«Μετά την κατάληψη της Τενέδου ο Κουντουριώτης έστειλε επιθετικό σήμα στον αρχηγό του τουρκικού στόλου: «Έχω καταλάβει Τένεδο. Σας περιμένω». Το ηθικό του πληρώματος ήταν στα ύψη»
Στην αυγή του εικοστού αιώνα το πολεμικό μας ναυτικό έχριζε
άμεσης ενισχύσεως. Η επιτακτική αυτή ανάγκη είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση του
στόλου (στα τέλη του 1908) με 4 καινούρια αγγλικά και 4 γερμανικά
αντιτορπιλικά. Κορυφαία προσθήκη όμως ήταν το θωρακισμένο - καταδρομικό «Γ.
Αβέρωφ» που έμελλε να γίνει το κορυφαίο σημείο αναφοράς του πολεμικού μας
ναυτικού με τις επιδόσεις του. Τα μονοπάτια της ιστορίας οδηγούνται από την ιστορική ρότα
του καταδρομικού «Γ. Αβέρωφ» για να τιμήσουν όχι μόνο τα πληρώματα του πλοίου
αυτού για τα κατορθώματά τους, αλλά και το σύνολο του πολεμικού μας ναυτικού
που στο διάβα του χρόνου διατηρεί απροσπέλαστα τα θαλάσσια σύνορα της πατρίδας
μας έναντι κάθε εχθρικής επιβουλής. Το
«Γ. Αβέρωφ» αποτελεί σήμερα το παλαιότερο θωρακισμένο καταδρομικό τύπου
ντρέντνοτ στον κόσμο που διασώζεται ακόμα εν πλω. Ας δούμε όμως την πορεία του «Γ. Αβέρωφ» ξεκινώντας από την
καθέλκυσή του η οποία έγινε στις 12 Μαρτίου 1910 στα Ναυπηγεία Ορλάντο του
Λιβόρνο. Ήταν πλοίο εκτοπίσματος 10.000 τόνων και αποτελούσε το καύχημα του
Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού. Η ελληνική πολιτική της εποχής εκείνης απέβλεπε
στην ενσωμάτωση στην ελληνική επικράτεια των νησιών Λήμνου, Λέσβου, Χίου και
Σάμου που ήταν κατοικούμενα από ελληνικής καταγωγής πληθυσμούς και η συνεισφορά
ενός πολεμικού πλοίου όπως το «Γ. Αβέρωφ» στο σκοπό αυτό ήταν υψίστης σημασίας. Αρχικά το πλοίο είχε παραγγελθεί από το Ιταλικό Ναυτικό,
όμως αφενός η ακύρωση της παραγγελίας από τους Ιταλούς, αφετέρου η άμεση
προκαταβολή του 1/3 της συνολικής αξίας εκ μέρους της Ελλάδας επέτρεψαν την
απόκτησή του. Το ποσό της προκαταβολής που ήταν 8.000.000 εκατομμύρια χρυσές
δραχμές προήλθε από τη διαθήκη του Γ. Αβέρωφ ενώ το υπόλοιπο ποσό των
15.650.000 χρυσών δραχμών καλύφθηκε από το Ταμείο Εθνικού Στόλου (Τ.Ε.Σ.). Ο Γ. Αβέρωφ με διαθήκη που δημοσιεύθηκε το 1899 όριζε ότι το
1/5 της περιουσίας (20 μερίδια, ήτοι 20) παραχωρείται για τη ναυπήγηση ισχυρού
καταδρομικού πλοίου που θα φέρει το όνομά του, το οποίο θα είχε την υποδομή να
χρησιμεύει ως εκπαιδευτικό πλοίο Σχολής Ναυτικών Δοκίμων. Η αμεσότητα της χρησιμότητάς του φάνηκε από το γεγονός ότι
ενώ έφτασε στο Φάληρο σε κλίμα ενθουσιασμού την 1η Σεπτεμβρίου 1911, ρίχθηκε
στον πόλεμο πριν προλάβει να ολοκληρώσει τις δοκιμές του, με κυβερνήτη τον
πλοίαρχο Ιωάννη Δαμιανό. Υπό τον Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη (Επικεφαλής Στόλου)
τον Οκτώβριο του 1912 ξεκίνησε την πορεία προς την δόξα έχοντας αποπλεύσει με
προορισμό τα Δαρδανέλια. Κατέλαβε τη Λήμνο κι έχοντας πλέον ως ορμητήριο τον
όρμο του Μούδρου, συνέχισε την πορεία του ως ναυαρχίδα του Στόλου
καταλαμβάνοντας το Άγιον Όρος και τα νησιά Θάσος, Σαμοθράκη, Ίμβρος, Τένεδος,
Αγ. Ευστράτιος, Μυτιλήνη, Χίος. Η κατάληψη της Λήμνου από τάγμα πεζοναυτών έγινε μετά από
μικρή αντίσταση τουρκικής φρουράς η οποία άφησε πίσω της 35 αιχμαλώτους. Ήταν 7
Οκτωβρίου 1912. Στις 18 Οκτωβρίου η Ίμβρος παραδόθηκε ειρηνικά με τον ελληνικό
πληθυσμό να δέχεται την απελευθέρωσή του με δάκρυα χαράς. Στις 19 Οκτωβρίου
ελευθερώνεται η Σαμοθράκη και στις 24 Οκτωβρίου έρχεται η σειρά της Τενέδου,
νησί στρατηγικής σημασίας όπως φανερώνουν τα λόγια του Κατσούρου (μέλος του
πληρώματος) που χαρακτήριζε την Τένεδο ως «ο φελλός που θα έκλεινε μέσα στο
μπουκάλι τον τουρκικό στόλο». Στο όρος Άθως η ελληνική σημαία υψώθηκε στις 2
Νοεμβρίου. Προηγουμένως, την 28η Οκτωβρίου ο ιερέας του Αβέρωφ έκανε επίκληση
στον Παντοδύναμο να «ευλογήσει εμάς τους λατρεύοντας Σε, ώστε ο εχθρικός στόλος
να εξέλθει». Μετά την κατάληψη της Τενέδου ο Κουντουριώτης έστειλε επιθετικό
σήμα στον αρχηγό του τουρκικού στόλου: «Έχω καταλάβει Τένεδο. Σας περιμένω». Το
ηθικό του πληρώματος ήταν στα ύψη. Όταν ο τουρκικός στόλος φάνηκε στην είσοδο των Δαρδανελίων
στα ανοικτά του ακρωτηρίου Έλλη, ο Ναύαρχος Κουντουριώτης απηύθυνε το περίφημο
σήμα του στα ελληνικά πλοία που συνέπλεαν με το «Αβέρωφ»: «Με την δύναμιν του
Θεού και τας ευχάς του Βασιλέως μας και εν ονόματι του Δικαίου πλέω μεθ’ ορμής
ακαθέκτου και με πεποίθησιν προς την νίκην εναντίον του εχθρού του Γένους». Οι νικηφόρες ναυμαχίες της Έλλης (3 Δεκεμβρίου 1912) και της
Λήμνου (5 Ιανουαρίου 1913) είχαν ως αποτέλεσμα την ματαίωση των τουρκικών
βλέψεων για έλεγχο του Αιγαίου. Ο τουρκικός στόλος κλείστηκε στο καβούκι του.
Ταυτόχρονα, το καταδρομικό «Γ. Αβέρωφ» έμπαινε στις καρδιές των Ελλήνων ως ο
φόβος και ο τρόμος των Τούρκων στο Αιγαίο. Η σημασία των νικών στις
αναφερθείσες ναυμαχίες ήταν πολλαπλή. Δεν ξαναβγήκε ο τουρκικός στόλος στο
Αιγαίο, εμποδίστηκε η μεταφορά οθωμανικών στρατευμάτων και εφοδίων στα
ηπειρωτικά μέτωπα των Βαλκανίων και προστατεύθηκαν οι θαλάσσιες μεταφορές της
Ελλάδας και των συμμάχων της. Οι νίκες του πολεμικού μας ναυτικού είχαν ως κινητήρια
δύναμη την τόλμη του Ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη και το υψηλότατο ηθικό όλων
των πληρωμάτων. Εις ότι αφορά όμως το Γ. Αβέρωφ αξίζει να σημειωθούν τα
παρακάτω: είχε πρώτα από όλα στο εσωτερικό του ναό του Αγίου Νικολάου (προσθήκη
μοναδική για την εποχή). Αυτή η ιδιαιτερότητα φανέρωνε και την προστασία του
πλοίου δίνοντας παράλληλα και το αναγκαίο θάρρος στο πλήρωμά του. Είναι
χαρακτηριστικά τα λόγια του Γεωργίου Γούση, Δίοπου και αργότερα Σημαιοφόρου του
Αβέρωφ: «Αν αναλογιστείτε πόσες φορές το Αβέρωφ διέφυγε την καταστροφή, θα
πρέπει να συμφωνήσετε πως το πλοίο ήταν ευλογημένο από το Θεό». Στα τεχνικά χαρακτηριστικά του αξίζει να σημειωθεί ότι τα
πυροβόλα του ήταν κατασκευασμένα από τον πλέον εξαιρετικό Βρετανό κατασκευαστή
χερσαίου και ναυτικού πυροβολικού στον κόσμο, τη Βίκερς. Πλεονέκτημα ήταν
επίσης το σύστημα ελέγχου πυρός με οπτικά αποστασιόμετρα καθώς και η σκληρυμένη
χαλύβδινη θωράκιση τύπου Κρουπ την οποία έφτιαξε η ιταλική εταιρία Τέρνι. Μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η Ελλάδα βρέθηκε
στην πλευρά των νικητών. Το «Γ. Αβέρωφ» κατέπλευσε στην Κωνσταντινούπολη και
ύψωσε την ελληνική σημαία ως μια από τις νικήτριες δυνάμεις. Οι προσδοκίες του
ελληνισμού έβρισκαν στο θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» τον καταλληλότερο εκπρόσωπό τους. Επόμενη αποστολή του πλοίου ήταν η μεταφορά στρατευμάτων
στην Ιωνία. Το τραγικό τέλος όμως της αποστολής αυτής, η Μικρασιατική
καταστροφή του 1922 βρίσκει ξανά το «Αβέρωφ» στις επάλξεις για να μεταφέρει
στρατό και πρόσφυγες στη μητέρα πατρίδα. Στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το θωρηκτό «Αβέρωφ» τέθηκε
επικεφαλής ως ναυαρχίδα του ελληνικού στόλου. Με την κατάρρευση του μετώπου το
Υπουργείο Ναυτικών διέταξε την αυτοβύθισή του για να μην περιέλθει στα χέρια
του εχθρού, κάτι που ευτυχώς δεν έγινε. Το πλοίο ανήμερα της Μ. Πέμπτης
απέπλευσε από τη Σαλαμίνα μαζί με τα εναπομείναντα πλοία του Στόλου με
κατεύθυνση αρχικά τη Σούδα και στην συνέχεια την Αλεξάνδρεια. Το ταξίδι προς
την Κρήτη χωρίς να γίνει αντιληπτό από τα γερμανικά αεροπλάνα ήταν άλλη μια
απόδειξη της θεϊκής προστασίας που απολάμβανε «ο Μπάρμπα-Γιώργης» του πολεμικού
μας ναυτικού. Από τα υπόλοιπα πλοία του πολεμικού ναυτικού αξίζει να
αναφερθεί ότι το «Σπέτσαι» είχε αναλάβει την πολύ σημαντική αποστολή να
μεταφέρει τα αποθέματα χρυσού της Ελλάδας στην ασφάλεια της Αιγύπτου. Παρότι
δέχθηκε αεροπορική επίθεση, έφτασε στον προορισμό του χωρίς να υποστεί ζημιές. Η συνέχεια της δράσης του «Γ. Αβέρωφ» μετά τον κατάπλου στην
Αλεξάνδρεια είχε να κάνει τόσο με την προστασία νηοπομπών που κατευθύνονταν από
τη Βομβάη στο Άντεν όσο και με συμμετοχή σε αποστολή προστασίας λιμένων στο
Πορτ-Σάιντ στο τέλος του 1942. Κατά τη διάρκεια αυτών των αποστολών με αλλαγές κυβερνητών,
με γερμανικές επιδρομές, με προβλήματα μεταξύ μελών του πληρώματος, με χαμηλή
ταχύτητα που λόγω παλαιότητας ήταν πλέον εμφανής, με δύσκολες καιρικές
συνθήκες, το πλοίο έφερνε πάντα εις πέρας τις αποστολές του φτάνοντας μέχρι τον
Ινδικό Ωκεανό. Ήταν το πλοίο που σηματοδότησε την πρώτη ελληνική ναυτική
παρουσία στον Ινδικό Ωκεανό από τότε που ο ναύαρχος του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Νέαρχος εξερεύνησε τα νερά αυτά τον 4ο αιώνα π. Χ. Μετά από τρεις αποστολές συνοδείας νηοπομπών η χρησιμότητα
του Αβέρωφ στη συμμαχική πολεμική προσπάθεια τελείωσε. Στις 13 Οκτωβρίου 1944
το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» ξεκίνησε το ταξίδι επιστροφής στην πατρίδα. Το ταξίδι
πήρε τη συμβολική ονομασία «Επιχείρηση Μάννα». Κυβερνήτης ήταν ο πλοίαρχος
Θεόδωρος Κουντουριώτης γιος του Ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη! Από το 1947 έως το 1949 το θωρηκτό έγινε αρχηγείο Στόλου στο
Κερατσίνι, ώσπου το 1952 διατάχθηκε ο παροπλισμός του. Από το 1957 έως το 1983
το πλοίο βρέθηκε πρυμνοδετημένο στον Πόρο ως πλωτή φρουρά πύλης της Σχολής
Ναυτοδιόπων. Στις αρχές του 1973 τα ναυτικό επιτελείο χορήγησε το ποσό των
30.000 στερλινών για τον ευπρεπισμό του θωρηκτού με απώτερο σκοπό τη μετακίνησή
του από τον Πόρο στον Πειραιά και τη μετατροπή του σε πλωτό μουσείο. Το 1984
απομακρύνθηκε με τη βοήθεια ρυμουλκών από τον Πόρο και οδηγήθηκε στη Σαλαμίνα
όπου μετά από έλεγχο διαπιστώθηκε ότι το μόνο που χρειαζόταν ήταν ένα φρέσκο
βάψιμο αφού είχε αντέξει έξοχα στη φθορά του χρόνου. Το πλοίο εκτέθηκε δημόσια
στη Ζέα με παράλληλες εργασίες ευπρεπισμού μέχρι να μετακινηθεί στο νέο
αγκυροβόλιο του στη μαρίνα του Φλοίσβου. Ένα μεγάλο μέρος των δαπανών της
αποκατάστασης του πλοίου προήλθε από δωρεές ιδιωτών, οι σημαντικότερες των
οποίων ήταν της Κυπριακής Δημοκρατίας, της οικογένειας Λάτση και του Ιδρύματος
Ωνάση. Σήμερα το Πλωτό Ναυτικό Μουσείο Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» αποτελεί
πόλο έλξης για επισκέψεις ιδιωτών, σχολείων, ιδρυμάτων και οργανισμών
πραγματοποιώντας έτσι και τη δεύτερη πτυχή του οράματος του δωρητή του, δηλαδή
την εκπαιδευτική του αποστολή, παράλληλα με τον εθνικής σημασίας σκοπό που ήδη
είχε εκπληρώσει. Είναι το ανίκητο πλοίο του πολεμικού μας ναυτικού. Το θωρηκτό
που με την προστασία του Θεού και του Αγίου Νικολάου έγραψε σελίδες δόξας και βοήθησε
τα μέγιστα ιδιαίτερα κατά την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων του 1912-1913. Θεοφάνης Λάζαρης Πηγές: