Εκτύπωση

https://www.spartorama.gr/articles/19136/

Spartorama - Print | Μια κοσμολογική πρόταση από τον Σπαρτιάτη λυρικό ποιητή του 7ου αιώνα π.Χ., Αλκμάν

Μια κοσμολογική πρόταση από τον Σπαρτιάτη λυρικό ποιητή του 7ου αιώνα π.Χ., Αλκμάν

Μια κοσμολογική πρόταση από τον Σπαρτιάτη λυρικό ποιητή του 7ου αιώνα π.Χ., Αλκμάν
Η πρώτη σε παγκόσμιο επίπεδο ανακοίνωση αστροφυσικών οι οποίοι συνδέουν την κοσμολογία του Αλκμάνος με σύγχρονες κοσμολογικές απόψεις
Οδός Εμπόρων

Με αφορμή τα 20 χρόνια από τη σχετική δημοσίευση στο Βήμα (1999).


Όσα λέει σήμερα ο περίφημος φυσικός Στίβεν Χώκινγκ για την κβαντική κοσμολογία ­ η οποία, ως γνωστόν, περιγράφει τις διαδικασίες δημιουργίας του Σύμπαντος ­ περιέχονται σε ποιήματα που έγραψε ο Αλκμάν, ένας από τους μεγαλύτερους λυρικούς ποιητές της αρχαιότητας (μέσα 7-ου π.Χ. αιώνα), όπως απέδειξαν σε πρόσφατη εργασία τους τέσσερις αστροφυσικοί του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σήμερα «Το Βήμα» παρουσιάζει την πρώτη σε παγκόσμιο επίπεδο ανακοίνωση αστροφυσικών οι οποίοι συνδέουν την κοσμολογία του Αλκμάνος με σύγχρονες κοσμολογικές απόψεις. Έτσι, εκτός από τον Δημόκριτο που θεωρείται ο πατέρας της σύγχρονης ατομικής φυσικής, φαίνεται ότι οι Έλληνες, μέσω του Αλκμάνος, έχουν προβλέψει, έστω και θεωρητικά, και άλλες σύγχρονες θεωρίες! Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η κοσμογονική άποψη που διατυπώνεται από τον Αλκμάνα στα μέσα του 7-ου π.Χ. αιώνα περιγράφει απόψεις πολύ αρχαιότερες οι οποίες συμπίπτουν με σύγχρονες κοσμολογικές υποθέσεις περί γεννήσεως του αισθητού από εμάς αστρικού σύμπαντος «από μια σημειακή ιδιομορφία στο εσωτερικό μιας λευκής οπής, η οποία ­ λόγω της χρονικής συμμετρίας των εξισώσεων του Αϊνστάιν­ μπορεί να θεωρηθεί ως μια χρονικά ανεστραμμένη μαύρη τρύπα».

Πηγή: tovima.gr


-------


«Μια προσωκρατική κοσμολογική πρόταση»: των Μάνου Δανέζη, Ευστρ. Θεοδοσίου, Θεοφάνη Γραμμένου και της Μαργιέλας Σταθοπούλου, αστροφυσικων του Πανεπιστημίου Αθηνών (τμήμα Φυσικής, τομέας Αστροφυσικής – Αστρονομίας – Μηχανικής). 

Περίληψη 

Τον Αλκμάνα τον γνωρίζαμε ως σήμερα ως έναν λυρικό ποιητή της αρχαιότητας. Η έκπληξη ήλθε το 1957 μετά τη δημοσίευση του παπύρου 2390 της Οξυρρύγχου (πόλη της Κάτω Αιγύπτου όπου σε ανασκαφές βρέθηκε ένας μεγάλος αριθμός παπύρων με ελληνικά κυρίως κείμενα που έχουν το όνομα της πόλης και έναν κωδικό αριθμό), ο οποίος χρονολογείται από τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Στον πάπυρο αυτόν διασώζονται τμήματα από ένα σχόλιο σε πεζό λόγο όπου αποκαλύπτεται ότι σε ένα από τα ποιήματά του ο Αλκμάν ασχολείται με ένα είδος θεογονικής κοσμολογίας.  Η κοσμογονική αυτή άποψη, η οποία διατυπώνεται απο τον Αλκμάνα στα μέσα του 7-ου π.Χ., ασφαλώς περιγράφει απόψεις πολύ αρχαιότερες, οι οποίες συμπίπτουν με ορισμένες απο τις σύγχρονες κοσμολογικές υποθέσεις βάσει των οποίων το παρατηρήσιμο αστρικό σύμπαν γεννήθηκε απο μιασημειακή ιδιομορφία στο εσωτερικό μίας λευκής οπής, όπου η τελευταία μπορεί, λόγω της χρονικής συμμετρίας των εξισώσεων Einstein, να θεωρηθεί ως μια χρονικά ανεστραμμένη μελανή οπή. 

Εισαγωγή 

Ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες λυρικούς ποιητές της αρχαιότητας, ο οποίος διαμόρφωσε, στα μέσα του 7-ου π.Χ. αιώνα, το “χορική” ποίηση στην Σπάρτη σαν ένα ιδιαίτερο λογοτεχνικό είδος, υπήρξε ο Άλκμαν, γιός του Δάμα ή Τίταρου, ο οποίος, λόγω της απαράμιλλης τέχνης του, κατείχε την πρώτη θέση στον Αλεξανδρινού “κανόνα”. Ο Αθηναίος μας πληροφορεί ότι :«?λκμ?να γεγον?ναι τ?ν ?ρωτικ?ν με λ?ν ?γεμ?να». Το όνομά του αποτελεί προσαρμογή στη δωρική διάλεκτο του ιωνικού ονόματος Αλκμαίων ή Αλκμέων, αλλά δεν θα πρέπει να συγχέεται με τον πυθαγόρειο Αλκμαίωνα (περί το 500 π.Χ.), γιό του Πειρίθους απο τον Κρότωνα, την ελληνική αποικία της κάτω Ιταλίας. όπως γράφει ο Α. Δ. Σκιαδάς, η Σούδα (λήμμα Άλκμαν), αναφέρει ότι ο ποιητής έζησε κατά την 27-ην Ολυμπιάδα (672 -668 π.Χ.), όταν κυβερνήτης της Λυδίας ήτας ο Άρδυς, ενώ ο εκκλησιαστικός συγραφέας Ευσέβειος τοποθετεί την ακμή του στο 659 π.Χ. Ομοίως, σε ένα απόσπασμα, που περιείχετο στον πάπυρο 2390 της Οξυρύγχου, αναφέρεται ότι ο Άλμαν σε κάποιο του ποίημα μνημονεύει ονομαστικά τον “Λεωτυχίδα”  βασιλιά της Σπάρτης. Από τα προηγούμενα φαίνεται ότι μπορεί να τοποθετήσουμε τον Αλκμάνα στο δεύτερο ήμισυ του 7-0υ π.Χ. αιώνα. Σύμφωνα με την μαρτηρία της Σούδας, ο Άλκμαν καταγόταν απο την ελληνική Ιωνία (Σάρδεις της Λυδίας) και απο εκεί μετέβη στην Σπάρτη. Η άποψη αυτή επανέρχεται σε ένα υπόμνημα που σώθηκε στον πάπυρο της Οξυρύγχου [P. Oxy. XXXIX fr. 1, col. III, 30 (=10(α), 30)] ο οποίος αναφέρει : «ως Λακεδα[ι]μόνιοι τοτ΄[ε επέστησαν Λυδόν όντα διδάσκαλον των θυγατέ ρων και εφή[βω]ν». Η άποψη όμως αυτή μπορεί να μην ισχύει, διότι ένα σχόλιο, που περιέχεται στον πάπυρο 2389 της Οξυρύγχου [P. Oxy. 2389 fr. 9 col (=13(a)P.)στ. 11+] αναφέρει  ότι ο μεγάλος ποιητής δεν είναι Λύδος : «αλλ΄ έοικε Λυδόν αυ τον νομί]ζειν ο τε Αριστοτέλης και [ συ]μψηφοι απατηθέντες». Ως προς τη διαφωνία για τον τόπο γένησης του Αλκμάνα ο Αντίπατρος ο Θεσσαλονικεύς (Σούδα Α.Ρ. 7,18,5) σημειώνει ότι η διεκδίκηση της εντοπιότητας μεγάλων ποιητών απο πολλέςπόλεις ήταν κάτι πολύ κοινό στην αρχαιότητα. Ο Παυσανίας (ΙΙΙ,15,2) πιστοιποιεί ότι στο Σέρβιο, μια περιοχή δεξιά της Σπάρτης, που ονομαζόταν “Δρόμος” υπήρχε μέχρις το 2-ον π.Χ. αιώνα, ένα μνημείο προς τιμήν του Αλκμάνα, δίπλα στα ιερά των Ιπποκοντιάδων και του Ηρακλή. Στον Αλκμάνα χρωστάμε και την πληροφορία πως οι αρχαιότροι Έλληνες λεγόνταν “Γραικοί”, όπως βγαίνει από τον λεξικογράφο Στέφανο Βυζάντιο (5ος – 6ος αιώνας) ο οποίος για την λέξη “Γραικός”, γράφει σχετικά : «Γραίκες δε παρά Αλκμάνι αι των Ελλήνων μητέρες». 

Το έργο του ποιητή 

Το έργο του Αλκμάνα έχει ταξινωμηθεί απο τους Αλεξανδρινούς σε έξι ή επτά βιβλία και περιλάμβανε, ύμνους, παιάνες, υμέναιους και παρθένια (τραγούδια που έψαλαν νεαρές παρθένες για λατρευτικούς σκοπούς). Η γλώσσε που χρησιμοποίησε ο Αλκμάνας είναι κυρίως η δωρική της εποχής του, αναμεμειγμένη με στοιχεία της ιωνικής και αιολικής διαλέκτου. Την γλώσσα αυτή ο Παυσανίας την ονομάζει “καθόλου εύηχον”. Από το έργο του μεγάλου λυρικού ποιητή έχουν σωθεί μόνο λίγα αποσπάσματα. Το 1855 ο Γάλλος αιγυπτιολόγος Mariette ανεκάλυψε σε τάφο κοντά στην 2-η μεγάλη πυραμίδα, έναν πάπυρο με 100 στίχους που άνηκαν σε ένα από τα Παρθένια του (Παρθένιο προς την Ορθία Άερτεμη). Το απόσπασμα αυτό εκδόθηκε για πρώτη φορά απο τον καθηγή Egger το 1863. Η μεγάλη έκπληξη όμως ποήλθε το 1957 μετά τη δημοσιοποίηση του παπύρου 2390 της Οξυρύγχου, ο οποίος χρονολογείται απο τον 2-ον μ.Χ. αιώνα. Στον πάπυρο αυτό διασώζονται τμήματα απο ένα σχόλιο σε πεζό λόγο στα οποία αποκαλεύπτεται ότι σε ένα απο τα ποιήματά του ο Αλκμάνας ασχολείται με ένα είδος θεογονικής Κοσμογονίας.  Το κεντρικό κομμάτι του σχολίου, που καταγράφεται στα επόμενα, περιέχει συγχρόνως και «λήμματα», σύντομες δηλαδή φράσεις του Αλκμάνος. 

Το κείμενο το σχολίου 

"εκ δε του π(ρέσγυς Πόρος Τέκμωρ τε.) τέκμωρ εγένετο τ(ωι πόρωι ακόλουθον) μο(.) εντεύθεν … πόρον από της πορ(ίμου) (πάντων αρχάς). ως γαρ ήρξατο η ύλη κατασκευα(σθήναι) εγένετο πόρος τις οιονεί αρχή. λ(έγει) ούν ο Αλκμάν την ύλην παν(των τετα)ραγμένην και απόητον. είτα (γενέ)σθαι τινά φησιν τον κατασκευά(ζοντα) πάντα, είτα γενέσθαι (πο)ρον, του (δε πο)ρου παρελθόντος επακολουθή(σαι) τέκμωρ. και έστιν ο μεν πόρος οίον αρχή, το δε τέκμωρ οιονεί τέλος. της Θέτιδος γενομένης αρχή και τε(λ)ο(ς ταύτ)α πάντων εγένε(τ)ο, και τα μεν πάντα (ομο)ίαν έχει την φύσιν τήι του χαλκού ύληι, η δε Θέτις τ(ηι) του τεχνίτου, ο δε πόρος και το τέκμωρ τήι αρχήι και τώι τέλει. πρέσγ(υ)ς δε αντί του πρεσβύτης.

και τρίτος σκότος. διά το μηδέπω μήτε ήλιον μήτε σε(λ)ήνην γεγονέναι αλλ’ έτι αδιάκριτ(ο)ν είναι (τ)ην ύλην. εγένοντο ούν υπό (ταυτό) πόρος και τέκμωρ και σκοτ(ος …

άμάρ τε και σελάνα και τρίτον σκότος τας μαρμαρυγάς. άμαρ ου ψιλώς άλλά συν ηλίωι. το μεν πρότερον ην σκότος μόνον, μετά δε ταύτα διακριθέ(ντο)ς αυτού."

Μετάφραση

 …γιατί όταν η ύλη άρχισε να τακτοποιείται, δημιουργήθηκε ένα είδος πόρου (δρόμου, περάσματος), κάτι σαν αρχή. Λέει λοιπόν ο Αλκμάν ότι η ύλη όλων των πραγμάτων ήταν ταραγμένη και αποίητη, έπειτα γεννήθηκε κάποιος που τακτοποιούσε τα πάντα, έπειτα δημιουργήθηκε ένας πόρος και όταν παρήλθε αυτός ο πόρος, ακολούθησε ένα όριο (ή τέρμα, τέκμωρ). Και ο πόρος είναι η αρχή, ενώ το όριο σαν τέλος. Όταν γεννήθηκε η Θέτις, αυτά έγιναν η αρχή και το τέλος των πάντων και το σύνολο των πραγμάτων έχει φύσιν παρόμοια με το υλικό του χαλκού, ενώ η Θέτις με εκείνη του τεχνίτη και ο πόρος και το όριο (τέκμωρ) παρόμοια με εκείνη της αρχής και του τέλους. 

…και τρίτο στη σειρά το σκότος, εξαιτίας του ότι ποτέ ως τότε ούτε ο Ηλιος ούτε η Σελήνη είχαν δημιουργηθεί, αλλά η ύλη ήταν ακόμη αδιαμόρφωτη. Δημιουργήθηκαν λοιπόν ο πόρος και το όριο (τέκμωρ) και το σκότος. Η ημέρα και η Σελήνη και τρίτον το σκότος. Η ακτινοβολία της ημέρας δεν ήταν πυκνή αλλά υπεβοηθείτο από (την ακτινοβολία) του Ηλίου, (διότι) προηγουμένως ήταν μόνο σκοτάδι, μετά δε αυτά (αυτή τη διαδικασία) ξεχώρισε από αυτό… 

Κάποιες πρώτες επισημάνσεις 

Με βάση το κείμενο του παπύρου οι επιστήμονες συνοψίζουν το κοσμογονικό μοντέλο του Αλκμάνος ως εξής: 

  1. Αρχικά η ύλη ήταν ταραγμένη και αδιαμόρφωτη, δεν είχαν δημιουργηθεί ακόμη ούτε ο Ήλιος ούτε η Σελήνη και κατ’ επέκτασιν ούτε το αστρικό Σύμπαν. Δηλαδή το αντιληπτό από τις αισθήσεις μας αστρικό Σύμπαν δημιουργήθηκε μέσω ενός μη παρατηρήσιμου, αποίητου και αδιαμόρφωτου υλικού, το οποίο προϋπήρχε.
  2. Τότε, στα πλαίσια του χώρου που ήταν γεμάτος από εκείνο το αόρατο και μη παρατηρήσιμο υλικό (μη ύλη), γεννήθηκε κάποιος που τακτοποιούσε τα πάντα (η Θέτις, το όνομα της οποίας προέρχεται από το ρήμα τίθημι, που σημαίνει τοποθετώ, ταξιθετώ ­ τα απαρέμφατα: τιθέναι, θέσθαι) σαν τεχνίτης.
  3. Έπειτα στον χώρο της μη ύλης δημιουργήθηκε ένας πόρος (στενή διάβαση, διάδρομος) που έπαιξε τον ρόλο της αρχής. Δηλαδή η στενή αυτή διάβαση αποτέλεσε τον λώρο για να βγει η ταραγμένη, αδιαμόρφωτη και μη παρατηρούμενη ύλη από τον χώρο της αρχικής αισθητής ανυπαρξίας στον αισθητό χώρο του παρατηρήσιμου Σύμπαντος.
  4. Ακολούθησε η δημιουργία ενός ορίου – το τέκμωρ – που σύμφωνα με τον φιλόλογο-μελετητή Μ.L. West ήταν ένα κατευθυντήριο σημάδι μέσα στον πόρο ή, σύμφωνα με τον γάλλο ελληνιστή J.Ρ. Vernant, μέσα στα αστέρια. Δηλαδή όταν η αποίητη και αδιαμόρφωτη ύλη διάβαινε το τέκμωρ καθίστατο αυτομάτως διαμορφωμένη και αισθητή, εφόσον μπορούσε να δημιουργεί αισθητά αντικείμενα, όπως ο Ηλιος και η Σελήνη. Κατά την άποψη του φιλολόγου G.S. Kirk, το τέκμωρ, ως όριο, πιθανότατα ταυτίζεται και με την έννοια του απείρου του Αναξίμανδρου, ο οποίος επισκέφθηκε τη Σπάρτη (όπου έζησε ο Αλκμάν) μία γενιά αργότερα.
  5. Ο πόρος και το τέκμωρ συνυπήρχαν με το σκότος ως ένα ενιαίο σύνολο διακριτών γεγονότων. Ασφαλώς ολόκληρο το σύστημα «πόρος – τέκμωρ – σκότος» βρισκόταν εκτός του αισθητού Σύμπαντος.
  6. Μετά το όριο (τέκμωρ) δημιουργήθηκαν η ημέρα (πιθανότατα το φωτεινό μέρος του ημερονυκτίου και κατ’ επέκτασιν ο Ηλιος), η Σελήνη και το σκότος (πιθανότατα η νύχτα, το μη φωτεινό μέρος ­ σκοτεινό ­ του ημερονυκτίου). Μετά το όριο (τέκμωρ) αρχίζει να υλοποιείται το αισθητό Σύμπαν.
  7. Το φως της ημέρας (ακτινοβολίες) δεν ήταν πυκνό, αλλά υπεβοηθείτο από την ακτινοβολία του Ηλίου. «Στο σημείο αυτό» επισημαίνουν οι αστροφυσικοί «είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι ο σχολιαστής δηλώνει πως το φως (οι ακτινοβολίες) της ημέρας “υπεβοηθείτο” από τον Ηλιο, ο οποίος κατά συνέπειαν δεν δημιουργούσε “εξ ολοκλήρου”. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ημέρα, στο σημείο αυτό του σχολίου, πιθανότατα δεν ταυτίζεται με το φωτεινό μέρος του ηλιακού ημερονυκτίου, αλλά με τη σημερινή σύγχρονη και γενικευμένη έννοια της παρουσίας ακτινοβολιών, δηλαδή την έννοια του φωτός». 

Συμπεράσματα 

Ο Αλκμάν λοιπόν δίνει ένα κοσμογονικό μοντέλο που σίγουρα περιγράφει απόψεις παλαιότερες του 7ου π.Χ. αιώνα, όπου υπάρχουν αξιοσημείωτες ταυτίσεις με σύγχρονες κοσμολογικές υποθέσεις βάσει των οποίων το παρατηρήσιμο αστρικό Σύμπαν γεννήθηκε από μια σημειακή ιδιομορφία στο εσωτερικό μιας λευκής οπής που θα μπορούσε να θεωρηθεί μια ανεστραμμένη μελανή οπή. Ας σημειωθεί ότι ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 διατυπώθηκαν παρεμφερείς υποθέσεις, σύμφωνα με τις οποίες οι λευκές οπές, που ίσως υπάρχουν, αποτελούν περιοχές του Σύμπαντος οι οποίες υφίστανται τη μεγάλη Έκρηξη με χρονική καθυστέρηση. Ο αλκμάνειος «πόρος» μπορεί να ταυτισθεί εννοιολογικά με τον λώρο Αϊνστάιν-Ρόζεν, η σημειακή ιδιομορφία με την έννοια «τέκμωρ», ενώ το αντι-παράλληλο Σύμπαν από το οποίο εκκινεί ο λώρος με τον χώρο της αποίητης, αδιαμόρφωτης και μη αισθητής ύλης. Αυτός ο λώρος σύμφωνα με τη σύγχρονη φυσική μπορεί να ενώνει είτε δύο παράλληλα σύμπαντα είτε δύο διαφορετικές περιοχής του ίδιου σύμπαντος. Η έννοια της λευκής οπής προκύπτει από το γεγονός ότι το «τέκμωρ» ως όριο του «πόρου» είναι, κατά τον Αλκμάνα, το σημείο εκδήλωσης αισθητής ύλης εκ του «μη όντος», αλλά και ενέργειας φωτεινής, εφόσον αμέσως μετά από αυτόν γεννήθηκε η ημέρα. 


Ο μεταφέρων το κείμενο: Κεφάλας Ευστάθιος


Πηγή 

Η εργασία με τίτλο «Μια προσωκρατική κοσμολογική πρόταση» παρουσιάστηκε στο περιοδικό Αεροπός, τεύχος 40 (Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2001). Επίσης οι αστροφυσικοί του Πανεπιστημίου Αθηνών Μάνος Δανέζης, Ευστράτιος Θεοδοσίου, Θεοφάνης Γραμμένος και Μαργιέλα Σταθοπούλου, τα συμπεράσματά τους δημοσίευσαν δε και σε άρθρο τους με τίτλο “Μια προσωκρατική κοσμολογική πρόταση” στο περιοδικό Φυσικός Κόσμος, τεύχος 8, σελ. 24-27, Ιούνιος – Ιούλιος – Αύγουστος 2002. Μπορείτε να τη δείτε εδώ.