Vekrakos
Spartorama | «Να σας κεράσω ένα γλυκάκι;», από τον Βαγγέλη Μητράκο

«Να σας κεράσω ένα γλυκάκι;», από τον Βαγγέλη Μητράκο

Ευάγγελος Μητράκος 21/06/2019 Εκτύπωση Άρθρα Κοινωνία
«Να σας κεράσω ένα γλυκάκι;», από τον Βαγγέλη Μητράκο
-Με τις υγείες σας και ό,τι επιθυμείτε!
Οδός Εμπόρων

Το πιο συνηθισμένο σπιτικό κέρασμα, στα παιδικά μας χρόνια, ήτανε το γλυκό του κουταλιού. Δεν υπήρχε, τότε, σπίτι, από το πιο φτωχικό ως το πιο πλούσιο, που να μην είχε «κρυμμένο» στα ντουλάπια του, σαν θησαυρό, ένα (τουλάχιστον) γυάλινο βάζο με γλυκό κουταλιού, φτιαγμένο από τα άξια χέρια της νοικοκυράς. 

Τα βάζα αυτά με τα γλυκά ήτανε, συνήθως, τοποθετημένα όσο πιο ψηλά γινότανε, για να μην τα φτάνουν τα πιτσιρίκια του σπιτιού, τα οποία, όταν έλειπε η μάνα τους («λείπει ο γάτος, χορεύουν τα ποντίκια») «έτρωγαν» τον τόπο στην κουζίνα για να βρούνε πού έχει κρύψει η μάνα τα βάζα με το γλυκό. Συνήθως τα εύρισκαν εύκολα. Αν χρειαζότανε έβαζαν και μια καρέκλα για να τα φτάσουνε, τα κατεβάζανε γρήγορα – γρήγορα μη φτάσει η μάνα τους και τα πιάσει στα πράσα, τρώγανε μερικές κουταλιές και ύστερα το ξαναβάζανε στη θέση του, αφού σκουπίζανε και ξεπλένανε τα σιρόπια από το πάτωμα, το τραπέζι, το νεροχύτη και τις μουτσούνες τους, για να μη μείνουνε ίχνη του «εγκλήματος». Δεν ήτανε λίγες οι φορές, όμως, που η «επιχείρηση γλυκό» είχε άσχημη κατάληξη, όταν γλιστρούσε το βάζο από τα παιδικά χέρια, έπεφτε κι έσπαζε, και τότε ποιος άκουγε τις φωνές της μάνας για τη μεγάλη ζημιά που έγινε.

-Να σας κεράσω ένα γλυκάκι;

Αυτή ήτανε η συνηθισμένη ερώτηση της νοικοκυράς  σε κάθε επισκέπτη που διάβαινε την πόρτα του σπιτιού της.

Το γλυκό του κουταλιού το έφτιαχναν όλο τον χρόνο, ανάλογα με τα φρούτα της εποχής, και, σχεδόν πάντα, χωρίς να κοιτάνε τη συνταγή, απλά, «με το μάτι». Οι γιαγιάδες, ιδιαίτερα, ήτανε ασυναγώνιστες σ’ αυτά τα γλυκά: Βύσσινο, νεραντζάκι, μελιτζανάκι, καρπούζι-φλούδα, κυδώνι, περγαμόντο, φράπα (κίτρο), τριαντάφυλλο, συκαλάκι, κεράσι, σταφύλι, καρυδάκι και ….ΧΙΛΙΑ ΔΥΟ ΑΛΛΑ, ήτανε τα σπιτικά γλυκά του κουταλιού, που φτιάχνανε οι μανάδες και οι γιαγιάδες για να «ξεντροπιάζονται» όταν είχανε επισκέψεις ή γιορτές στο σπίτι! Τα γλυκά του κουταλιού ήτανε πολύ αγαπητά σε όλους για τη γεύση, το άρωμα και τα αγνά υλικά τους. ΟΛΑ φτιαγμένα με συνταγές παραδοσιακές, που - στόμα με στόμα -  είχανε φτάσει από τα παλιά χρόνια ως τις μέρες μας και που καμιά φορά τις έβρισκες γραμμένες ανορθόγραφες αλλά ξεκάθαρες σε παλιά τετράδια συνταγών και χαρτιά επιστολής, που βρίσκονταν καταχωνιασμένα στα συρτάρια και φυλάσσονταν σαν ιερά κειμήλια. Γι’ αυτό και τα γλυκά αυτά τα λέγανε και «γλυκά της γιαγιάς», γιατί ΟΛΟΙ ξέρανε πως ήτανε κομμάτι της κληρονομιάς μας, που θα ’πρεπε να το φυλάμε καλά κλεισμένο στο σεντούκι της μνήμης, για να το παραδώσουμε στις επόμενες γενιές. Όμως …

Αν, λοιπόν, ο επισκέπτης, συναινούσε (και … σχεδόν πάντα συναινούσε) στο κέρασμα, ερχότανε η νοικοκυρά με το δίσκο, συνήθως στρωμένο με κάτασπρο σεμεδάκι πλεγμένο στο χέρι με βελονάκι, ένα ποτήρι κρύο νερό, «μπούζι», για να πιεις μετά και να σου φύγει η γλύκα και, φυσικά, το μικρό γυάλινο πιατάκι με το γλυκό και το κουταλάκι στο πλάι. Συνήθως, πλάι στο πιατάκι με το γλυκό βρισκότανε κι ένα μικρό ποτηράκι με λικέρ (μπανάνα, κεράσι, μέντα ή μαστίχα) αλλά και το παραδοσιακό ελληνικό καφεδάκι που ταίριαζε σαν αδερφός με το γλυκό. Παλιότερα οι νοικοκυρές φέρνανε όλο το βάζο με το γλυκό ή τη γλυκιέρα γεμάτη  και μέσα στο ποτήρι με το νερό ήτανε το κουταλάκι του γλυκού. Έπαιρνες το κουταλάκι, το βύθιζες μέσα στο γλυκό, το έβγαζες γεμάτο, το έβαζες στο στόμα σου, έπινες το κρύο νεράκι, το λικεράκι και τον καφέ, ευχαριστούσες τη νοικοκυρά για το κέρασμα «καρδιάς» κι εκείνη σου απαντούσε:

-Με τις υγείες σας  και  ό,τι επιθυμείτε!  

Το κέρασμα του γλυκού του κουταλιού ήτανε μια «γλυκιά» ιεροτελεστία που, δυστυχώς, σήμερα, έχει χαθεί από τα περισσότερα σπίτια, διότι θεωρείται «τρε – μπανάλ»! Οι «σύγχρονες νοικοκυρές», κατά κανόνα, ούτε θέλουν, ούτε ξέρουν, ούτε μπορούν, να φτιάξουν γλυκά του κουταλιού. Δεν θέλουν, με κανένα τρόπο, να είναι της «παλιάς εποχής» (εξαιρέσεις, βέβαια, πάντα υπάρχουν). Και οι επισκέπτες  (εμείς οι αλλοτριωμένοι άνθρωποι του σήμερα) εθισμένοι –πλέον- σε άλλες ξενόφερτες γευστικές συνήθειες, δεν αρέσκονται στο να τρώνε γλυκά του κουταλιού, άσε που μπορεί να παρεξηγήσουν και όποια νοικοκυρά τους τα προσφέρει.

Έτσι, σιγά – σιγά, χάνεται η παλιά, γλυκιά συνήθεια του σπιτικού γλυκού του κουταλιού, χάνονται και οι ωραίες, ευγενικές και τόσο αληθινές προσφωνήσεις του κεράσματος, κόβεται το νήμα της παράδοσης που ενώνει (θα ’πρεπε να ενώνει) το Σήμερα με το Χθες.

Ίσως γι’ αυτό εκείνα τα καλοκαίρια, τα παλιά, είχανε μια γλύκα, ένα άρωμα κι ένα χρώμα, που ακόμα  μας δίνει μελένιες αναμνήσεις από μιαν εποχή, που όλα ήταν αυθεντικά και τίποτε «δήθεν».

 

21-6-2019
Μητράκος  Βαγγέλης


Οδός Εμπόρων