Εκτύπωση

https://www.spartorama.gr/articles/54789/

Spartorama - Print | «Ποιητής και Ποίημα», από την Ειρήνη Μπόμπολη, Φιλόλογο

«Ποιητής και Ποίημα», από την Ειρήνη Μπόμπολη, Φιλόλογο

«Ποιητής και Ποίημα», από την Ειρήνη Μπόμπολη, Φιλόλογο
Μια ιδιάζουσα και αρκετά δύσκολη να αποδοθεί, σχέση. Ωστόσο, άκρως γοητευτική
Οδός Εμπόρων

Η πιο λαμπρή ποίηση που δόθηκε ποτέ στον κόσμο,
δεν είναι παρά μια αδύναμη σκιά της αρχικής σύλληψης.
Σέλλεϋ

 

Η ιδέα έρχεται αιφνίδια, αστραπιαία («Είναι η αστραπή που κρατάει σπαθί», θα πει ο Σέλλεϋ). Έρχεται και μετεωρίζεται γύρω από το κεφάλι του ποιητή, επίμονα. Ξέρει ότι όπου και να πάει, ό,τι και να κάνει, είναι εκεί, δίπλα του και πολλές φορές κρούει πάνω του ενοχλητικά. Ακόμα και τότε που φαίνεται ότι μάλλον τον ξέχασε, αυτή επιμένει να ασχοληθεί μαζί της. 

Πώς ο γλύπτης επιλέγει το λαμπρότερο μάρμαρο για το έργο του; Έτσι και ο ποιητής επιλέγει την πιο φωτεινή ιδέα του και την καμαρώνει σαν ατόφιο μάρμαρο. Την κοιτάει, την ξανακοιτάει και προσπαθεί να ανακαλύψει τα μυστικά της. Η εξόρυξη, η γέννα του ποιήματος πρέπει να γίνει τελετουργικά και επιδέξια. Άρτια. Ο ποιητής είναι ο διαμεσολαβητής μεταξύ δυνάμεως και ενέργειας. Μέσα στην ιδέα εγκυμονεί έτοιμη η εντελέχεια του μέλλοντος ποιήματος, όπως μέσα στο μάρμαρο εγκυμονεί η δυνατή προοπτική  του αγάλματος. 

Εκεί όμως που ο ποιητής καταφαίνεται μέγας ή όχι είναι ο βαθμός μαεστρίας του να εξορύξει τον κρυμμένο πόνο της ιδέας και να ποτίσει με αυτόν όλο το ποίημα. Ο πόνος ενδέχεται να είναι σκοτεινός και αδυσώπητα μαύρος, να έχει στοιχεία ροκ ή μέταλ, αλλά κάλλιστα μπορεί να κρύβεται και στη διάθλαση του φωτός. Κάλλιστα θα μπορούσε να μεταπλαστεί σε ένα υπέροχο ποιμενικό άσμα ή σε έναν αξεπέραστο δεκαπεντασύλλαβο. 

Ο ποιητής πρέπει να αφουγκραστεί τη μουσική των στίχων και των λέξεων, να αποκωδικοποιήσει τον ρυθμό και εν ανάγκη να τον χορέψει σε ξέφωτα αρχαίων ιερών πριν ξεκινήσει τον μεγάλο τοκετό. («Θα πρέπει ο ρυθμός και η αρμονία των στίχων να διασώζει την ηχώ μιας ατέρμονης μουσικής», Σέλλεϋ, Υπεράσπιση της ποίησης). Χορεύοντας στην μουσική μέθη, θα ανοίξει τη ραγισματιά, για να εισέλθει το φως, να φωταγωγήσει περίλαμπρα την ιδέα και να της δώσει φτερά. 

Όπως η ψυχή, για να φτερωθεί, χρειάζεται τον έρωτα (Πλάτων), έτσι και η ποιητική ιδέα για να μετασχηματιστεί σε τραγούδι, χρειάζεται το πάθος και το ταλέντο του δημιουργού της. Ο ποιητής θα στοχαστεί ακόμα και για το χρώμα ή τα χρώματα που είναι φυλακισμένα μέσα στην ιδέα. Πρέπει να αποφυλακίσει όλα τα συστατικά. Να συλλάβει την τέλεια μορφή του περιεχομένου. 

Όταν γίνει αυτό, το ποίημα εξέρχεται θριαμβικά, ακροβατώντας στις πιο ανάλαφρες λέξεις του. Σκοπός του ποιητή είναι ακριβώς αυτό το αλαφροπάτημα. Να μην βαρύνει η ύλη, να μην καθηλωθεί η ιδέα. Σκοπός του ποιητή είναι να το απαλλάξει από την ύλη λέξεων και περιεχομένου, να του δώσει όραμα και στόχο υψηλό. Να το απαλλάξει από βάρβαρους συναισθηματισμούς και μονομέρεια. Όπως το άγαλμα εξαϋλώνεται μέσω της ομορφιάς του, έτσι και το ποίημα μέσω της αβάσταχτης φωτεινότητάς του. 

Ο μεγάλος ποιητής αρνείται το ίδιο του το ποίημα, το ακυρώνει. («Ό,τι κι αν είναι αυτό, εγώ είμαι εναντίον του!», Γκράουτσο). Μέσω αυτής της ακύρωσης το νομιμοποιεί στη σφαίρα της αιώνιας τέχνης. Όταν το ποίημα φτάσει στον τελικό προορισμό του, δεν υφίσταται ως ποίημα. Γίνεται ιδέα. Γιατί ο όρος ποίημα δηλώνει κάτι εν τη γενέσει του. Το ποίημα εν τη γενέσει του φιλοσοφεί εαυτό και εράται το τέλειο. Όταν φτάσει στον προορισμό του, αυτοκαθηλώνεται και οδηγείται στην άρση της γήινης περιπέτειάς του. 

Τα μεγάλα έργα είναι αυτά που γίνονται σύμβολα και αρχέτυπα αιωνιότητας, όταν καταφέρουν να απαλλαγούν από το γήινο πάθος τους. Αν ήταν η ποίηση μόνο επιδέξιο αράδιασμα από λέξεις και ευφυολογήματα, θα ήταν εφήμερη και θνητή. Η ποίηση είναι η ιδέα, που μετά την ποιητική της ή καλλιτεχνική περιπέτεια θα λάμπει διαρκώς όλο και πιο πολύ. Η Αφροδίτη της Μήλου θα ζει και όταν το άγαλμα καταστραφεί, η «Ενάτη» του Μπετόβεν θα δονεί τα σωθικά μας κάθε φορά που θα γινόμαστε παιδιά, χωρίς ακουστική επανάληψη, η φεγγαροντυμένη του Σολωμού θα λάμπει στο δροσάτο φως σε κάθε προσέγγιση της αληθινής ομορφιάς.

 

«Έλεγα πως την είχα δει πολύν καιρόν οπίσω 

Καν σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσο 

Κάνε την είχε ερωτικά ποιήσει ο λογισμός μου 

Καν τ όνειρό μου  όταν μ’ έθρεφε το γάλα της μητρός μου! 

Ήτανε μνήμη παλαιή, γλυκιά κι αστοχισμένη 

Που  ομπρός μου τώρα μ’ όλη της τη δύναμη προβαίνει» 

Δ. Σολωμός, Κρητικός

 

Ο ποιητής μετριέται με τον βαθμό εξαΰλωσης και αναίρεσης που πέτυχε στο δημιούργημά του. Ο ρόλος του τελειώνει όταν κατανοήσει ότι το ποίημα δεν του ανήκει. Ήταν απλά ο μέγας αρχιερέας της ιερής γέννας του. Σαφώς τραγικός, αφού ο ρόλος του προσδιορίζεται και επιτάσσεται από το ένστικτο, τη μαεστρία και το ταλέντο που υπάρχουν μέσα του. («Η πιο λαμπρή ποίηση που δόθηκε ποτέ στον κόσμο, δεν είναι παρά μια αδύναμη σκιά της αρχικής σύλληψης», Σέλλεϋ). 

Ο Ποιητής θα πορεύεται μοναχικός έως ότου κληθεί ξανά σε κάποια άλλη ποιητική ιερουργία. Η σχέση ποιητή και ποιήματος είναι σχέση ζωής και θανάτου. Είναι σχέση θανάσιμα διαλεκτική σε ένα συμπαντικό σύστημα ανοιχτό και άπειρο...

 

Ειρήνη Μπόμπολη, Φιλόλογος  

 

 

Στην εικόνα: Joseph Severn, «Posthumous Portrait of Shelley Writing Prometheus Unbound» (1845). 

Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.

ppirinas.blogspot.com