Vekrakos
Spartorama | «Που ’σαι, Θανάση;», από τον Βαγγέλη Μητράκο

«Που ’σαι, Θανάση;», από τον Βαγγέλη Μητράκο

Ευάγγελος Μητράκος 03/10/2018 Εκτύπωση Άρθρα
«Που ’σαι, Θανάση;», από τον Βαγγέλη Μητράκο
«Σήμερα η χώρα, σε καθεστώς φτώχειας και δυστυχίας των μνημονίων, υπό το πέπλο του «νόμιμου» τζόγου, έχει μετατραπεί σε ένα απέραντο καζίνο, σε μια τεράστια πράσινη τσόχα...»
Οδός Εμπόρων

«Ξοδεύουμε το 9 του ΑΕΠ στον τζόγο»

«Στα 16,35 δισ. ευρώ οι ετήσιες «επενδύσεις» των Ελλήνων στον τζόγο»

«Εθισμένος στον τζόγο ένας στους δώδεκα εφήβους» 

Διαβάζω τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και θυμάμαι έναν παιδικό μου φίλο, που όταν βρισκόμαστε τα πρωινά στο σχολείο μου έλεγε :

«Ο πατέρας μου δεν ήρθε απόψε στο σπίτι. Κοιμήθηκε στο κρατητήριο γιατί τον πιάσανε οι αστυνόμοι που έπαιζε «Θανάση».

Μεροκαματιάρης, βιοπαλαιστής του πεζοδρομίου, ο πατέρας του ο Παναγιώτης  γύρευε καμιά φορά  (κυρίως την περίοδο της Πρωτοχρονιάς) να ξεφύγει από την καθημερινή βιοπάλη που τον γονάτιζε και καθότανε στα καφενεία που είχαν πράσινη τσόχα για να παίξει με τους φίλους του «Θανάση». Τώρα… τι «κολοσσιαία ποσά» έπαιζαν τούτοι οι φτωχοδιάβολοι του πεζοδρομίου μπορεί εύκολα να το καταλάβει ο καθένας. Όταν όμως μπούκαραν οι αστυνόμοι, δεν τους ένοιαζε ποιοι και πόσα έπαιζαν. Τους μάζευαν όλους (μαζί και τον καφετζή), την τσόχα, την τράπουλα και τα λιανά που βρίσκονταν πάνω στο τραπέζι και τους πήγαιναν κατευθείαν στο κρατητήριο, για αυτόφωρο. 

Από τότε, σαν παιδί, είχα μισήσει αυτόν τον «Θανάση» που εξαιτίας του ο πατέρας του φίλου μου κοιμόταν πίσω από τα κάγκελα και μαζί  μ’ αυτό ένιωθα πολύ άσχημα όταν άκουγα, δασκάλους, καθηγητές, κατηχητές, παπάδες, και άλλους «καθωσπρέπει», να μιλάνε για το πόσο μεγάλη αμαρτία είναι το χαρτοπαίγνιο και να κουνάνε το δάχτυλο επιδεικτικά, γιατί εγώ ήξερα πως ο πατέρας του φίλου μου αλλά και οι άλλοι σαν αυτόν δεν ήταν κακοί άνθρωποι ούτε και αμαρτωλοί. Το αντίθετο, μάλιστα.

Σήμερα η χώρα, σε καθεστώς φτώχειας και δυστυχίας των μνημονίων, υπό το πέπλο του «νόμιμου» τζόγου, έχει μετατραπεί σε ένα απέραντο καζίνο, σε μια τεράστια πράσινη τσόχα, όπου  καταστρέφονται καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι, οικογένειες κι επιχειρήσεις (μερικοί δίνουν και τέλος στη ζωή τους), μόνο και μόνο για να θησαυρίζει το αδηφάγο, μεγάλο κεφάλαιο και τα τραστ που ελέγχουν τον τζόγο  και να εισπράττει το κράτος τα λύτρα (λέγε με φόρους) της καταστροφής και του θανάτου. Επειδή, μάλιστα, ο εθισμός έχει πάρει διαστάσεις χιονοστιβάδας, φτάνουν στο σημείο να διαφημίζουν τον τζόγο, δίνοντας στο τέλος - ως υποσημείωση – μια χαμηλόφωνη αστραπιαία «προειδοποίηση» και το τηλέφωνο του προγράμματος απεξάρτησης, σαν κάποιος που διαφημίζει το θάνατό σου και σου δίνει και το τηλέφωνο του γραφείου τελετών. Κοντά σ’ αυτό, όλοι εκείνοι οι «κοινωνικοί εισαγγελείς», οι «Γραμματείς και Φαρισαίοι», που κάποτε αναθεμάτιζαν τον κακομοίρη τον «Θανάση» και στιγμάτιζαν όσους τον έπαιζαν στα καφενεία, τώρα έχουν μουγκαθεί (οι περισσότεροι ίσως έχουν γίνει έχουν γίνει και «νόμιμοι» τζογαδόροι), γιατί πλέον απέναντί τους είναι τα τεράστια, παντοδύναμα και ισχυρά συμφέροντα κι όχι οι παλιοί φτωχοπρόδρομοι του καφενείου.

Πραγματικά, μπροστά στην καταστροφή που συντελείται σήμερα στην κοινωνία μας  με τον «νόμιμο τζόγο» δικαιούμαστε να φωνάξουμε: «Πού ’σαι, Θανάση ;» και να δώσουμε (έστω και μετά θάνατον) δικαίωση και  αθώωση σ’ όλους εκείνους, στους οποίους κάποτε το σύστημα εξουσίας μοίραζε απλόχερα  ποινές για παράνομο χαρτοπαίγνιο, επειδή έπαιζαν τα φραγκοδίφραγκα που είχαν σωθεί στην «τρύπια» τσέπη του παντελονιού τους. 

3-10-2018
Βαγγέλης Μητράκος


Οδός Εμπόρων