Εκτύπωση

https://www.spartorama.gr/articles/54315/

Spartorama - Print | «Τούτοι οι παλιοί φωτογράφοι», από τον Βαγγέλη Μητράκο

«Τούτοι οι παλιοί φωτογράφοι», από τον Βαγγέλη Μητράκο

«Τούτοι οι παλιοί φωτογράφοι», από τον Βαγγέλη Μητράκο
Ο μπάρμπα - Γιώργης ο Ράλλης, που τον βρίσκαμε πάντα στο Μουσείο δίπλα από το σιντριβάνι
Οδός Εμπόρων

Τούτοι οι παλιοί φωτογράφοι μας λείπουν! Τους βρίσκαμε στις πλατείες, στα πάρκα, σε πεζοδρόμια, σε μέρη τουριστικά, στις γειτονιές καμιά φορά, σε γιορτές σε πανηγύρια και κοινωνικές εκδηλώσεις  παντού όπου σύχναζαν οι άνθρωποι. Άλλοι είχανε μόνιμο στέκι (όπως ο δικός μας αλησμόνητος φωτογράφος της Σπάρτης,  ο μπάρμπα - Γιώργης ο Ράλλης, που τον βρίσκαμε πάντα στο Μουσείο δίπλα από το σιντριβάνι), άλλοι ήταν μετακινούμενοι, με τη μηχανή ζαλωμένη στον ώμο, αναζητώντας ένα μέρος που «να ’χει δουλειά». Μαζί τους όπου πήγαιναν κουβάλαγαν απαραίτητα κι έναν τσίγκινο καθαρό κουβά κι ένα παγούρι γεμάτο νερό για το «ξέπλυμα» των φωτογραφιών, μια πετσέτα για να σκουπίζουν τα χέρια τους, τα υλικά εκτύπωσης σε μπουκαλάκια μέσα σ’ ένα κασελάκι με συρταράκια και μερικοί (προχωρημένοι) είχανε και ρολά με κάποιες ζωγραφιές, για να τα κρεμάνε πίσω από τους φωτογραφιζόμενους, σαν φόντο. Κάποιοι απ’ αυτούς δεν παρέλειπαν να φορούν και μια μακριά άσπρη, ολόσωμη ποδιά – μπλούζα για να ξεχωρίζουν μέσα στο πλήθος.

Σήμερα, έχουν «γεμίσει» οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και τα «έξυπνα» κινητά τηλέφωνα με αμέτρητες φωτογραφίες, που κανείς δεν έχει τη διάθεση και την υπομονή να κοιτάξει. Τότε όμως ήτανε σπάνια χαρά να βγάλεις μια φωτογραφία και να έχεις την τύχη να δεις τον εαυτό σου σε χρυσή κορνίζα κρεμασμένη στον τοίχο ή πάνω στο σερβάν και στο τραπέζι της σάλας.

Στηνόσουν, λοιπόν, μπροστά στη μεγάλη και γεμάτη μυστήριο φωτογραφική μηχανή (ένα τετράγωνο ξύλινο κουτί μ’ ένα μεγάλο «μάτι» - φακό μπροστά ) μια μηχανή που ακροστεκόταν σε ένα τρίποδο ενάμισι μέτρο, περίπου, ψηλό, σήκωνε ο φωτογράφος τη μαύρη κουκούλα της, έχωνε μέσα το κεφάλι του, έκανε τα «μαγικά» του, ρύθμιζε τον μεγάλο φακό μπροστά, έδινε το σύνθημα «ακίνητος», ξεσκέπαζε το καπάκι του φακού, μετρούσε μέσα του τον χρόνο, και το ξανάκλεινε 

Έβγαζε, μετά, μέσα από τη μηχανή μια φωτογραφία που ήταν σε αρνητικό (το άσπρο μαύρο και το μαύρο άσπρο), την ξέπλενε από τα χημικά   με καθαρό νερό, την κολλούσε σε μια ειδική προέκταση της μηχανής μπροστά από το φακό, την ξαναφωτογράφιζε, την εμφάνιζε, και σε λίγο ήσουν με μια ωραία ασπρόμαυρη φωτογραφία στο χέρι, που είχε κλείσει μέσα της μιαν ολόκληρη τελετουργία αλλά και μιαν αξέχαστη ανάμνηση ζωής, ανεξάρτητα αν ήταν μια φωτογραφία για ταυτότητα, για βιβλιάριο, για απολυτήριο Γυμνασίου, για διαβατήριο κ.λπ. ή μια απλή οικογενειακή, παρεΐστικη ή προσωπική φωτογραφία.

Μερικές φωτογραφίες που ήταν πολύ καλές ή άλλες που κάποιοι είπαν στον φωτογράφο «Εμφάνισέ την και θα περάσω σε λίγο να την πάρω» αλλά το… ξέχασαν, στόλιζαν γύρω - γύρω το κουτί της μηχανής ως αζήτητα φωτογραφικά ενθύμια αλλά και δείγματα της καλλιτεχνικής δεινότητας του φωτογράφου.

Αυτές οι φωτογραφίες από τούτες τις παλιές φωτογραφικές μηχανές με το τρίποδο, που βρίσκονται σήμερα μέσα σε παλιά άλμπουμ και κορνίζες ή δεμένες με κορδονάκι μαζί με άλλες σε συρτάρια και ντουλάπες παλιές, ξεχωρίζουν ανάμεσα στις άλλες: Είναι (φυσικά) μαυρόασπρες, όχι πολύ καθαρές, μερικούς όμορφους μπορεί να τους «φέρνουν» λιγάκι άσχημους κι άλλους με ασχημόφατσες να τους ομορφαίνουν, ΟΛΕΣ μα ΟΛΕΣ, όμως, έχουν πάνω τους μια πατίνα αγάπης, ζεστασιάς και νοσταλγίας και μνήμες απ’ το μεράκι του φωτογράφου.

Χάρη σ’ αυτούς τους παλιούς φωτογράφους και τις μηχανές τους κράτησαν οι παππούδες και οι γιαγιάδες τα εγγόνια τους απ’ το χέρι για πάντα, οι γονείς τα παιδάκια τους αγκαλιά, ο άντρας αγκαζέ την αρραβωνιαστικιά του, ο φίλος τον φίλο απ’ τους ώμους… για πάντα.

Σήμερα, στην εποχή της αχαλίνωτης τεχνολογίας, ΟΛΟΙ έχουν γίνει φωτογράφοι και οι παλιοί τούτοι συμπαθέστατοι επαγγελματίες, που βοήθησαν να ζήσουν για πάντα οι αγαπημένες μας στιγμές αλλά και οι άνθρωποί μας που έχουν πια φύγει από τη ζωή, υπάρχουν μόνο στις μνήμες μας, σαν ασπρόμαυρες, όμορφες φωτογραφίες κι αυτοί, όμοιες μ΄ εκείνες που τραβούσαν από το πρωί ως το βράδυ στις γειτονιές της πόλης, για να ζήσουν τις οικογένειές τους!


9-10-2020
Βαγγέλης Μητράκος