«Με τον όρο αυτό εννοούμε τα γνήσια αρχαιόθετα δηλαδή εκείνα που έχουν επιβιώσει στα χείλη των κατοίκων μιας περιοχής με φυσικό τρόπο, αβίαστα και αδιαλείπτως από τα αρχαία χρόνια...»
Εισαγωγή H σημασία της μελέτης των τοπωνυμίων έχει αναγνωριστεί από
πολλούς ερευνητές και από πολλά χρόνια. Η συνεισφορά της τοπωνυμιολογίας στην
επιστήμη θεωρείται δεδομένη. Μια σημαντική μερίδα τοπωνυμίων είναι τα αρχαιόθετα. Με τον
όρο αυτό εννοούμε τα γνήσια αρχαιόθετα δηλαδή εκείνα που έχουν επιβιώσει στα
χείλη των κατοίκων μιας περιοχής με φυσικό τρόπο, αβίαστα και αδιαλείπτως από τα αρχαία χρόνια, δηλαδή το
χρονικό διάστημα από την απαρχή της
ελληνικής ιστορίας μέχρι σήμερα. Δεν περιλαμβάνονται-μάλλον αποκλείονται αρχαία τοπωνύμια που
έχουν δοθεί από λογίους που τα ανέσυραν από τα συρτάρια της ιστορίας και τα
επέβαλαν με διάφορος τρόπους και για
διάφορους λόγους στο λαό. Για παράδειγμα
η Αμφιλοχία. Θα έκανε εντύπωση αν ο Καραϊσκάκης γνώριζε τον Καρβασαρά με το
αρχαίο όνομα. Με απλά λόγια το Αμφιλοχία είχε ξεχαστεί μέχρι που το ανέσυραν
κάποιοι λόγιοι και το επέβαλαν στους κατοίκους. Φανταστείτε τα αισθήματα των
κατοίκων. Το όνομα που αγίαζε τα στόματα των προγόνων ήταν λέει λανθασμένο. Ήταν
τούρκικο! Ιδεωδώς το αρχαίο όνομα ενός τόπου θα μπορούσε να
μνημονεύεται για όσους διψούσαν για
περαιτέρω μάθηση ή για τους ειδικούς γλωσσολόγους. Επ’ ουδενί όμως δε θα έπρεπε
να επιβληθεί από την πολιτεία με αυταρχικό τρόπο, απαξιώνοντας το αγιασμένο από
τη χρήση αιώνων εκάστοτε όνομα. Στην παρούσα εργασία εξετάζονται τα αρχαιόθετα Λακωνίας. Η ερμηνεία των τοπωνυμίων παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες.
Δεν είναι μια ακριβής επιστήμη αλλά αυτό την κάνει ελκυστική, την κάνει
προκλητική. Τη στιγμή που είναι κανείς
σίγουρος για μια ερμηνεία, ενδέχεται μια νέα πληροφορία να αλλάξει την
κατάσταση. Για παράδειγμα, συνέλεξα
κάποτε το όμορφο Μπαϊράκι. Στην αρχή υπέθεσα ότι αναφέρεται σε κάποιο επεισόδιο
με μικρή σημαία από την τουρκική λέξη bairak. Δεν πέρασε όμως καιρός και έμαθα
ότι λέγεται έτσι, λόγω του μικρού μεγέθους χωράφι στη συγκεκριμένη θέση. Δηλαδή
το χωράφι ήταν χέρσο, μπαήρι. Εν τούτοις και πάλι δεν μπορούμε να είμαστε
σίγουροι. Σε πολλές βέβαια περιπτώσεις η ερμηνεία είναι προφανής. Όταν ακούμε
Βίγλα ή Κάστρο, ή Χτιράκια ή ένα σωρό άλλα, είμαστε σίγουροι σε τι αναφέρονται. Τα γνήσια αρχαιόθετα έχουν μεγάλη αξία κυρίως γιατί
αποδείχνουν την εθνική, πολιτιστική και φυλετική συνέχεια ενός τόπου. Με απλά
λόγια όταν ένα αρχαίο τοπωνύμιο διατηρήθηκε έστω και με μικρή αλλοίωση στα
χείλη του λαού είναι απόδειξη ότι υπήρξε συνεχής κατοίκηση. Πρέπει να τονίσουμε ότι τα τοπωνύμια αυτής της κατηγορίας
δεν είναι πολλά. Η σπανιότητα είναι ακριβώς που τα κάνει πολύτιμα. Μια άλλη παρατήρηση που μπορούμε να κάνουμε είναι η εξής: Η μελέτη των τοπωνυμίων αποφέρει επίσης και πρόσθετα οφέλη.
Μας δίνει πληροφορίες από το παρελθόν για την οικολογία του τόπου, το κλίμα, τη
βλάστηση, τη λατρεία θεοτήτων, τη γλώσσα και άλλα πολλά. ΠΡΩΤΗ ΛΙΣΤΑ Περιέχει τις ήδη δημοσιευμένες εργασίες του Συγγραφέα «Αφυσσού σημαίνει άβυσσος» Άρθρο στην εφημερίδα
Λακωνικά επίκαιρα Σεπτ. 1997 Το Αφυσσού είναι ένα μεγάλο χωριό, κοντά στη Σπάρτη. Υπάρχει
πρόβλημα με την ορθογραφία του τοπωνυμίου αυτού, γεγονός που αντανακλά ασάφεια
αναφορικά με την ετυμολογία της λέξης. Έτσι, έχει γραφεί: Αφισού, Αφυσσού, Αφησού, και ακόμα ως
Αφίσιον. Ο γράφων θα προσπαθήσει να ερμηνεύσει το τοπωνύμιο το οποίο είναι αρχαιόθετο
και έχει σχέση με το ανάγλυφο του τοπίου, που δίνει την αίσθηση της
αβύσσου, σε κάποιον που το πλησιάζει από ανατολικά. Πράγματι, το βουνό πάνω από το σημερινό χωριό έχει πάθει απότομη κατακρήμνιση σε παλαιότερη γεωλογική εποχή. Ένα τέτοιο
σπουδαίο και εντυπωσιακό φαινόμενο θα
ήταν αδύνατο να μην παρατηρηθεί από τους πρώτους κατοίκους της περιοχής. Το
γεγονός ότι η λέξη αυτή, ως τοπωνύμιο, ακούγεται μέχρι σήμερα, είναι απόδειξη
της συνεχούς κατοίκησης του χώρου μέσα στις χιλιετίες. Πράγματι υπάρχουν
ευρήματα στην περιοχή Αφυσσού από την Μεσο-ελλαδική εποχή μέχρι σήμερα. («Τι θα πει Τσίντζινα» - Δημοσίευση στην εφημερίδα ΤΑ
ΤΣΙΝΤΖΙΝΑ, 1998) Για πολλά χρόνια είχα πιστέψει και εγώ ότι το τοπωνύμιο
Τσίντζινα ήτανε ένα τυπικό ξενικό τοπωνύμιο (σλαβικό) όπως τόσα άλλα με
κατάληξη σε -να: Δολιανά, Τσιπιανά, Βέρβενa, Ζούπενα, Ρόζενη, κτλ. Παρόλα αυτά,
τα τοπωνύμια κρύβουν συχνά αρκετά
μυστικά. Μέσα σε τόσα τοπωνύμια
με την πιο πάνω κατάληξη είναι και πολλά ελληνικά ή και προελληνικά:
Αθήνα, Πελλάνα, ή σε –νη, Κυλλήνη, κτλ.
Η κατάληξη –να-νη δηλώνει γενικά τόπο. Εν πάση περιπτώσει και αυτός ο πολύξερος
Ληκ γράφει ότι το τοπωνύμιο Τσίντζινα είναι βουλγαρικό. Δεν ξέρουμε τι σημαίνει
στα σλαβικά ή στα αλβανικά ή σε άλλη
ξένη γλώσσα, το πρώτο συνθετικό του τοπωνυμίου τσίτσι ή τζίτζι ή τσέτσι γιατί
το δεύτερο, δηλαδή το –να απλά σημαίνει
τόπος. Το κλειδί για την ερμηνεία του τοπωνυμίου είναι το αρχαιόθετο
Οινούς. Η λέξη σημαίνει τόπος με αμπέλια. Τέτοια τοπωνύμια υπάρχουν πολλά σε
όλη την Ελλάδα: Οινόη, (10 διαφορετικές
σε όλη την Ελλάδα) Οινούσες, Οινεών, Οινή, κτλ. Προφανώς όλα έχουν σχέση με την
καλλιέργεια του αμπελιού και την παραγωγή κρασιού (οίνου). Η ύπαρξη λοιπόν του τοπωνυμίου στην ευρύτερη περιοχή γύρω
από τα Τσίντζινα (ο αρχαίος Οινούς) σε συνδυασμό με την πληροφορία του Ληκ ότι οι
πεζούλες γύρω από τα Τσίντζινα ήταν το
1805 κατάφυτες με αμπέλια, με βοήθησε να ερμηνεύσω το τοπωνύμιο σαν τόπο με
αμπέλια. Δηλαδή, στην αρχή ακουγότανε η φράση,
εις της Οινούς ή εις τους Οινούς
και με την πάροδο των αιώνων ή ίδια φράση
πιθανώς επηρεασμένη είτε από τη γειτονική διάλεκτο της Τσακονικής στην οποία
παρατηρείται το φαινόμενο του
τσιτακισμού, είτε από παραφθορά
της φράσης από ξενόφερτο πληθυσμό
κατέληξε να γίνει Τσίντζινα. Τα τοπωνυμία 3-7
αποτελούν περιλήψεις της Παρουσίασης «Εισαγωγή στα τοπωνύμια του
Βασσαρά» που έγινε στο Βασσαρά Λακωνίας
στις 25-8-2012. Για την ερμηνεία του Βασσαρά έχουν δοθεί διάφορες εξηγήσεις.
Η πιο κυρίαρχη από αυτές συνδέει το όνομα με τη λατρεία του Βάκχου. Δεν
απορρίπτουμε εντελώς τις ερμηνείες αυτές αλλά προσθέτουμε και εμείς τη δική μας
ευελπιστώντας ότι στο μέλλον η έρευνα θα μας δικαιώσει. Για την ερμηνεία του Βασσαρά λοιπόν χωρίζουμε τη λέξη σε δύο
συνθετικά το Βάσσα και το ρου ή ροή. Κατά τον ερευνητή Πετρονώτη Α. (Bassai: Merely a Place-Name
or the Name of an Ancient Settlement, Πελοποννησιακά 16 (1985-86), σελ.
387) η λέξη Βάσσα σημαίνει φαράγγι δασωμένο όπως και πράγματι
είναι. Ερευνώντας βρίσκουμε ότι η λέξη fissure στα Αγγλικά (σχισμή, ρωγμή, άνοιγμα, από Ινδο-ευρωπαϊκή
ρίζα) είναι αυτή που αποδίδει τη σημασία της λέξης. Πράγματι λοιπόν ο Βασσαράς
περιγράφει το τεράστιο σχίσμα του ποταμού Γοργύλου το οποίο σχηματίζεται από
την κοίτη του, κατερχόμενο από τα Τσίντζινα. Παράλληλα το Βασσαράς σημαίνει και
τη Βάση του Όρους δηλαδή τη βάση της
Σταματήρας. Πρόκειται για όνομα
κορφής ανατολικά του Βασσαρά. Η κυρίαρχη
ερμηνεία για το συγκεκριμένο τοπωνύμιο
είναι αυτή που δίνει ο λαός. Δηλαδή ότι σημαίνει Σταμάτα και Τήρα λόγω της
θαυμαστής ορατότητας της κορφής. Η ερμηνεία αυτή αν και λαογραφικού ενδιαφέροντος,
κατά τη γνώμη μου δεν είναι σωστή. Ο γράφων μετά από πολύ χρόνο κατάφερε να αποκρυπτογραφήσει
το νόημα του αρχαίου αυτού τοπωνυμίου το οποίο σημαίνει Στέμμα του Όρους, όπως
πράγματι είναι. Το τοπωνύμιο Βέρροια είναι ένα τυπικό υδρωνυμικό, δηλαδή
αναφέρεται στα πολλά νερά της περιοχής και στην αρχαιότητα ήταν οι Φερές. Έτσι ονομάζεται μια πηγή κοντά στην τοποθεσία Πλατύ Ποτάμι,
ανατολικά της Βαμβακούς, χωριού του Πάρνωνα. Κατά τη γνώμη του γράφοντος το όνομα
Αυρυαλλού είναι αρχαιόθετο και σημαίνει ευρύς αυλός όπως πράγματι είναι σήμερα
το Πλατύ Ποτάμι. Ανατολικά του χωριού Βασσαράς υπάρχει μικρός ποταμός που επιβιώνει με το όνομα
Γογγύλας σήμερα. Ενώ δηλαδή στην αρχαιότητα το όνομα εξέφραζε τη γοργότητα του
ποταμιού στα νεοελληνικά, με πολλή
επιτυχία θα έλεγε κανείς, το όνομα με ελάχιστη αλλοίωση εκφράζει ένα γόγγο,
δηλαδή το ρόχθο, το θόρυβο της ροής του ποταμιού. Τα τοπωνυμία 9-12 αναφέρονται στο βιβλίο «Χρύσαφα Λακωνίας»,
2004. Γιάννης Λαμπρινάκος Είναι το όνομα ενός
βουνού ανάμεσα στη Χρύσαφα και του Κεφαλά.
Το όνομα αυτό καμία σχέση δεν έχει με αυτό που ακούγεται ότι δήθεν ανήκε σε κάποιον που έτρωγε
πολύ. Σε αυτή την περίπτωση θα λεγότανε
Φαγάς. Η αλήθεια είναι ότι το τοπωνύμιο ακούγεται από τα αρχαία
χρόνια κατά τα οποία η περιοχή καλείτο
Φάγεια Όρη. Ο Δικαίος Βαγιακάκος, ειδικός στην ερμηνεία των τοπωνυμίων της
Λακωνίας αναφέρει σε μελέτη του ότι το όνομα σημαίνει βελανιδιές από το δωρικό
φαγός (φηγός). Ο γράφων προσθέτω ότι η λέξη κατάγεται από το αρχαιότατο
Ινδοευρωπαϊκό faog, και το οποίο έχει σχέση με το αγγλικό
oak και δείχνει έτσι τη συγγένεια
Αγγλικής και Ελληνικής. Η λέξη φαγητό, φάγω κτλ. έχουν σχέση με το φηγός δεδομένου ότι οι αρχαίοι έτρωγαν
τα βελανίδια. Άρα Φαγιάς σημαίνει τόπος με βελανιδιές και έτσι παίρνουμε έμμεσα
μια πληροφορία για τη βλάστηση της περιοχής κατά την αρχαιότητα. Ας μην ξεχάσουμε και το ομώνυμο αρχαιόθετο Φαγού Ράχη που
επιβιώνει στον Πάρνωνα ανάμεσα Βαρβίτσα-Αράχωβα, όπου κυριαρχεί η βελανιδιά. Νότια της Χρύσαφας
επιβιώνει το σημαντικότατο Πολυζεύι, ένα γνήσιο αρχαιόθετο. Προέρχεται από τη
λέξη Πολυδεύκας. Προφανώς υπήρχε ιερό αφιερωμένο στο έναν από τους δύο
Διόσκουρους. Πρόκειται για μεγάλη περιοχή στα δυτικά όρια του χωριού
Χρύσαφα. Το Καστόρι είναι σπουδαίο
αρχαιόθετο τοπωνύμιο που έχει σχέση με τη λατρεία του Κάστορος ενός των
Διοσκούρων. Του Κάστορος το ιερό πρέπει
να ανιχνευθεί κάπου στην περιοχή στο
Καστόρι. Και το τοπωνύμιο αυτό είναι αρχαιόθετο, δωρικό, από τη λέξη
Κώνος και πράγματι στη συγκεκριμένη περιοχή της Χρύσαφας δεσπόζει κωνικός λόφος
που προστατεύει την περιοχή από την ανατολή. Το τοπωνύμιο ακούγεται ακριβώς
έτσι και στη Μάνη αλλά και στα Βάτικα. («Η Φαρις και του Ποσειδώνα τ΄ άλογα» - Ιουλιος 2009
Περιοδικό ΦΑΡΙΣ 2009) Πρόσφατα, (21 Μαΐου 2009) κάνοντας μια δεύτερη επίσκεψη στον
Παλιόπυργο του Βαφειού (Μπάρμπαλη) και κουβεντιάζοντας με ντόπιους άκουσα για
το μικρό ποτάμι Ούρδε ή Ούρντε. Ο ένας εξ αυτών, ο μεγαλύτερος στην ηλικία τον
αποκαλούσε το Ούρντε και ο νεότερος ο Ούρδες. Ήξερα ότι το ποτάμι που ξεκινάει
από τον Αρκουδιά ανάμεσα Σωτήρα και Σοχά, λέγεται Ούρδες αλλά δεν περίμενα ότι θα διατηρούσε το όνομά του τόσο
μακριά κοντά στη συμβολή με το Σοχιώτικο, λίγα μέτρα από τη θέση που τα δύο
ποτάμια ενώνονται με τον Ευρώτα. Ξαφνικά είχα μια ιδέα! Μήπως τελικά το όνομα Φάρις, της
Φάριδος διασώθηκε στο ταπεινό αυτό ποταμάκι τον Ούρδε ο οποίος απέχει μόνο 300 περίπου μέτρα από το λόφο Παλιόπυργι, (Προσωπικά πιστεύω
ότι ο Παλιόπυργος υπήρξε η ακρόπολη του Ομηρικού αυτού οικισμού που έχει ταυτιστεί με τη θέση της
αρχαίας Φάριδος; (Εφημερίδα -Το Γεράκι Λακωνίας- Απρ./Μάιος/Ιούνιος 2015 Σελ
5) Για το οικώνυμο
Zαραφώνα έχουν προταθεί κυρίως δύο επίσημες ερμηνείες. Μία από τον ερευνητή
Τάσο Γριτσόπουλο που εικάζει ότι ίσως το όνομα συνδέεται με την ύπαρξη κάποιου
ιερωμένου ονόματι Σεραφώνος. Εδώ προκύπτει το ερώτημα: Πριν αυτόν, ποιο ήταν το
όνομα; Η δεύτερη έρχεται από το μεγάλο λεξικό του Χαρ. Συμεωνίδη ο
οποίος ισχυρίζεται ότι το όνομα έχει σχέση με το φυτό σαφράν
(άκρως θεραπευτικό βότανο!) που ευδοκιμεί στον τόπο. Τέτοιο φυτό όμως δεν έχει
ακουστεί στην περιοχή. Εκτός αυτού, είναι βέβαιο ότι ο ερευνητής αυτός δεν έχει
κάνει αυτοψία στον τόπο. Ο γράφων ομολογώ ότι μέχρι πρόσφατα έκλινα υπέρ ξενικής
ετυμολόγησης. Τυχαία εν τούτοις, διάβασα στο Lakonian Survey (σ.19) ότι ο
Αλκμάν μιλάει για την «Εύπυργη Σεράπνα» αναφερόμενος φυσικά στη Θεράπνη (είναι γνωστό ότι οι Δωριείς πρόφεραν
το Θήτα ως Σίγμα) και εκεί προβληματίστηκα. Ερεύνησα σε βάθος το θέμα.
Συνειδητοποίησα ότι όπως και τα γειτονικά χωριά, Τσίτζινα, Βέρροια, Βασσαράς,
το Αγριάνου ίσως, αλλά και πολλά εδαφωνύμια αρχαιόθετα στην περιοχή όπως: Κοπά,
Ψαρής, Δοχνιάς, Αλώνα και άλλα, θα μπορούσε η Ζαραφώνα να καλείτο στο μακρινό
παρελθόν Σεράπενα, δηλαδή Θεράπνη. Μικρές αλλοιώσεις όχι μόνο συμβαίνουν μετά
από μακραίωνη χρήση, αλλά είναι και αναμενόμενες. Για παράδειγμα,
Παλέρμο=Πάνορμος, Ισταμπούλ=Κωσταντινούπολη, Πλόβδιβ= Φιλιππούπολη,
Πολύκαντρος=Φολέγανδρος και άλλα. Επίσης τα: Σαλονίκη, Ανάπλι, Κόρθος και άλλα.
Ακόμη δεν αποκλείεται επήλυδες πληθυσμοί όπως οι Σλάβοι, οι Φράγκοι, οι
Αρβανίτες, ή οι Ενετοί να επηρέασαν την
προφορά του ονόματος. Πάντως ξενικά τοπωνύμια είναι σπάνια στη Ζαραφώνα. Άλλα στοιχεία που συνηγορούν στην ύπαρξη ενός Θεραπευτηρίου,
ιαματικού συνάμα και θρησκευτικού κέντρου στη Ζαραφώνα εκτός από το όνομα
Ζαραφώνα-Σεράπενα-Θεράπνη, είναι τα εξής: Πληροφορίες για την αρχαία
Θεράπνη- το όνομα Θεράπνη ως τοπωνύμιο δεν έχει επιβιώσει πουθενά στον
ελληνικό χώρο- δίνονται από τον Παυσανία. Εν τούτοις υπάρχει μια ασάφεια όσον
αφορά τη θέση. Ο ίδιος ο Δρ, Cattling, ο πατήρ, μου ανέφερε ότι μέχρι σήμερα,
(2000), δεν έχει διευκρινιστεί αν η Θεράπνη ήταν οικισμός ή περιοχή. Σύμφωνα με
τη γνώμη του, η Θεράπνη είναι γενικά μια περιοχή που περικλείεται ανάμεσα στα
χωριά Χρύσαφα, Κεφαλά, Σκούρα και Γκοριτσά. Υπάρχει και η εκδοχή να έχουμε ομώνυμο, δηλαδή να υφίστανται
πάνω από μια Θεράπνες. Αυτό έχει ισχυριστεί σε ομιλία του (2014) ο σπουδαίος
ιστορικός Θεόδωρος Σπυρόπουλος. («Τι σημαίνει
Τσακωνιά», Χρονικά των Τσακώνων τόμος 20Ος Αθήνα 2008 σελ. 295) Για την ερμηνεία του τοπωνυμίου Τσακωνιά έχουν προταθεί
πολλές εκδοχές. Στην παρούσα εργασία προτείνουμε μια άλλη εκδοχή. Η ετυμολογία της λέξης τσακώνα ξεκινάει από το διαγώνιον, η γωνιά που κάνει
το σπήλαιον με το φυσικό του άνοιγμα. Η τροπή του δια εις ζα, το φαινόμενο του τσιτακισμού δηλαδή, είναι τόσο
κοινό σε σημείο που δεν χρειάζεται τεκμηρίωση. Όταν εισέρχεται κάποιος στην Τσακωνιά από την περιοχή της
Έλωνας βλέπει απέναντι ένα τοπίο γεμάτο σπηλιές. Και όντως η περιοχή Τσακωνιάς
βρίθει από σπήλαια και βάραθρα. Σκεφτείτε ότι η περιοχή στην αρχαιότητα
εκαλείτο Γλυππία, δηλαδή γλυμμένη και σκαμμένη. Με άλλα λόγια τόπος με σπηλιές ή τσακώνες. (Παρουσίαση και Αναφορά στο βιβλίο του Δημήτρη Διαμαντάκος
«Φιλήσι, Φελήσι, Φιλήσιον Λακωνίας, Υφήλιος τόπος», 2016) Η πιθανότητα να επιβιώνει το τοπωνύμιο Έλος στο Φελίσι είναι
μεγάλη. Καταρχήν υπάρχει η δασεία, δηλαδή το έλος προφερόταν στα αρχαία ως
Φέλος. Γνωστή είναι η τάση του λαού για
συντήρηση και σε αυτή την περίπτωση βλέπουμε πως ο λαός διατήρησε και τη
δασύτητα του έλους αλλά και το φωνήεν -ε- στη συλλαβή –φε. Τέλος ευελπιστούμε ότι η συλλογή αυτή θα εκτιμηθεί έστω και
μερικώς στο ότι συμβάλλει στην ανάδειξη της ιστορίας της Λακωνικής γης. Σε προσεχή δημοσίευση θα προσφέρουμε στους αναγνώστες την
ερμηνεία μερικών πρόσθετων αρχαιόθετων
τοπωνυμίων, εν πολλοίς αγνώστων μέχρι σήμερα.