«Μακριά κι απ’ την πλατεία/ και τον πολεμιστή,/ με ζώνει η αμαρτία/ που λείπει το σπαθί»
Ξηλώστε τα παγκάκια Ξηλώστε τα παγκάκια, να κάθομαι προς τι; Να βλέπω μαγουλάκια Λυκούργου γιαλαντζί; Στην Αρχιδάμου πέρα να αγναντεύω πού; Στα κόκκινα μπουγέλα στον Νικηφόρο μου; Μακριά κι απ’ την πλατεία και τον πολεμιστή, με ζώνει η αμαρτία που λείπει το σπαθί. Μα και στο Νέο Κόσμο μονάχη δε μπορεί η γιαπωνέζα η βρύση να πλύνει τη ντροπή. Ο ήρωας σαλεύει στο μάρμαρο λερός. Αν κάτσω, μ’ αντραλεύει της πόλης ο μπουχός. Παγκάκια, εμπρός, στη μπάντα να κάνετε σωρό μοντέρνο ανδριάντα στον κορωνοϊό! Λαός θα τον τιμήσει στημένος στο κουτσό δεξί να μην κολλήσει ποδάρι αριστερό! Θεσπιεύς Ατάλαντος