Vekrakos
Spartorama | «Οι Πανεπιστημιακές Σχολές και η Ανάπτυξη: σχήμα πρωθύστερο!», από τον Στέφανο Ηλ. Βρεττάκο

«Οι Πανεπιστημιακές Σχολές και η Ανάπτυξη: σχήμα πρωθύστερο!», από τον Στέφανο Ηλ. Βρεττάκο

Spartorama 11/11/2019 Εκτύπωση Άρθρα Δημοτικά Παιδεία
«Οι Πανεπιστημιακές Σχολές και η Ανάπτυξη: σχήμα πρωθύστερο!», από τον Στέφανο Ηλ. Βρεττάκο
«...Είμαστε έρμαια ενός πρωθύστερου σχήματος -πανεπιστήμια-ανάπτυξη αντί για ανάπτυξη-πανεπιστήμια-»
Οδός Εμπόρων

Τον Απρίλη του 2019 θρηνήσαμε ως πόλη την μεταφορά του Τμήματος της Νοσηλευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου από την Σπάρτη στην Τρίπολη, με την εν μία νυχτί απόφαση του τότε Υπουργού Παιδείας της προηγούμενης Κυβέρνησης, που δεν καταφέραμε ούτε να αποτρέψουμε, ούτε να ανατρέψουμε, παρά και την αλλαγή Κυβέρνησης.

Τον Νοέμβριο του 2019 αιφνιδιαστήκαμε με την απόφαση της νυν Υπουργού Παιδείας να μην λειτουργήσει τελικώς κανένα από τα 37 νέα πανεπιστημιακά τμήματα, σε 6 πόλεις της ελληνικής επικράτειας, που είχε εξαγγείλει ο προκάτοχός της, ανάμεσα στα οποία και το Τμήμα Στατιστικής και Αναλογιστικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου με έδρα την Σπάρτη, που προβλεπόταν να ξεκινήσει την λειτουργία του από το επόμενο ακαδημαϊκό έτος και το οποίο ήταν ένα από τα τέσσερα πανεπιστημιακά τμήματα που η προηγούμενη Κυβέρνηση έφερε στην πόλη μας ως αντιστάθμισμα, τρόπον τινά, για την μετακίνηση του Τμήματος της Νοσηλευτικής. 

Αλλά ας δούμε το θέμα πέραν του αναμφισβήτητου τοπικού ενδιαφέροντος και της παντελώς δικαιολογημένης απήχησής του. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»1, στην Ελλάδα υπάρχουν 23 Πανεπιστήμια διασκορπισμένα σε 55 πόλεις, ενώ, κατά την ίδια πηγή, η Ολλανδία, με αντίστοιχο πληθυσμό με την Χώρα μας αλλά ασυγκρίτως δυναμικότερη οικονομία, έχει μόνο 13 ΑΕΙ! Η δυσαναλογία είναι προφανής. Αν, μάλιστα, συνδυάσουμε τα ανωτέρω αφενός μεν με το γεγονός ότι ο πληθυσμός της Χώρας φθίνει και άρα δεν υπάρχουν περισσότεροι υποψήφιοι φοιτητές, αφετέρου δε με το δεδομένο ότι τα ελληνικά πανεπιστημιακά ιδρύματα δεν λειτουργούν ως ιδιωτικά ή ως ΚΑΙ ιδιωτικά, αλλά παρέχουν δωρεάν δημόσια εκπαίδευση και άρα πρόσβαση σε αυτά έχουν μόνο όσοι έχουν ολοκληρώσει την δευτεροβάθμια εκπαίδευση της Χώρας, είναι προφανές ότι η ίδρυση πανεπιστημίων ή τμημάτων πανεπιστημίων σε διάφορες πόλεις ανά την ελληνική επαρχία, συνιστά μία τακτική χωρίς καμία λογική.

Βεβαίως, δεν συνέβαινε το ίδιο κατά το παρελθόν. Την δεκαετία του 1960, που η ίδρυση περιφερειακών πανεπιστημίων στην Ελλάδα εμφανίστηκε στην λογική περιφερειακής ανάπτυξης, το αίτημα για αποκέντρωση, πρώτα στον τομέα των εξουσιών και αρμοδιοτήτων και μετά σε στρατηγικούς τομείς, όπως αυτόν της εκπαίδευσης, πρόβαλλε αρκετά επίκαιρο. Η περιφέρεια έπρεπε να προλάβει το κέντρο -το λεκανοπέδιο της Αττικής, κυρίως-, που την είχε αφήσει πολύ πίσω του και ένας τρόπος να το πετύχει ήταν και η αποκέντρωση της εκπαίδευσης.

Τα περιφερειακά πανεπιστήμια συνδέθηκαν με τις προσδοκίες ενίσχυσης της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης των πόλεων όπου εγκαταστάθηκαν. Η συγκέντρωση φοιτητικού, διδακτικού και διοικητικού δυναμικού αναμένονταν να ενισχύσει τη ζήτηση, τονώνοντας την τοπική οικονομία, λειτουργώντας πολλαπλασιαστικά για το συνολικό εισόδημα της περιοχής. Και εν πολλοίς έτσι έγινε.

Ωστόσο, σήμερα, είναι σαφές ότι η ίδρυση νέων πανεπιστημιακών τμημάτων -και μάλιστα ίδιων σε αντικείμενο με αυτά που υπάρχουν ήδη κάπου αλλού!- καθώς και η μεταφορά πανεπιστημιακών τμημάτων από την μία πόλη της ελληνικής επαρχίας στην άλλη, γίνονται χωρίς ακαδημαϊκά κριτήρια, χωρίς μελέτες βιωσιμότητας και σκοπιμότητας. υπακούουν σε μία ψηφοθηρική λογική και τελούν πάντοτε υπό την πίεση των τοπικών κοινωνιών. Και τούτα ενώ είμαστε πλέον σε θέση, μετά από πολλά χρόνια τέτοιας "ανάπτυξης", να πούμε ότι οι οικονομικές επιπτώσεις από τη λειτουργία πανεπιστημίου, με βάση τις δαπάνες του ιδρύματος και των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, για τις μικρές πόλεις της περιφέρειας, δεν είναι τόσο σημαντικές, διότι συνήθως οι διδάσκοντες δεν διαμένουν μόνιμα στην περιοχή, οι φοιτητές αναζητούν διεξόδους για να φύγουν και εμφανίζονται μόνο σε περιόδους εξετάσεων -να μην μιλήσουμε για τις μεταγραφές από τα περιφερειακά πανεπιστήμια στο κέντρο!-, ενώ  το προσωπικό που σχετίζεται με τη λειτουργία του τμήματος ή της σχολής είναι μικρό σε αριθμό.

Θέλω να πω με όλα αυτά ότι θα πρέπει ως τοπική κοινωνία, ως μία μικρή επαρχιακή πόλη, να ξεφύγουμε από δεδομένα και στερεότυπα δεκαετιών, που αφορούσαν άλλες εποχές και άλλους ανθρώπους. Είναι προφανές ότι δεν αρκεί -και δεν θα πρέπει να μας αρκεί!- να στηρίζεται η ανάπτυξη της πόλης μας και η προοπτική εξέλιξής της σε αυτό το αλυσιτελές σύστημα ίδρυσης πανεπιστημίων και πανεπιστημιακών τμημάτων, που μοναδικός στόχος του είναι η ανταλλαγή φοιτητών και… εμβασμάτων μεταξύ των πόλεων.

Αν πρέπει να διεκδικήσουμε κάτι από το Κράτος, πέρα από τις δημόσιες επενδύσεις, αυτό είναι σίγουρα η παροχή κινήτρων και διευκολύνσεων για ιδιωτικές επενδύσεις στην περιφέρεια, που θα σχετίζονται με την ιδιαιτερότητα της κάθε περιοχής και θα την αναδείξουν, δημιουργώντας ταυτόχρονα ανάπτυξη και θέσεις εργασίες. Τότε, ίσως να μπορέσουμε να κερδίσουμε με το σπαθί μας την ίδρυση και λειτουργία στον τόπο μας νέων και πρωτοπόρων πανεπιστημιακών τμημάτων, που όμως, πλέον, θα βρίσκονται σε στενή σύνδεση με την τοπική οικονομία και κοινωνία και για αυτό θα τυγχάνουν υψηλής ζήτησης από τους υποψηφίους φοιτητές που θα μπορούν, για παράδειγμα, να κάνουν την πρακτική τους σε μία βιοτεχνία που θα λειτουργεί στον τόπο μας.

Αλλιώς θα είμαστε έρμαια ενός πρωθύστερου σχήματος -πανεπιστήμια-ανάπτυξη αντί για ανάπτυξη-πανεπιστήμια-, που δεν είναι βέβαιο ότι θα μας βοηθήσει να γεμίσουμε τις γκαρσονιέρες που φτιάξαμε για τους φοιτητές, που τώρα τους ακούμε, αλλά, εν πάση περιπτώσει, δεν τους πολυβλέπουμε.

(1) Αρ. φύλλου 30.269, Κυριακή 10η Νοεμβρίου 2019, σελ. 6.

Στέφανος Ηλ. Βρεττάκος
Δικηγόρος Σπάρτης


Οδός Εμπόρων