στο σημείο που σήμερα αρχίζει το παζάρι, διασταύρωση Λυκούργου και Αγησιλάου) μια κλινική που μαζί με τις άλλες κλινικές της Σπάρτης προσέφερε πολλά, στο θέμα της υγείας των Σπαρτιατών, στους παλιούς δύσκολους καιρούς. 

Αγναντεύοντας αυτήν την Σπάρτη του 1963 από την απόσταση των 58 χρόνων, όσο κι αν αυτή σήμερα έχει αλλάξει δραματικά, δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε μ’ αυτό που είχε πει, κάποτε, ο Ιταλός Συγγραφέας Ίταλο Καλβίνο:

«Η πόλη δεν αφηγείται το παρελθόν της, αλλά το εμπεριέχει όπως ένα χέρι τις γραμμές του.»

 

8-2-2021
Βαγγέλης  Μητράκος